Corfu Museum

Petsalis: Collection Of Corfu Island,Greece documents

Ιστορία

Η Ελλάδα και τα Ιόνια Νησιά από τον FRANÇOIS LENORMANT (1)

Όταν αποφασίστηκε τα Ιόνια νησιά να παραχωρηθούν στην Ελλάδα, ένα πρωτόκολλο έπρεπε να ακολουθηθεί. Το πρωτόκολλο αυτό προέβλεπε ότι πρώτος που θα υπόγραφε την αποχώρηση των Άγγλων από νησί πρέπει να ήταν ο Άγγλος Αρμοστής.

Βρισκόμαστε στον Οκτώβριο του 1863. Ήταν η ώρα που θα πρέπει να υπέγραφε ο Αρμοστής .

Στο βιβλίο του αυτό του 1865, ο Lenormant γράφει:

Γνωρίζαμε ότι η βουλή του Ιονίου είχε ήδη συνεδριάσει για αρκετές ημέρες για να αποφασίσει το μεγάλο ζήτημα. Όλοι λοιπόν βιάζονταν να φτάσουν στην Κέρκυρα.

….διέσχισα γρήγορα με το ατμόπλοιο Nettuno του αυστριακού Lloyd την απόσταση που χωρίζει την πρωτεύουσα του Ελληνικού Βασιλείου από την πρωτεύουσα του μικρού Επτανησιακού Κράτους και το πρωί της 6ης Οκτωβρίου 1863 μπαίνουμε στο λιμάνι της Κέρκυρας.

O Francois Lenormant βρίσκεται λοιπόν στην Κέρκυρα από τις 6 Οκτωβρίου 1863  την εποχή που διαδραματίζονται τα γεγονότα που περιγράφονται και τα έζησε αυτοπροσώπως.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

 ΙΟΝΙΟΣ ΒΟΥΛΗ

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΑ ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΤΗΣ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗΣ

6 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 1863

Ο κ. ΛΟΜΠΑΡΔΟΣ λαμβάνει τον λόγο.

 Κύριοι λέει ότι το έργο μας ολοκληρώθηκε. Πραγματοποιήθηκε πρώτα από όλα από την υπομονή αλλά και με την επιμονή των ανθρώπων. Ολοκληρώθηκε γρήγορα και λέω γρήγορα γιατί εννέα αγώνες πάλης διάρκειας δώδεκα χρόνων  μεταξύ ενός μικροσκοπικού έθνους και μιας δύναμης όπως η Αγγλία δεν είναι τίποτα στην πραγματικότητα. Το οφείλουμε πάνω από όλα και ακόμη περισσότερο από τους αγώνες μας στους γενναιόδωρους φιλέλληνες που ύψωσαν τις φωνές τους για την υπεράσπιση για τα δικαιώματα των Ιονίων Νήσων και ήξεραν πώς να κατακτήσουν, για τον σκοπό μας, τις συμπάθειες της ευρωπαϊκής κοινής γνώμης Με μια ευτυχή συγκυρία την ημέρα αυτή της μεγάλης εθνικής εορτής ο πρώτος και πιο ακούραστος υπερασπιστής μας είναι ανάμεσά μας. Όλοι ονομάσατε κ. François Lenormant  Έχω λοιπόν την τιμή να προτείνω στο Κοινοβούλιο ένα ευχαριστήριο διάταγμα σε όλους τους Ευρωπαίους φιλέλληνες και συγκεκριμένα στον κ. Lenormant Δεν έχω καμία αμφιβολία ότι η Συνέλευση θα εγκρίνει ομόφωνα την πρόταση αυτή Το διάταγμα εγκρίνεται ομόφωνα και με βοή καλείται ο κ. FRANÇOIS LENORMANT να δεχτεί τις τιμές της συνόδου.

 

…..Μετά από πρόσκληση του Λόρδου Αρμοστή οι Ιόνιοι συνέταξαν το ακόλουθο κείμενο:

«Η Συνέλευση των Επτανήσων.

 

«Εκλεγμένοi μετά από πρόσκληση της Προστάτιδας Δύναμης και συγκεντρωμένοι για να αποφανθούν οριστικά την εθνική ανασύσταση του Ιονίου λαού, πιστός ερμηνευτής των ένθερμων πόθων και της ακλόνητης βούλησης αυτού του λαού, σύμφωνα με τις επιθυμίες που έχουν ήδη εκφραστεί και διακηρυχθεί από όλες τις ελεύθερες Συνελεύσεις Ιονίων Νήσων.

 

"Διάταγμα:-

 

«Τα νησιά Κέρκυρα, Κεφαλονιά, Ζάκυνθος, Sainte-Maure, Ιθάκη, Cerigo και Paxo, με όλες τους τις εξαρτήσεις,  επιθυμία είναι να ενωθεί  με το Βασίλειο της Ελλάδος, προκειμένου να αποτελέσει ένα αδιαχώριστο τμήμα του σε ένα ενιαίο και αδιαίρετο Κράτος, υπό το συνταγματικό σκήπτρο της Αυτού Μεγαλειότητας του Βασιλιά των Ελλήνων Γεωργίου Α' και των διαδόχων του. »

 

Η απάντηση στο μήνυμα του Λόρδου Ύπατου Αρμοστή ήταν σαφής, όπως και το ίδιο το διάταγμα. Εξέφρασε, η Συνέλευση τις ευχαριστίες της στην αγγλική κυβέρνηση για τη γενναιοδωρία με την οποία απαρνήθηκε το προτεκτοράτο της. Aλλά ήταν ευχαριστίες από ελεύθερους ανθρώπους που, αφού πολέμησαν πολύ και γενναία, είδαν τις προσπάθειές τους να στεφανώνονται. Η Κερκυραϊκή Βουλή συνέδεσε προσεκτικά το διάταγμά της με τις αποφάσεις των προηγούμενων Βουλών, τον νομικό χαρακτήρα των οποίων η Αγγλία είχε αρνηθεί να παραδεχτεί και επέμεινε ότι η ένωση πρέπει να είναι άμεση και πλήρης. Τέλος, τελείωσε με μια πρόταση που, με σεβασμό και ευγνωμοσύνη, περιείχε την πιο επίσημη άρνηση της πολιτικής του εδαφικού status quo που η Αγγλία επιθυμεί να επιβάλει για πάντα στην Ελλάδα.

Προσθέτοντας: «Είθε η χριστιανική Ευρώπη, εκτιμώντας τις υπηρεσίες που το ελληνικό έθνος έχει προσφέρει και καλείται να προσφέρει ακόμα στην ανθρωπότητα, να ολοκληρώσει το έργο που τόσο γενναιόδωρα ξεκίνησε, συμβάλλοντας στην πλήρη και οριστική ανασύσταση αυτού του έθνους προς το συμφέρον του πολιτισμού και για την πλήρη εκπλήρωση των σχεδίων του Υψίστου»!

Αυτές οι δύο πράξεις θα παραδίδονταν  στον  Ύπατο Αρμοστή, που το περίμενε στο Παλάτι των Αγίων Μιχαήλ και Γεωργίου.

Ο λαός της πόλης ήταν παραταγμένος με το μεγαλύτερο πλήθος μπροστά από το παλάτι μαζί  με τους κατοίκους των γειτονικών χωριών,  προηγούνταν μεγάλα ελληνικά λάβαρα με λευκό σταυρό σε ένα φόντο μπλε, και με επικεφαλής τους παπάδες τους. Η όψη που προσφέρει αυτή τη στιγμή η εσπλανάδα της Κέρκυρας δεν θα μπορούσε να είναι πιο εντυπωσιακή. Ανάμεσα στο παλιό φρούριο και στην πόλη με τα ψηλά τοξωτά σπίτια, να, ξεδιπλώνονται τα όμορφα σοκάκια και από την άλλη της μεριά το Παλάτι των Βρετανών Αντιπρόσωπων.

Σε αυτήν την παρέλαση, ασυναγώνιστη ίσως σε ολόκληρη την Ευρώπη, βρίσκονταν είκοσι χιλιάδες άντρες, όλοι φορώντας φιόγκους από κορδέλες ,τα ελληνικά εθνικά χρώματα στο στήθος τους και πράσινα κλαδάκια γύρω από τα καπέλα ή τα σκουφάκια τους, ένα πλήθος ανακατεμένο με τα ρούχα των πολιτών της πόλης, τις ζωηρές στολές των χωρικών και τις φουστανέλες των Αλβανών Χριστιανών, που είχαν περάσει το στενό για να έρθουν και να παρευρεθούν σε αυτές τις εθνικές γιορτές.

Η βαθιά σιωπή επικρατούσε σε αυτό το πλήθος τη στιγμή που οι βουλευτές μπήκαν στο παλάτι. Η υποδοχή που θα έδινε ο Λόρδος Ύπατος Αρμοστής στις πράξεις του Κοινοβουλίου αναμενόταν με αγωνία. Οι φήμες που διαδόθηκαν στην πόλη προκάλεσαν φόβο ότι θα αρνιόταν να τις παραλάβει με τη μορφή που είχαν αποδοθεί. αλλά όταν το κανόνι των φρουρίων ήχησε για να ανακοινώσει τη στιγμή που ο Πρόεδρος της Βουλής παρέδωσε το διάταγμα της ένωσης στον εκπρόσωπο της βασίλισσας της Αγγλίας, μια τεράστια και τρομερή ορμή ανταποκρίθηκε σε αυτό τη ομοβροντία, καπέλα και σκούφοι πέταξαν στον αέρα. σημαίες κυμάτιζαν σε χαιρετισμό και η μπάντα της Φιλαρμονικής Εταιρείας έπαιξε τον εθνικό ύμνο. «Μη φοβάστε πια, ω Έλληνες, τις φριχτές βαρβαρότητες των Μουσουλμάνων!. Η Ευρώπη σας ανοίγει την αγκαλιά της», τόνιζαν σε χορωδία όλοι οι παρόντες.

Ήταν από εκείνες τις επιβλητικές σκηνές που σπάνια συμβαίνουν στη ζωή των λαών και στις οποίες να μπορεί να αντισταθεί ακόμη και κάποιος ο όποιος δεν έχει καθόλου  ή έχει λίγα συναισθήματα...

Στη συνέχεια, οι βουλευτές έφυγαν από το παλάτι και επέστρεψαν στον τόπο των συνεδριάσεων τους, ακολουθούμενοι από κόσμο μεθυσμένο από χαρά και ενθουσιασμό, στους δρόμους, τα σπίτια του οποίου ήταν στολισμένα με ελληνικές σημαίες και με κρεμασμένα υφάσματα, ως στοιχείο διακόσμησης τοίχου από πάνω μέχρι κάτω. Οι ζητωκραυγές ξέσπασαν ανελέητα καθώς περπατούσαν και από όλα τα παράθυρα έπεφτε μια αληθινή βροχή από λουλούδια, φοίνικες και στεφάνια.

Αφού κατέγραψαν στα πρακτικά  την μεγάλη πατριωτική σκηνή που μόλις είχε γίνει. Η Συνέλευση, πριν αποχωρίσει, ψήφισε δια βοής, μετά από πρόταση του Μ. Λομβάρδου, ευχαριστήριο διάταγμα προς όλους τους Ευρωπαίους φιλέλληνες που υπερασπίστηκαν το αίτημα  των Ιονίων Νήσων και ιδιαίτερα τους Γάλλους φιλέλληνες .

Την επόμενη μέρα οι εορτασμοί ξεκίνησαν στις 8 με πανηγυρική λειτουργία που ψάλλετε στον ελληνικό καθεδρικό ναό.

Υποδουλωμένο από τον ζυγό των μουσουλμάνων , το ελληνικό έθνος είδε τη θρησκεία του να νικά με την ανεξαρτησία του. Οι δύο αιτίες της πίστης και της ελευθερίας είναι ταυτόσημες και αχώριστες. Όταν άρχισαν να ζουν ξανά, τοποθέτησαν τον σταυρό στα πανό της σημαίας για να τον αντιταχθεί στην ημισέληνο, και ακόμη και σήμερα η θρησκεία είναι το πιο ισχυρό μέσο προπαγάνδας και το πιο τρομερό  όπλο για να πολεμηθεί η Τουρκία. Εξίσου πατριώτης, αλλά πιο μορφωμένος από εκείνον της ηπειρωτικής Ελλάδας, ο κλήρος των Επτανήσων κατέχει τεράστια επιρροή και ανέκαθεν αποδεικνύεται ο πιο ένθερμος προπαγανδιστής του εθνικού κινήματος. Ειδικότερα ο Αρχιεπίσκοπος Κέρκυρας, ιεράρχης υψηλής ευφυΐας και ευυπόληπτου χαρακτήρα, βρίσκεται εδώ και δέκα χρόνια στην πρώτη θέση μεταξύ των πρωταθλητών της ιδέας της ένωσης με την Ελλάδα. Η Αγγλία έχει μάταια χρησιμοποιήσει απειλές και κολακεία για να  ταρακουνήσει την πίστη.

Το όνομά του Αρχιεπισκόπου είναι το πιο δημοφιλές από όλα και η εξουσία του στις μάζες είναι απεριόριστη

 

Όλες αυτές οι καταστάσεις έδωσαν ιδιαίτερη σημασία και επισημότητα στη θρησκευτική τελετή με την οποία επρόκειτο να ανοίξουν οι εορτασμοί της προσάρτησης.

Ο Μητροπολιτικός  ναός της Κέρκυρας βρίσκεται στην κορυφή σκαλιών  που ανοίγονται προς τις παλιές επάλξεις της θάλασσας, που τώρα είναι αφοπλισμένες και παραμένουν ως απλές αποβάθρες που δεσπόζουν στο λιμάνι. Από το ύψος αυτής της εκκλησίας μπορεί κανείς να δει το αξιοθαύμαστο πανόραμα του λιμανιού, με τα πολυάριθμα πολεμικά πλοία που συνήθως παραμένουν εκεί, και τη βραχονησίδα του Βίδου, της οποίας οι κατεστραμμένες οχυρώσεις του και τα τρομερά κανόνια του κάλυπταν το αγκυροβόλιο της Κέρκυρας ενάντια σε οποιοδήποτε εξωτερική επίθεση.

 

Το πρωί της 8ης Οκτωβρίου, πενήντα χιλιάδες άνθρωποι ντυμένοι με τα γιορτινά τους παρατάχθηκαν  με στρατιωτική τάξη, κατά μήκος των αποβάθρων, από την εσπλανάδα στον καθεδρικό ναό από τη μια πλευρά και από την άλλη και από τον ναό μέχρι την πύλη της θάλασσας .Εκεί υπήρχε ο ανδρικός πληθυσμός όλων των χωριών του νησιού, ακόμη και των πιο απομακρυσμένων, με τους ιερείς του επικεφαλής, τους κατοίκους της πόλης και των πολυπληθών προαστίων του  Μαντουκίου και της Γαρίτσας, οργανωμένοι καθ’ ομάδες. Οι Καθολικοί και Εβραίοι ενώθηκαν με τους Έλληνες σε αυτή την πανηγυρική εθνική εορτή με θρησκευτική ενότητα, αντιπροσωπείες από καθένα από τα Επτά Νησιά και πολύ μεγάλος αριθμός Χριστιανών που έσπευσαν από την Ήπειρο. Χάρη στην μεγάλη ποικιλία των κοστουμιών, τίποτα δεν είναι πιο εντυπωσιακό από μια πολυπληθή δημοφιλή συνάντηση στην Κέρκυρα. Κάποιοι φορούν το κόκκινο φέσι με μια μπλε φούντα, τη μεγάλη τους βράκα από σκούρα χρώματα και το διπλό γιλέκο με τα μεγάλα κουμπιά, αξιωματικών των Αλβανών του Βορρά και των Μαυροβουνίων. Άλλοι φορούν τούρκικο παντελόνι με το γιλέκο και το σακάκι των παλληκαριών και μεγάλες μπότες που θυμίζουν αυτές των κρητικών ορειβατών. Άλλοι πάλι φορούν ένα καπέλο από τσόχα και φορούν, όπως οι Ελβετοί στους πίνακες της Αναγέννησης, μια φαρδιά βράκα που μόλις φτάνει μέχρι το γόνατο, κάλτσες διαφορετικών χρωμάτων, τις περισσότερες φορές κόκκινες με το ένα πόδι και λευκές στο άλλο. Όλοι, όπως την προηγούμενη μέρα, έβαλαν στο στήθος τους έναν κόμπο στα εθνικά χρώματα και  στόλισαν τα χτενίσματα τους με πράσινα κλαδιά εξάλλου οι χωρικοί κρατούσαν στα χέρια τους κλαδιά δάφνης και ελιάς. Κάθε ενορία, κάθε ομάδα συνοδευόταν από τη μπάντα της, η οποία έπαιζε πατριωτικές μελωδίες. Ένας λάτρης της μουσικής αναμφίβολα θα είχε διαπιστώσει ότι η εκτέλεση μερικές φορές άφηνε κάτι το επιθυμητό. αλλά οι φάλτσες νότες χάθηκαν στη ταραχή του καθολικού ενθουσιασμού. Τα σπίτια στους πρόποδες των οποίων ήταν όλοι αυτοί οι άνθρωποι πρόσφεραν ένα θέαμα όχι λιγότερο γραφικό από το ίδιο το πλήθος. Διακοσμημένα σε όλους τους ορόφους με ελληνικές σημαίες και πανό στα χρώματα των τριών προστάτιδων δυνάμεων της Ελλάδας, στολισμένα από πάνω μέχρι κάτω με πανό , κρεμαστά και γιρλάντες από φυλλώματα,  σε όλα τα παράθυρά τους ομάδες γυναικών με θαμπή επιδερμίδα, αστραφτερά μάτια, μαλλιά μαύρα σαν το φτερό του κορακιού. Τα κοστούμια ήταν τόσο διαφορετικά σε αυτές τις γυναικείες ομάδες όσο και στις τάξεις των ανδρών. Δίπλα στις κυρίες της πόλης, ντυμένες στα ευρωπαϊκό στυλ, έβλεπε κανείς τις γυναίκες της επαρχίας με τις φούστες στο λαιμό τους να λάμπουν και τα σκούρα σακάκια τους με λαμπερά κεντήματα. Κάποιες είχαν τα πρόσωπά τους κομψά πλαισιωμένα από ένα πέπλο λευκής μουσελίνας, άλλες είχαν χτενίσματα, περισσότερο ιταλικά παρά ελληνικά, που θύμιζε αυτά των χωρικών γύρω από τη Νάπολη και την ύπαιθρο της Ρώμης. Κάτω από το σκέπαστρο του καθεδρικού ναού ήταν τοποθετημένη η ορχήστρα της Φιλαρμονικής Εταιρείας. Τα πανό όλων των χωριών του νησιού, των ομάδων, των αντιπροσωπειών των Επτά Νήσων, όλα στα χρώματα της Ελλάδας, ανακατεμένα με γαλλικές, αγγλικές και ρωσικές σημαίες, ήταν ομαδοποιημένα στα σκαλιά που οδηγούσαν από την προκυμαία στο η Εκκλησία. Για να μπει κάποιος σε αυτό, έπρεπε να περάσει μέσα από ένα πραγματικό δάσος σημαιών. Σύντομα τα μέλη του κοινοβουλίου εθεάθησαν να φτάνουν, ενώ προηγήθηκε μια τεράστια σημαία που έφεραν δώδεκα άνδρες ντυμένοι με τη στολή της Εθνικής Φρουράς της Ελλάδος.

 

Οι δρόμοι που έπρεπε να ακολουθήσουν οι βουλευτές ήταν διάσπαρτοι με δάφνες. Ζωηρές επευφημίες κραύγαζαν σε κάθε βήμα, για τη Συνέλευση των Ιονίων, την ένωση με την Ελλάδα και τον νέο  κυρίαρχο. Λουλούδια έπεφταν βροχή από όλα τα παράθυρα, κι όμως αυτό το λαμπρό καλωσόρισμα δεν ήταν τίποτα σε σύγκριση με τον ξέφρενο ενθουσιασμό που κατέλαβε το πλήθος όταν εμφανίστηκε ο Αρχιεπίσκοπος. Έφυγε  από το παλάτι του και προχώρησε  προς τον καθεδρικό ναό ντυμένος με τα αρχοντικά του άμφια και τον ακολουθούσαν όλοι οι κληρικοί. Το αυστηρό του πρόσωπο εξέφραζε βαθιά συγκίνηση, φαινόταν απορροφημένος σε ευσεβείς διαλογισμούς και στο αίσθημα μιας ένθερμης ευγνωμοσύνης προς τον Θεό που του έδωσε να δει πριν από το τέλος της καριέρας του μια τόσο μεγάλη μέρα που ζητούσαν οι κατά καιρούς ευχές και οι προσευχές του. Όλος ο κόσμος έπεσε στα γόνατα και συνωστίστηκε γύρω του για να φιλήσει τα ρούχα του, τόσο Καθολικοί και Εβραίοι όσο και οι ομόθρησκοί του, τόσο μεγάλη είναι η λατρεία που τον περιβάλλει. Η επόμενη μέρα χαρακτηρίστηκε από μια λειτουργία, που ψάλθηκε  στον Καθολικό Καθεδρικό Ναό. Οι Καθολικοί είναι πολλοί στα Επτάνησα. μόνο στην Κέρκυρα ο αριθμός τους ανέρχεται σε 8.000. Η ηθική τους κατάσταση στα Επτά Νησιά είναι αρκετά διαφορετική από αυτή στο βασίλειο της Ελλάδας. Ψέλνονται σύμφωνα με τους κανόνες που ελήφθησαν από τους κυρίαρχους Ποντίφικες από την κυβέρνηση της Βενετίας, και ακολουθούν, αν και ανήκουν στη λατινική ιεροτελεστία, το ανατολικό ημερολόγιο .

Γιορτάζουν όλες τις χριστιανικές γιορτές ταυτόχρονα με τους ομοεθνείς τους ελληνικής θρησκείας. Οι μικτοί γάμοι, που στη χώρα τους υπόκεινται σε ειδικές και φιλελεύθερες διατάξεις που ρυθμίζονται από τον Πάπα Παύλο Ε', είναι συχνοί. Στην πραγματικότητα δεν υπάρχει κανένα φράγμα μεταξύ αυτών και του πληθυσμού της Ανατολικής τελετουργίας στην Ιόνια Πολιτεία. Επίσης η βυζαντινή προκατάληψη κατά των Καθολικών έχει εκλείψει εντελώς εκεί, και η διαφορά των κοινοτήτων δεν ασκεί καμία επιρροή στις σχέσεις της κοινωνικής ή της πολιτικής ζωής. Αντί να είναι απλώς αντιπαρατιθέμενοι και εχθρικοί μεταξύ τους, όπως στην υπόλοιπη Ανατολή, οι δύο πληθυσμοί, ο ελληνικός και ο καθολικός, σχηματίζουν μόνο έναν, όπου το πνεύμα του διχασμού δεν υπάρχει. Οι πολιτικές συνέπειες αυτής της κατάστασης είναι σημαντικές. Στα Επτάνησα, τα πατριωτικά αισθήματα είναι εξίσου φλογερά και ενεργά μεταξύ των καθολικών παρά μεταξύ των κατοίκων της ελληνικής θρησκείας. Ανήκοντας γενικά στις ανώτερες τάξεις της κοινωνίας, οι Καθολικοί αποδείχθηκαν από τους πιο ένθερμους υποστηρικτές της ιδέας της επανένωσης με την Ελλάδα και παρείχαν περισσότερους από έναν ηγέτες στο εθνικό κόμμα. Επίσης, όπως οι Καθολικοί είχαν πάει την προηγούμενη μέρα κατά πλήθος στη λειτουργία του Έλληνα αρχιεπισκόπου, ο πληθυσμός της ανατολικής ιεροτελεστίας συνέρρεε με σεβασμό στον καθολικό καθεδρικό ναό για να παρευρεθεί στη λειτουργία του Λατίνου αρχιεπισκόπου. Ήταν η επανάληψη της προηγούμενης μέρας, μόνο λιγότερο λαμπρή, γιατί μια καταρρακτώδης βροχή εμπόδισε τους κατοίκους των χωριών να επιστρέψουν στην πόλη. Αρκεί να αναφέρουμε τους περιπάτους του πρωινού της Κυριακής 10, όταν οι συντεχνίες της Κέρκυρας πήγαν διαδοχικά στον Ύπατο Αρμοστή και στους γενικούς προξένους Γαλλίας και Ρωσίας για να μεταφέρουν ευχαριστήριες ομιλίες στους κυρίαρχους των τριών εθνών. της συνθήκης της 13ης Ιουνίου, καθώς και η λαμπρή φωταγώγηση που τερμάτισε την πορεία των εορταστικών εκδηλώσεων το απόγευμα της ίδιας ημέρας. Δεν υπήρχε εκείνο το βράδυ σε όλη την Κέρκυρα παράθυρο που να μην είχε τα φώτα του. Ένα συμπαγές και ενθουσιώδες πλήθος γέμισε τους δρόμους της πόλης, όπου βενετσιάνικα φανάρια και χρωματιστά τζάμια σκιαγράφησαν τις προσόψεις των πιο κομψών σπιτιών.

Μεγάλες φωτιές έκαιγαν στις κορυφές όλων των βουνών του νησιού. Έχω ήδη επιμείνει στην ομοφωνία αυτών των διαδηλώσεων με ίσο μερίδιο των κατοίκων, όχι μόνο όλων των τάξεων, αλλά όλων των θρησκειών. Το βράδυ της 10ης Οκτωβρίου πρόσφερε ένα αξιοσημείωτο παράδειγμα. Οι Εβραίοι τελούσαν στη συναγωγή τους μια τελετή ευχαριστίας, ακολουθώντας το παράδειγμα των χριστιανών των δύο τελετουργιών και με τον ίδιο ενθουσιασμό. Υπάρχουν έξι χιλιάδες Ισραηλίτες στην Κέρκυρα, και είναι πολύ διαφορετικοί εκεί από τους άλλους Εβραίους του Λεβάντε, των οποίων η απέχθεια, η βαρβαρότητα και ο φανατισμός κάνουν τον ταξιδιώτη που τολμάει ανάμεσά τους να οπισθοχωρεί. Πολλοί από αυτούς τους Κερκυραίους Ισραηλίτες είναι μορφωμένοι άνθρωποι, μερικοί έχουν αποκτήσει μεγάλη περιουσία στο εμπόριο ή στον τραπεζικό τομέα και περιβάλλεται από δημόσια εκτίμηση. Η εφημερίδα τους, τα Ισραηλιτικά Χρονικά, είναι ίσως η καλύτερα γραμμένη στην πρωτεύουσα των Ιονίων Νήσων. Υπό βρετανική κυριαρχία, αυτοί οι Εβραίοι παρέμειναν, όπως και στους Βενετούς, στερημένοι κάθε πολιτικού δικαιώματος και υπόκεινται σε εξευτελιστικούς και περιοριστικούς κανονισμούς που χρονολογούνται από τον Μεσαίωνα μόλις πριν από δύο χρόνια έπαψαν να είναι εγκλωβισμένοι από την αστυνομία σε ένα εξεγερμένο γκέτο, οι τεράστιες πόρτες του οποίου έκλεισαν ορισμένες μέρες, όπως η Μεγάλη Παρασκευή. Έτσι οι Ισραηλίτες της Κέρκυρας έχουν ήδη από καιρό παραταχθεί με θέρμη στο κόμμα των ριζοσπαστών. Η ένωση των Επτά Νήσων με την Ελλάδα είναι για αυτούς χειραφέτηση. Παίρνοντας τη θέση τους στο Ελληνικό Βασίλειο, όπου η ελευθερία της λατρείας είναι πλήρης, αποκτούν ίσα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα, από μέλη των κατώτερων κοινωνικών ομάδων γίνονται πολίτες. Η χαρά τους είναι εύκολα κατανοητή. Αλλά για έναν ξένο δεν ήταν το παραμικρό περίεργο από τα θεάματα που πρόσφερε τότε η Κέρκυρα, η επισημότητα και το κύμα ενθουσιασμού με το οποίο εγκαινίασαν στη συναγωγή τους το στάνταρ που στολίστηκε από τον σταυρό, που είχε γίνει το σύμβολο της δικής τους απελευθέρωσης. -Κατά μια περίεργη σύμπτωση, η επέτειος της δολοφονίας του Καποδίστρια(27 Σεπτεμβρίου 1831 )

έπεσε στη μέση των εορτών που ορίστηκαν προς τιμή της ένωσης. Όλοι γνωρίζουν ότι ο Πρόεδρος της Ελλάδας γεννήθηκε στην Κέρκυρα και ότι η σορός του μεταφέρθηκε εκεί για να ταφεί στο μοναστήρι της Πλατυτέρας, κοντά στην πόλη. Η μνήμη του Capodistria παρέμεινε στα Επτάνησα αντικείμενο καθολικής λατρείας, παρόλο που η Ελλάδα είχε μια αχάριστη συμπεριφορά  απέναντί ​​του. Επίσης η Βουλή της Κέρκυρας, με το διάταγμα της εθνικής εορτής, είχε διατάξει το Σάββατο 9 Οκτωβρίου να τελεστεί πανηγυρική λειτουργία στον τάφο του Capodistria, στον οποίο παρευρέθηκαν δεκαπέντε χιλιάδες άνθρωποι, παρά την απειλή μιας τρομερής καταιγίδας που ξέσπασε κατά τη διάρκεια της τελετής. Είναι πάντα ευγενής έμπνευση για έναν λαό να συνδέει με την έκφραση της εθνικής χαράς τη μνήμη των επιφανών νεκρών του. αλλά ο Καποδίστρια δεν είναι μόνο ένας από τους πρώτους πολιτικούς της σύγχρονης Ελλάδας, είναι αυτός που την αγάπησε περισσότερο και την κυβέρνησε καλύτερα. Το όνομά του είναι σύμβολο μιας πολιτικής πλήρους χειραφέτησης της ελληνικής φυλής, ένωση των ιδεών της πίστης και της πατρίδας, της σοφής ελευθερίας και του πνεύματος , της ηθικής προπαγάνδας στο εξωτερικό, αλλά κυρίως της ίσης ισορροπίας μεταξύ των διαφόρων δυνάμεων της Ευρώπης και της ανεξαρτησίας της δράσης της Ελλάδας εκτός από ξένες επιρροές, που η Αγγλία το 1830 και το 1831 πολέμησε μέχρι τέλους. Ήταν λοιπόν ένα ολόκληρο πρόγραμμα του οποίου τις αρχές κήρυξε η Ιόνιος Βουλή τοποθετώντας στο μέσον των εορτών της ένωσης, μια τελετή πένθους στη μνήμη του Καποδίστρια. Για να διευκρινίσει περαιτέρω την πρόθεση και το εύρος της πράξης του, το Ιόνιο Κοινοβούλιο είχε εμπιστευθεί στον κ. Λομβάρδο τον πιο εύγλωττο, αλλά ταυτόχρονα και τον πιο πνευματώδη ρήτορα ριζοσπάστη, να εκφωνήσει εξ ονόματός του σε αυτή την τελετή τον επικήδειο λόγο του Capodistria. . Σπάνια ένα τόσο αξιόλογο έργο ρητορικής τέχνης ακουγόταν στη σύγχρονη Ελλάδα. Τα περήφανα και πατριωτικά λόγια του μέλους  της  Ζακύνθου προκάλεσαν φαρέτρα συγκίνησης σε όλο το κοινό και το ενθουσιώδες χειροκρότημα τον διέκοψε όταν αναφώνησε: «Ναι, τη μεγάλη αυτή μέρα που τα Επτάνησα έρχονται επιτέλους να ενωθούν με την ελεύθερη Ελλάδα, το διακοπτόμενο έργο του Capodistria ξεκινά και πάλι την πορεία του. Η ελληνική πολιτική, που από το θάνατο του επιφανούς σου γόνου, ω Κέρκυρα, είχε κάτσει σε πένθος στην άκρη του τάφου της, σηκώνεται σήμερα θριαμβευτική και στεφανωμένη με δάφνες. Ξένος που σε εκπλήσσει βλέποντάς μας να ενώνουμε μια τελετή πένθους με τους εορτασμούς της εθνικής αναγέννησης, μάθε από το στόμα αυτού του λαού το νόημα ενός τέτοιου συλλογισμού. Ακούστε τη φωνή όλου του ελληνικού έθνους που σηκώνεται από αυτόν τον τάφο για να διακηρύξει ότι η επιρροή της εξωτερικής πολιτικής δεν θα κυριαρχεί πλέον, ό,τι κι αν γίνει στην Ελλάδα, και ότι είναι μάταιο ότι ο θάνατος του Καποδίστρια θα σταματούσε για πάντα τη δράση των Ελλήνων για τη λύτρωση όλης της Ελλάδας! »

 

 

Παρακολουθώντας τις εκδηλώσεις  του Κερκυραϊκού λαού την ημέρα και την ώρα της υπογραφής της αποχώρησης των Άγγλων από το νησί αντιλαμβανόμαστε, πέρα από τις τυχόν διπλωματικές ενέργειες των κυβερνήσεων, στις οποίες δεν συμμετείχε ο λαός, το πηγαίο ενθουσιασμό του για την αποτίναξη ενός ακόμα κατακτητή. Έχοντας βαθιά ριζωμένη την Ελληνικότητα μέσα του, όλα τα χρόνια που τον κυβέρνησαν ξένοι, είχε την τύχη να δει την πατρίδα του απελευθερωμένη και τον πρώτο κυβερνήτη της ένα από τα παιδιά του.  Που στηρίχτηκε η πίστη του λαού αυτού; Σε κάτι πολύ μεγάλο. Στις αρχές και τις θεωρίες των προγόνων του. Μπορεί να μην  ήξερε ποιες ήταν αυτές οι φιλοσοφικές σκέψεις των, αλλά μάθαινε από όλη την Ευρώπη ότι ήταν πολύ σπουδαίες και ότι οι πολιτισμένοι λαοί προσπαθούσαν να τις αφομοιώσουν για το καλό τους. Γι’ αυτό λοιπόν τον λόγο ξεχύθηκε στους δρόμους για να γιορτάσει. Οι Κερκυραίοι τις στιγμές αυτές αισθάνονταν «Ελευθερία». Μεγάλη  χαρά γι αυτό το συναίσθημα. Δεν μπορούσαν να το συνδυάσουν με το μέλλον αλλά σίγουρα μπορούσαν να το συνδυάσουν με το παρελθόν. Αισθάνονταν «ενότητα». Όλοι μαζί Ορθόδοξοι, Καθολικοί, Εβραίοι, κάτοικοι της πόλης, χωρικοί, ευγενείς, αστοί, εργάτες ήταν Ένα!!! Αισθάνονταν «αδελφοσύνη». Τα άλλα νησιά, η  σκλαβωμένη ακόμη Ήπειρος βρίσκονταν εδώ και τα αδέλφια τους Έλληνες, έστω και από μακριά, γιόρταζαν. Πολύ χρώμα παντού στους δρόμους, στα παράθυρα, στους τοίχους. Ποια εποχή του χρόνου έχει τα πιο πολλά χρώματα; Η άνοιξη!!

-------------------------------

1) FRANÇOIS LENORMANT  Γεννήθηκε στις 17 Ιανουαρίου 1837 στο Παρίσι. Πατέρας του ήταν ο Σαρλ Λενορμάν. Από νέος ασχολήθηκε με την αρχαιολογία και δημοσίευσε σημαντικά έργα για τα νομίσματα των Πτολεμαίων και για την προέλευση των σιναϊτικών επιγραφών. Περιόδευσε την Ελλάδα το 1860 και μελέτησε τα ερείπια της αρχαίας Ελευσίνας. Επέστρεψε στην Γαλλία και υπηρέτησε υποβιβλιοθηκάριος της Ακαδημίας των Επιγραφών και των Καλών Γραμμάτων. Διορίστηκε καθηγητής αρχαιολογίας στην Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας το 1874. Από τη Βικιπαίδεια

                                                                        Η επίσημος Ένωση της 21ης Μαΐου 1864

  

 

Η εφημερίδα

Δημοσιεύει τις 28 Αυγούστου του 1833 το πιο κάτω άρθρο:

Η Επτανησιακή Σάτυρα του κ π . Κουνιάκη

Όταν κατά το 1824 αφίκετο εις Κέρκυραν ώς "Αρμοστής των Ιονίων Νήσων και Αγγλος «Φρειδερίκος Άδαμ» , οι Ιόνιοι εόρτασαν την άφιξή του, ως έναν οιωνό άριστον . Ο Αδαμ , διά νά δείξει τα φιλόλαα αυτών αισθήματα , ενυμφεύθει την περικαλήν Κερκυραίαν ζωντοχήραν  Ελληνίδα «σούφη»  Νίνα Παλατιανού  . Οι γάμοι του επανηγυρίσθησαν πανταχού με ένθουσιασμόν, Πρώτον έργον του "Αδαμ , ήτο ή διάθεσις 35 χιλιάδων λιρών στερλι νών διά την έκ του καταστρεπτικού σεισμού του 1825 παθούσα Νήσον Λευκάδα . Ηγόρασε κατόπιν το πρώτον ατμόπλοιο διά την συγκοινωνία των Νήσων , οποίο έφερε το όνομά του και μετέπειτα επωνομάσθη « Επτάνησος », κατήργησε την τοκογλυφίαν και τα λεγόμενα « προστύχια » προεξοφλήσεις . Ιδρυσε το μέγα έν Κερκύρα υδραγωγείον εξ ου έκτοτε  υδρεύεται  η πόλις , και όμως παρ ' όλα ταύτα τα φιλοπρόοδα έργα του Άδαμ , ο επτανησιακός λαός εδυσφόρει σφόδρα , διότι δεν διέκρινεν ουδαμού ίχνος βελτιώσεως της οικονομικής καταστάσεώς του . Οι κατάσκοποι ( σπιούνοι ) . όργανα της μυστικής Αγγλικής αστυνομίας , κατετυράνουν και επίεζον τον λαόν . Οι φίλα προσκείμενοι προς την κυβέρνησιν του άρμοστού απελάμβανον των αγαθών , ενώ ο λαός επένετο και εμίσει σφόδρα την Αγγλικήν κατοχήν . Το μίσος τούτο , δεν έβράδυνε να εκσπάσει κατά της Αγγλικής Διοικήσεως . Το 1830 δύο τολμηροί και αποφασιστικοί Κεφαλλήνες , ο Παναγής Κεφαλάς και ο Πυλαρινός Ταμπακόνας , ετύπωσαν εις χιλιάδες αντιτύπων , Ελληνιστί και Ιταλιστί , την κάτωθι πρώτην τότε σάτιραν .

«Ιόνιε Λαέ!

Όποιος έλθη και σας φέρει

γράμματα κι ' αναφοράς

για να βάλετε αποκάτω

θέλησι και υπογραφάς .

 Μάθετε ακριβώς πολίται ,

είναι όλες διαβολιές ,

των τυράννων μας Ιγγλέζων

όπου ξέρουνε πολλές.

Επειδή η ευσπλαχνία

 Παντοκράτορος Θεού

θέλει την ελευθερίαν

του Ιονικού λαού

προσπαθεί ο τύραννός μας

να βαστάξη τον ζυγόν

και για πάντα να μάς φέρη,

όπως φέρουν τον τυφλόν .

Τας υπογραφής ζητάει,

με αυτάς στους βασιλείς

να ειπούμε πώς ο Ιγγλέζος

έκαμε μάς ευτυχείς .

Πλην , εις μάτην , είναι άλλοι

την αλήθεια να ειπούν ,

τούς μυρίους να συστήσουν ,

 τρόπους που μας τυραννούν

 και εξόχως ζωγραφίαν ,

 θελει δώσουν τρομεράν

Εις την προσωποληψίαν

και αδικίαν φοβεράν.

 Δίδοντας δύο και τρία

 τα ιμπιέγα (αξιώματα )

αν κι' ανάξιος δι' ένα ,

μα είναι σπιόνος φοβερός

μόνον ενός .

Και οι έντιμοι πολίται

από γένος και σοφοί

είναι όλοι αμελημένοι

κι έχουν χρεία για τροφή.

΄Ιδετε παιδάρια ολούθε

με εις πάγες τις πολλές

να γεμίζουνε τις πόρνες,

απ' τις εύμορφες στολές ;

 ΄Ιδετε σοφούς ανθρώπους

να πεινάνε για ψωμί

πάντα οι ίδιοι στα έμπιέγα ,

 πάντα οι άλλοι είναι γυμνοί !

Τι  Γκοβέρνο είναι τούτο ,

τι πατέρας μισητός,

πέντε δέκα ευτυχίζουν

και λιμάζει ο λαός !

Πώς μπορεί τέτοιο Γκοβέρνο

 ν ' αγαπηθή ποτέ ριψε πύρ,

 κατάκαυσέ το Παντοδύναμε θεε !

Τούτο δεν είναι Γκοβέρνο,

είναι σύναξις ληστών

και Καλποσπεκοντατόρων

Φαλιδαπραγματευτών !

Πόσα άλλα θα ειπούμε

 και εδώ και στάς Αυλάς

 πού θα φρίξη η Ευρώπη

εις τας τόσας συμφοράς .»

 

Εις την πρώτην ταύτην ελληνικήν σάτυραν ο Αδαμ , απήντησε διά κεραυνού. Στρατός και στόλος έφθασεν εις Κεφαλληνίαν με επί κεφαλής τον ίδιον. Εφυλάκισεν αμέσως τον ιερέα Μεταξάς , τον Παναν Φλαμιάτον , τον Καμίλλον και Νικόλαος Δελαδέτσιμαν, τον Ιωάννη Λοβέρδο , τον 'Αναστάσιον Μεταξαν , τον Ανδρέα 'Αντύπαν και Νικόλαο Κατσαΐτην και διέπραξε τοιαύτας ώμότητας , ώστε η Αγγλική Κυβέρνησις ηναγκάσθη να τον αντικαταστήση διά τού Μαγδονάλ.

“ Ο 'Αδαμ, τοσούτον εξωργί σθη διά την απόλυσίν του , ώστε κατεθρυμμάτισεν άπαντα τα πολύτιμα έπιπλά του Παλατίου Κερκύρας , άτινα είχε φέρει εκ Λονδίνου . Η Σάτυρα αύτη, υπήρξε τρόπον τινά το σύνθημα της εξεγέρσεως των “Επτανησίων κατά της Αγγλικής κατοχής. Και τον πρώτον πυρήνα της ανεξαρτησίας ίδρυσαν αμέσως  οι εκ των τότε κορυφαίων Eπτανησίων , ο σοφός 'Ανδρέας Μουστοξύδης, ο ποιητής Ιωάννης Πετριτσόπουλος,  ο Δάνδολος, ο Βράιλας 'Αρμένης, ο Φωκάς, ο Γεράσιμος Λιβαδάς πινίατόρος , ο ιερεύς Τυπάλδος Πρετεντέρης , ο Κοσμέτος Βαλσαμάκης , ο ' Αννινος Κανδιά- νος Ρώμας, ο Μακρής , ο Κούρσουλας, ο Καρβελάς , ο Δ . Μεταξάς , ο Φραγκόπουλος και οι Λευκάδιοι Μάρκος Τσαρλάμπας και Ναπολέων Ζαμπέλης. Και πράγματι , μετά πάροδον δεκάδων ετών , οι αγώνες των , τα μαρτύριά των , και η πίστις αυτών έχάρισαν εις τας επτά νύμφας του Ιονίου την έλευ θερίαν και έκόσμησαν το στέμ μα του Βασιλέως Γεωργίου

Η συνθήκη παράδοσης της Κέρκυρας από τους Δημοκρατικούς Γάλλους στον Ναύαρχο Ουσακώφ

Άρθρο:La Clef du cabinet des souverains, 15 avril 1799, p. 2/8

Βενετία 9 Απριλίου 1799

Λάβαμε από την Τεργέστη τη συνθηκολόγηση της Κέρκυρας.

Ιδού το κείμενο:

“Οi Πολίτες Dufour, διοικητής ταξιαρχίας, Varèse, αξιωματικός του ναυτικού. Briche, επίτροπος της εκτελεστικής εξουσίας· και Grouvelle, βοηθός στρατοπέδου, διορισμένος από το πολεμικό συμβούλιο της Κέρκυρας  ορίζουν, στο όνομα της Γαλλικής Δημοκρατίας , τα άρθρα της συνθηκολόγησης του τόπου και των οχυρών της Κέρκυρας, με τον αντιναύαρχο Ουσακώφ, και το Capitan Bey-Cadir-Bey, διοικητές της ρωσικής και τουρκικής συνδυασμένης μοίρας. Επιβιβάστηκαν στη ναυαρχίδα του Ρώσου Ναυάρχου και από κοινού, συμφώνησαν με τα ακόλουθα άρθρα, εκτός από την ήδη επικύρωση του Πολίτη Dubois, Γενικού Επιτρόπου της κυβέρνησης και του πολίτη Chabot, στρατηγού της μεραρχίας, που διοικεί τα νησιά του Λεβάντε

 Ι. Οι Γάλλοι θα παραδώσουν στους Ρώσους και Τούρκους κομισάριους τη θέση της Κέρκυρας, όλα τα πυροβολικά, τα πυρομαχικά, τις προμήθειες και όλα τα άλλα δημόσια πράγματα  που υπάρχουν τώρα στα οπλοστάσια και οι Ρώσοι και Τούρκοι κομισάριοι θα δώσουν απόδειξη.

II. Δύο μέρες μετά την υπογραφή της συνθηκολόγησης, η φρουρά θα βγει σε παράταξη στην Σπιανάδα, όπου θα καταθέσει τα όπλα και τις σημαίες, με εξαίρεση το γενικό επιτελείο και τους πολιτικούς και στρατιωτικούς, που θα κρατούν όπλα. Mετά τα συμμαχικά στρατεύματα θα έχουν καταλάβει τις θέσεις τους και οι Γάλλοι θα περάσουν στην ακρόπολη, όπου θα παραμείνουν μέχρι την επιβίβασή τους, που θα γίνει στο λιμάνι του Μανδρακίου. Ο γενικός επίτροπος και το επιτελείο θα έχουν ρωσική τιμητική φρουρά μέχρι την αποχώρησή τους.

ΙΙΙ. Η φρουρά θα μεταφερθεί στην Τουλόν με έξοδα των αμφοτέρων των μοιρών και θα συνοδευτεί από πολεμικά  πλοία, αφού έδωσε τον λόγο της τιμής να μην φέρει όπλα για δεκαοκτώ μήνες εναντίον του αυτοκράτορα όλων των Ρώσων, της αυτής Μεγαλειότητας , ούτε εναντίον των συμμάχων τους, του βασιλιά της Αγγλίας, του βασιλιά των δύο Σικελιών, αν και δεν είναι παρόντες σύμμαχοι των δύο αυτοκρατοριών.

IV. Στο προηγούμενο άρθρο περιλαμβάνονται όλοι οι άλλοι Γάλλοι που απασχολούνται στη θέση της Κέρκυρας, πολιτικοί και στρατιωτικοί, καθώς και οι στρατιωτικοί και πολιτικοί αξιωματικοί, και τα πληρώματα του πλοίου Léanter, της κορβέτας le Brune και όλων των άλλων κτιρίων της Δημοκρατίας· και θα τους επιτρέπεται να μεταφέρουν, όπως όλα τα άτομα που συνθέτουν τη φρουρά της Κέρκυρας, όλα τα οικιακά είδη που τους ανήκουν ιδιαίτερα.

V. Περιλαμβάνονται επίσης και γίνονται δεκτοί στα ίδια πλεονεκτήματα των άρθρων III και IV όλοι οι Γάλλοι που αιχμαλωτίστηκαν κατά τη διάρκεια του αποκλεισμού και της πολιορκίας: μόνο αυτοί θα είναι υποχρεωμένοι να δώσουν τον λόγο τιμής τους να μην πάρουν πλέον τα όπλα κατά τη διάρκεια την πορεία αυτού του πολέμου κατά των συμβαλλομένων δυνάμεων, εκτός από την περίπτωση ανταλλαγής με τις δύο ρωσικές και τουρκικές αυτοκρατορίες.

VI. Θα παραχωρηθεί ένα πολεμικό πλοίο, το οποίο δεν θα είναι μικρότερου βεληνεκούς από είκοσι πυροβόλα, για τη μεταφορά του γενικού επιτρόπου, των στρατηγών και του επιτελείου.

VII. Θα επιβληθεί στη χώρα συνεισφορά εκατό χιλιάδων κορωνών για τα αλβανικά στρατεύματα, προκειμένου να αποτραπεί οποιαδήποτε εχθρότητα από την πλευρά τους

 VIII. Χορηγείται γενική ανακωχή για πολιτικές απόψεις. Αυτοί που εγκαταλείπουν την Κέρκυρα μπορούν, εντός δύο μηνών, να πάνε όπου κρίνουν κατάλληλο.

IX.Οι Γάλλοι ασθενείς θα παραμείνουν στην Κέρκυρα μέχρι την πλήρη θεραπεία τους και θα αντιμετωπίζονται με ανθρωπιά. Θα μείνει μαζί τους ένας Γάλλος αξιωματικός, ο οποίος θα φροντίσει για τη υγεία τους και θα μεριμνά για τις ανάγκες τους με έξοδα της Γαλλικής Δημοκρατίας."

 

 

                                                                                                                                                      

Προσηλυτισμός και θρησκευτική πίστη στην Βενετοκρατούμενη Κέρκυρα

Κατά τη διάρκεια της Βενετοκρατίας στην Κέρκυρα, όπως και σε άλλες περιοχές, κυρίως την Κρήτη, ο ορθόδοξος πληθυσμός γνώρισε περιόδους ειρηνικής συνύπαρξης με τους καθολικούς κατακτητές, αλλά και περιόδους αντιθέσεων και συγκρούσεων. Οι αντιθέσεις και οι συγκρούσεις αυτές κορυφώθηκαν, κυρίως κατά τον 15ο και 16ο αι, εξαιτίας των επεμβάσεων των εκπροσώπων της Λατινικής Εκκλησίας στα θρησκευτικά θέματα του νησιού και δημιουργώντας σοβαρές διενέξεις κι έριδες ανάμεσα στους πιστούς των δύο δογμάτων.

Η Κέρκυρα  που ζει υπό την προστασία της Βενετίας αποτελείται από  ένα συνονθύλευμα ντόπιων πληθυσμών,  Έλληνες, Λατίνοι, Εβραίοι και Τούρκοι.  Η πόλη, στα τέλη του 17ου και 18ου αιώνα ήταν μια συνοριακή πόλη, χωρισμένη και συνδεδεμένη με την παρακείμενη Οθωμανική Αυτοκρατορία. Όντας το διοικητικό και στρατιωτικό κέντρο του Ενετικού Ναυτικού Κράτους μετά την απώλεια της Ενετικής Κρήτης, καθώς κι ένας κόμβος διέλευσης στην εμπορική διαδρομή από την Οθωμανική Αυτοκρατορία στη Βενετία, η πόλη χαρακτηρίστηκε ως μια πρώιμη σύγχρονη «ζώνη επαφής», καθώς φιλοξένησε θρησκευτικά και ποικιλόμορφα έθνη. Ένας πληθυσμός που ζούσε εκεί, και η τύχη τους έφερε να συναντηθούν, να  συγκρούονται και να μαλώνουν.

Α)Χριστιανοί που ακολουθούν τις ορθόδοξες ή τις λατινικές τελετές.

 Β)Δύο διακριτές και ανταγωνιστικές εβραϊκές κοινότητες, η μία ελληνικής καταγωγής και η άλλη ιταλικής και ιβηρικής καταγωγής οι ονομαζόμενοι αντίστοιχα  Ρωμανιώτες και   Σεφαραδίτες Εβραίοι, που εκδιώχτηκαν από την Ισπανία και την Πορτογαλία.

Γ)Οθωμανοί μουσουλμάνοι ή προσήλυτοι από το Ισλάμ στο Χριστιανισμό, οι οποίοι ήταν ως επί το πλείστον δούλοι ή υπηρέτες σε τοπικά νοικοκυριά.

Σε αυτό το ανθρώπινο μωσαϊκό η Καθολική και η Ορθόδοξη θρησκεία οδηγήθηκαν σε έναν αγώνα προσηλυτισμού. Στόχος κύρια ήταν να βαπτιστούν, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα από τους κανόνες τους, οι Μουσουλμάνοι και οι Εβραίοι. Υπάρχουν περισσότερα στοιχεία για την Ορθόδοξη εκκλησία καθότι  μέρος των αρχείων της Λατινικής Εκκλησίας κάηκε κατά τον βομβαρδισμό της πόλης από τους Γερμανούς τον Σεπτέμβριο του 1943 .

Οι προσηλυτισμένοι στον Καθολικισμό έπρεπε να περάσουν από διάφορα στάδια, όπως αυτά ήταν διαμορφούμενα σύμφωνα με τα πρότυπα των Βενετών. Τόσο για τους (κυρίως ντόπιους) Εβραίους όσο και για τους (κυρίως μετανάστες) Μουσουλμάνους το να γίνουν καθολικοί στη Βενετία του δέκατου έβδομου αιώνα συνεπαγόταν μια παρατεταμένη διαδικασία κοινωνικού μετασχηματισμού και εισαγωγής σε νέες σχέσεις πατρωνίας και  συγγένειας. Οι μακριές διαδρομές αυτών των προσηλυτισμένων μετά τη βάπτιση και τη συνεχιζόμενη σχέση τους παρακολουθούνταν από ένα φιλανθρωπικό ίδρυμα, την Pia Casa dei Catecumeni (Ιερός Οίκος των Κατηχουμένων). Η Pia Casa έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση διακριτών μορφών φιλανθρωπίας και επιτήρησης που συγκέντρωναν τις εταιρικές πνευματικές και πολιτικές αξιώσεις των Βενετσιάνικων ελίτ. Παράλληλα  προάγονταν επίσης τα ατομικά και οικογενειακά τους συμφέροντα υφαίνοντας πυκνά δίκτυα προστασίας. Βλέπουμε λοιπόν ότι η Βενετία, ως θαλάσσια αυτοκρατορία οργάνωσε  τους μη χριστιανούς κατηχούμενους σε ελεγμένους πολίτες της επικράτειας της.(1)

Όσον αφορά την Ορθοδοξία οι κατηχούμενοι ήταν μια τάξη ανθρώπων, οι οποίοι προετοιμάζονταν για το άγιο Βάπτισμα και οι οποίοι όχι μόνον διδάσκονταν για τον Θεό, αλλά συγχρόνως, με ανάλογη αγωγή, προσπαθούσαν να καθαρίσουν την καρδιά τους από τα πάθη, δηλαδή να θεραπεύσουν την ψυχή τους. Μάθαιναν, δηλαδή, τι είναι αμαρτία και πώς μπορούν να απαλλαγούν από αυτήν για  να ενωθούν με τον Χριστό. Οι Κατηχούμενοι που πλησίαζε ο χρόνος να βαπτισθούν, ονομάζονταν φωτιζόμενοι, γιατί μετά από λίγο καιρό θα ελάμβαναν την Χάρη του Αγίου Πνεύματος, τον φωτισμό του Θεού. (Μητροπολίτης Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου κ. ΙΕΡΟΘΕΟΣ).

Δεν ήταν δυνατόν η κατήχηση στην Ανατολή  να οργανωθεί σε πιο ισχυρές βάσεις κάτω από τον Οθωμανικό ζυγό.

Οι βαπτίσεις  που έγιναν στις διάφορες ελληνικές εκκλησίες του νησιού  θα έπρεπε να  αναφερθούν από τους ιερείς στη γραμματεία  του Μεγάλου Πρωτόπαπα. Οι αναφορές  αυτές βρίσκονται στα ιστορικά αρχεία της Κέρκυρας. Οι ευρεσιτεχνίες  για τη συλλογή ελεημοσύνης που χορηγούνταν σε προσήλυτους, οι εξετάσεις του γάμου που πραγματοποιούνταν όταν ένα μέλος του ζευγαριού ήταν αλλοδαπός και τα μητρώα γάμων και διαζυγίων παρέχουν ποικίλες εικόνες στη ζωή των προσήλυτων. Όταν, για παράδειγμα, το 1738 μια Οθωμανίδα μουσουλμάνα από την πόλη των Τρικάλων ήρθε να προσηλυτιστεί στην Κέρκυρα, η γραμματεία του Μεγάλου Πρωτόπαπα προσέλαβε έναν αξιωματικό «[…] ίνα κοστιτούίρη αυτήν εις τα της γεννήσεως, ζωής και θρησκείας αυτής» (… προκειμένου να την εξετάσουν ως προς τη γενέτειρά της, τη ζωή και τη θρησκεία της.(2)

 

 Στα  Επτάνησα  εγκαταστάθηκε Λατινικό ιερατείο κι επιβλήθηκε ο φόρος  Δεκάτη για τη συντήρηση του λατινικού κλήρου. Σε ότι αφορά τα εκκλησιαστικά ζητήματα οι Βενετοί δεν θεωρούσαν την υπεράσπιση της πίστης σημαντικότερη από την προστασία του εμπορίου και των κερδών τους. Έτσι δεν υποκύπτουν στις πιέσεις του Πάπα για αυστηρότερη θρησκευτική πολιτική, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν ακολουθούσαν μεροληπτική πολιτική , είτε εξαιτίας διπλωματικών ή πολιτικών λόγων.

Το 1387 οι Κερκυραίοι έδωσαν όρκο πίστης στους Βενετούς συνάπτοντας συμφωνία  σε χρυσόβουλο , βάση του οποίου εξασφάλιζαν φοροαπαλλαγές και σεβασμό των παλαιών συνηθειών τους , ενώ στις επιφανείς οικογένειες απονεμήθηκαν γαίες.

Η γλωσσική αφομοίωση μαζί με τον προσηλυτισμό υπήρξε μεγάλος κίνδυνος για την επιβολή του Καθολικισμού. Οι Βενετοί είχαν σαφή διαχωρισμό πολιτείας – εκκλησίας και απαγόρευαν  στην εκκλησία να εμπλέκεται στις πολιτικές υποθέσεις του κράτους .

Αυτό ήταν πολύ αντίθετο προς τη βούληση του Παπικού καθεστώτος κι έφερε κατά καιρούς μεγάλες διενέξεις. Οι  προσπάθειες προσηλυτισμού από τη Βενετία, γινόντουσαν περισσότερο για λόγους που είχαν να κάνουν με τα γενικότερα διπλωματικά παιχνίδια. Όμως μετά την άλωση του 1453, τα βενετικά εδάφη γίνονται το καταφύγιο πολλών Ελλήνων που τα προτιμούσαν ως  κύρια σύνδεση με την δυτική Ευρώπη.(3)

Το θρησκευτικό συναίσθημα ήταν έντονο καθόσον η επιβίωση ήταν κανόνας  και παράλληλα ήταν επιβεβλημένη η συμβίωση και των δύο δογμάτων.

Η αλλαξοπιστία μεμονωμένων ανθρώπων επιβάλλονταν από κοινωνικές συνθήκες. Η Οικογένεια, η γειτονιά, η εργασία, οι σεξουαλικές σχέσεις αποδεικνύεται ότι ήταν οι γενεσιουργικές αιτίες αλλαγής της πίστης. Τόσο οι χριστιανικές όσο και οι μουσουλμανικές πηγές κάθε είδους και από διάφορες χρονικές περιόδους δείχνουν πως οι παράγοντες αλλαξοπιστίας ήταν συνήθως τα οικογενειακά και κοινωνικά δίκτυα.

 Γεγονός αναπόφευκτο οι μικτοί γάμοι ήταν από πάντα ένα από τ’ «αγκάθια» που δημιουργούσαν προβλήματα στις σχέσεις των δυο δογμάτων. Η οικογένεια που, από πάντα, ήταν κύτταρο όχι μονάχα της πολιτικής κοινότητας αλλά και της θρησκευτικής, ήταν αντικείμενο της επιρροής και του ελέγχου της ιεραρχίας, αφού πολλές εκδηλώσεις της οικογενειακής ζωής ήταν ταυτόχρονα κοινωνικές και θρησκευτικές (αρραβώνες, γάμοι, βαπτίσεις, κηδείες, κλπ) (4). Η ορθόδοξη εκκλησία, χρησιμοποιούσε πάντοτε τους μεικτούς γάμους ως μέσο προσηλυτισμού των πιστών άλλων δογμάτων.

 Υπήρχαν επίσης οθωμανοί μουσουλμάνοι που βρέθηκαν είτε οικειοθελώς είτε ως αιχμάλωτοι ή σκλάβοι σε χριστιανικές χώρες κι ασπάστηκαν τον χριστιανισμό. Οι αιχμάλωτοι και οι σκλάβοι προέρχονταν κατά κανόνα από τις επιδρομές των χριστιανών κουρσάρων στη Μεσόγειο κι από πολέμους. Όσοι είχαν δυνατότητα να εξαγοράσουν την ελευθερία τους παρέμεναν μουσουλμάνοι  πολλοί, ωστόσο, γίνονταν χριστιανοί με την ελπίδα να βελτιώσουν τη μοίρα τους.(5)

Οι όροι του εκχριστιανισμού των μουσουλμάνων και στα δύο δογμάτα, ήταν διαφορετικοί.

Για τους μουσουλμάνους έχει επικρατήσει σε πολλές χώρες το εδάφιο του Κορανίου σύμφωνα με το οποίο  « η ένωση ... με τις γυναίκες καλής καταγωγής που αποτελούν μέρος του λαού στο οποίο παραδόθηκε η Βίβλος πριν από μας, είναι επιτρεπτή». Το εδάφιο αυτό αναφέρεται μόνο στον άντρα μουσουλμάνο. Η γυναίκα μουσουλμάνα δεν μπορεί να παντρευτεί νόμιμα παρά μόνο με μουσουλμάνο. Σε αντίθετη περίπτωση ο γάμος είναι άκυρος. Εάν παρ' όλα αυτά πραγματοποιηθεί γάμος η γυναίκα τιμωρείται με 40 μαστιγώματα. Σημαντική διάταξη για τους μουσουλμάνους αποτελεί η απαγόρευση μεταβίβασης της κληρονομιάς στη σύζυγο διαφορετικής θρησκείας, καθώς και το ότι σε περίπτωση χωρισμού η μη-μουσουλμάνα γυναίκα μπορεί να κρατήσει τα παιδιά της μέχρι την ηλικία των 5 ετών και  μετά την κηδεμονία τους την αναλαμβάνει ο πατέρας.(6)

 Βέβαια ορισμένοι Ορθόδοξοι ναοί θα μετατραπούν σε Καθολικούς , ενώ η χειροτόνηση Ορθοδόξων ιερέων θα γίνεται κι από Καθολικούς ιερωμένους… 0 κόσμος της υπαίθρου αριθμούσε, γενικότερα, πολλούς ορθόδοξους ιερωμένους, με κοινωνικό κύρος στα χωριά και μεγάλη επιρροή στους κατοίκους. Επιπλέον, στην κοινωνία της ενδοχώρας συγκαταλέγονταν καθολικοί εφημέριοι (capellani), συχνά με προέλευση κι από το τοπικό καθολικό στοιχείο και ιερουργούσαν, συνήθως περιστασιακά, στους επίσης λιγοστούς λατινικούς ναούς. Μολονότι συνήθως απουσίαζαν οι επίσκοποι από την έδρα τους, αποτελούσαν σημαντικό οικονομικό παράγοντα στον αγροτικό χώρο, αφού συνέχιζαν να λαμβάνουν τις εκκλησιαστικές προσόδους πού προέρχονταν από την ενοικίαση των γαιών της επισκοπής σε πολυάριθμους χωρικούς, καλλιεργητές, τεχνίτες, ορθόδοξους κληρικούς.

Σημειωτέον στη ζωή των Ενετών αλλά και των Επτανησίων υπάρχει και ζει ένα έντονο θρησκευτικό περιβάλλον, αλλά αφού η κοινή και αρμονική συμβίωση ορθοδόξων και καθολικών είναι επιβεβλημένη, αναγκάζονται να συνυπάρξουν παραμερίζοντας τις θρησκευτικές τους διαφορές  . Οι Έλληνες, αν δεν είχαν ιερέα στον τόπο τους, προσεύχονταν στις Καθολικές εκκλησίες, εξομολογούνταν στους πνευματικούς των και έπαιρναν απ’ αυτούς τη θεία μετάληψη. Από την άλλη πλευρά οι άνθρωποι που  θέλουν να παντρευτούν, να βαπτίσουν τα παιδιά τους κλπ. Που θα πάνε; Στους ναούς  θα πάνε. Και εκεί θα βρουν Λατίνους παπάδες. Κι ο κόσμος ίσως αναγκάζονταν να εκλατινιστεί. Τι απλούστερο; Αλλά ο κόσμος στην εκκλησία πήγαινε με το ορθόδοξο ημερολόγιο. Όταν  λ.χ.  ήταν η εορτή του αγίου Φραγκίσκου, δεν πήγαιναν. Αλλά του αγίου Γεωργίου γέμιζε η εκκλησία. Τι να κάνουν οι παπάδες; Οπότε λειτουργούσαν. Οι ιερείς έψελναν λατινικά και οι πιστοί δεν καταλάβαιναν τίποτα. Συγκεκριμένα στα χρόνια της Ενετοκρατίας, στην Κέρκυρα και στα υπόλοιπα Επτάνησα επετράπη στους  ορθόδοξους  να μην ακολουθούν το γρηγοριανό ημερολόγιο αλλά το Ιουλιανό. Αργότερα, οι Καθολικοί (Λατίνοι) ζήτησαν να ακολουθούν και αυτοί το Ιουλιανό ημερολόγιο κατά τις κινητές και ακίνητες εορτές. Είναι γεγονός ότι υπάρχει ανοχή που χαρακτηρίζει τη στάση της Γαληνοτάτης απέναντι στην ορθόδοξη εκκλησία, λόγω κυρίως της τάσης της να ανεξαρτητοποιηθεί από τον Πάπα. Ο Σπυρίδων Κ. Παπαγεωργίου (Ιστορία της Εκκλησίας της Κέρκυρας – Κέρκυρα 1920, σελ. 60) γράφει «είχαν συμβεί εν τω μεταξύ έκτροπα μεταξύ των ανατολικών και των λατίνων,  εορταζόντων, των δευτέρων ενίοτε κατά σύμπτωσιν το Πάσχα εαυτών χαρμοσύνως, καθ’ ήν εβδομάδα οι ανατολικοί  εόρταζον το Πάσχα του Σωτήρος πενθίμως»..Οι ποικίλες αυτές επιδράσεις έκαναν μεγάλη εντύπωση στους Έλληνες των αμιγών Ορθοδόξων περιοχών και ιδίως στους αυστηρούς μοναχούς του Αγ. Όρους.

«Kάποιος αγιορείτης μοναχός  στα μέσα του 16ου αιώνα συνέθεσε ένα κείμενο πολεμικής το οποίο στρεφόταν κατά των κερκυραίων συγχρόνων του. Το κείμενο φέρει τον τίτλο

 «Τα σφάλματα και αιτιάματα των Κερκυραίων ήγουν Κορυφιατών δι’ ά αυτούς αποστρεφόμεθα»  Ο συγγραφέας καταγράφει εκεί έντεκα «σφάλματα» που σχετίζονται με πρακτικές της τοπικής Ανατολικής Εκκλησίας. Τι ήταν όμως αυτό που τόσο πολύ ενόχλησε τον συγγραφέα; Κατ’ αρχήν ήταν οι θρησκευτικές τελετές που γίνονταν με τη συμμετοχή και των δύο Εκκλησιών, στα ελληνικά και τα λατινικά, σε όλη τη διάρκεια του έτους.Ο συγγραφέας αναφέρει τρεις:

α) τη συλλειτουργία στη μνήμη του αγίου Αρσενίου, τοπικού αγίου της Ανατολικής Εκκλησίας, που γινόταν σε ξεχωριστά αλτάρια μέσα στη λατινική μητρόπολη, στη διάρκεια της οποίας, όπως σημειώνει, «ο δε λαός, άμφω τα γένη, ίστανται αναμεμιγμένοι και εις τας δύο τραπέζας, συνευχόμενοι και συμψάλλοντες άμα»

β) την περιφορά του επιτάφιου το Πάσχα, τον οποίο κρατούσαν λατίνοι και ανατολικοί ιερείς ακολουθούμενοι από πιστούς και των δύο δογμάτων, «ένα ομού πάντες», σε μια λιτάνευση εντός της πόλης που ξεκινούσε από την λατινική μητρόπολη

 γ) την κοινή λιτάνευση στην εορτή της Αγίας Δωρεάς (Corpus Domini),κατά την οποία τα δύο δόγματα «συμφορούν και συμψάλλουν άμα και γίνονται οι πάντες εν», και στην οποία ήταν υποχρεωμένος να συμμετέχει ο ανατολικός κλήρος ολόκληρου του νησιού, στοιχείο ενδεικτικό της σημασίας της τελετής.

Πέρα από τις κοινές τελετές, ο συγγραφέας καταγγέλλει τους δημόσιους πολυχρονισμούς που γίνονταν στις δεσποτικές εορτές τις παραμονές των Χριστουγέννων και των Επιφανείων, όταν ο ανατολικός κλήρος απηύθυνε ευχές στους προκαθημένους της Λατινικής Εκκλησίας, τον πάπα και τον τοπικό αρχιεπίσκοπο.

Τέλος, στον κατάλογο των «σφαλμάτων» ο συγγραφέας προσθέτει τη σύναψη μεικτών γάμων και μεικτών συντεκνιών, αλλά και τη συμμετοχή ανατολικών ιερέων στις κηδείες Λατίνων όπου συμψάλλουν με τα ιερατικά τους άμφια– πρακτικές όλες πολύ διαδεδομένες.»(7)

 Όμως δεν ήταν όλα ρόδινα. Οξύτητα στις σχέσεις Ορθοδόξων-Καθολικών συναντούμε συχνά στην βενετοκρατούμενη Επτάνησο, όπου ο Καθολικός κλήρος καταπιέζοντας την θρησκευτική συνείδηση των Ορθοδόξων προκαλούσε την αγανάκτησή τους.

 Συχνά ο κλήρος αυτός ανάγκαζε τους Ορθοδόξους, τους αφοσιωμένους με πίστη στα πατροπαράδοτα, ν’ αναβαπτίζουν τα παιδιά τους σύμφωνα με τους τύπους της Καθολικής «εκκλησίας» ή να τελούν το μυστήριο της θείας ευχαριστίας με «άζυμον άρτον», ή τούς παρενοχλούσε με διάφορους άλλους τρόπους. Είναι όμως αλήθεια, ότι ο φίλος των ελληνικών γραμμάτων και σπουδών πάπας Λέων ο 10ς όρισε όπως ο ορθόδοξος κλήρος και οι κάτοικοι ασκούν απερίσπαστοι τα θρησκευτικά τους καθήκοντα (18 Μαΐου 1521). Οι συνεχιζόμενες όμως καταπιέσεις του Καθολικού κλήρου αναγκάζουν τον πάπα Κλήμη 7ο (1523-1534) στις 20 Μαΐου 1526 και τον πάπα Παύλο 3ο  (1534-1549) στις 8 Μαρτίου 1546 να επικυρώσουν με νέα θεσπίσματα τις διατάξεις του Λέοντα. Σύμφωνα με το τελευταίο έγγραφο, ο Παύλος 3ος  αποφασίζει -ύστερα από εισήγηση του πρωτοπαπά Κερκύρας Λουίζου Ραρτούρου- να λειτουργούν ελεύθερα οι Έλληνες ιερείς, να θάβουν, να βαφτίζουν και να περιάγουν το σταυρό κατά τις δημόσιες τελετές. Οι Βενετοί επίσης για λόγους πολιτικής σκοπιμότητας "Siamo prima Veneziani e poi Cristiani", προσπαθούσαν να προστατεύσουν τούς Ορθοδόξους των κτήσεών τους από τις πιέσεις αυτές ή τουλάχιστον να τις μετριάζουν.(8)

Το 1542 αρχίζει να λειτουργεί  η Ιερά Εξέταση. Από τον ίδιο χρόνο η Γαληνότατη οφείλει να υποβάλει υπό τον έλεγχο του δικαστηρίου της Ιεράς Εξέτασης (Saint – Office) τους δικαστές αλλά και τα ιερά εξεταστήρια της Βενετίας τα οποία στις κτήσεις της επιτηρούσαν αρκετά χλιαρά τη θρησκευτική σκέψη.

Η Βενετία, κράτος παραδοσιακά καθολικό, αντιτάσσεται στην ασυδοσία που εκδηλώνεται κατά την άσκηση της παπικής δικαιοδοσίας και επιχειρεί ένα άνοιγμα προς τον καθόλου ευκαταφρόνητο  πληθυσμό των ελληνορθόδοξων υπηκόων της (sudditi di rito greco), αναβαθμίζοντας έτσι το ρόλο τους κι εξασφαλίζοντας, μεταξύ άλλων, ένα πολύτιμο σύμμαχο τόσο απέναντι στον τουρκικό κίνδυνο, όσο και στη διαμάχη της με τον πάπα. Ο σύμβουλος της Γερουσίας μοναχός Paolo Sarpi  (ειδικός στο εκκλησιαστικό δίκαιο ), προσωπικότητα διορατική,  αντιλαμβάνεται αμέσως τη χρησιμότητα της ορθόδοξης εκκλησίας και των πιστών της προκειμένου την επίτευξη των στόχων της εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής της πατρίδας του. Κάτω από αυτό το πρίσμα, ο Sarpi θα φροντίσει ώστε να περιοριστούν οι παρανομίες της ρωμαϊκής εκκλησίας και των ιεροεξεταστών της  που επιδίωκαν να εκδικάζουν υποθέσεις ελληνορθόδοξων Βενετών υπηκόων. Θα τονίσει μάλιστα ότι αυτοί ήταν υποκείμενοι στην εξουσία είτε των βενετικών πολιτικών αρχών, είτε του ορθόδοξου κλήρου και  δεν ήταν υποχρεωμένοι να αναγνωρίζουν τη δικαιοδοσία μιας αρχής (Αγία Έδρα και κατ ' επέκταση Ιερά Εξέταση) που δεν εξυπηρετούσε τα βενετικά συμφέροντα. Την άποψη του αυτή, θα την εφαρμόσει πιστά μέχρι το τέλος της θητείας του (1623), σε κάθε περίπτωση που θα του ζητηθεί να γνωμοδοτήσει για το ζήτημα αυτό, γεγονός που διαφαίνεται μέσα από τα συμβουλές του και ιδιαίτερα μέσα από τον κανονισμό που συνέταξε σχετικά με τον τρόπο λειτουργίας και τις αρμοδιότητες της Ιεράς Εξέτασης στο βενετικό κράτος ("Sopra  l officio dell' inquisizione"). Κατ ' αυτό τον τρόπο, θα διαχωρίσει την πολιτική της Γαληνότατης από τον απολυταρχισμό και το δικαιοδοτικό επεκτατισμό της καθολικής εκκλησίας και θα απαλλάξει  τη Βενετία από τη δύσκολη θέση, στην οποία είχε περιέλθει εξαιτίας της προσκόλλησης της στο άρμα της curia romana κατά τη διάρκεια του 16ου αιώνα. Ο Sarpi, οπαδός της διατήρησης της ανοχής απέναντι στις θρησκευτικές μειονότητες των Ελλήνων, των Εβραίων, των Γερμανών και των Αρμενίων που ήταν εγκατεστημένες στα βενετικά εδάφη, εισηγήθηκε την αναμόρφωση του θεσμού της Ιεράς Εξέτασης, επειδή ερχόταν σε σύγκρουση με τα βενετικά συμφέροντα. Έτσι, στα χρόνια του διασφαλίστηκαν τα κεκτημένα δικαιώματα των παραπάνω μειονοτήτων και  περιορίστηκαν οι αρμοδιότητες της ρωμαϊκής Ιεράς Εξέτασης σχετικά με την απαγόρευση των βιβλίων και την εκδίκαση υποθέσεων μη καθολικών υπηκόων. Καθορίστηκε επίσης η θέση του ιεροεξεταστή ως δικαστικού οργάνου, με αρμοδιότητα μόνο σε καθαρές περιπτώσεις αιρετικών δοξασιών, ενώ έγινε ουσιαστικότερη η επιτήρηση και η παρέμβαση των λαϊκών μελών του δικαστηρίου της Ιεράς Εξέτασης. Οι  δικαστικές διαδικασίες και η έκδοση των δικαστικών αποφάσεων, ατόνησαν, παρόλο που δεν έπαψαν να υφίστανται  και τέλος ελαττώθηκαν οι παραπομπές κατηγορουμένων στη Ρώμη. Ας επισημανθεί επίσης, ότι όλα αυτά έγιναν εφικτά χωρίς να θιγεί άμεσα η ισορροπία στις σχέσεις Βενετίας-Ρώμης που είχε επιτευχθεί κατά το δεύτερο μισό του 16ου αι.(9)

  Ο Λατινικός κλήρος, αν και είχε υψηλότερο επίπεδο μόρφωσης, δεν κατόρθωσε να αλλοτριώσει τις ψυχές των ορθοδόξων, οι οποίοι παρέμειναν πιστοί στην Ανατολική Εκκλησία και το δόγμα της, με επίκεντρο το ιερό σκήνωμα του Αγίου Σπυρίδωνος, που μεταφέρθηκε στο νησί μαζί με το λείψανο της Αγίας Θεοδώρας της Αυγούστας στα τέλη του 15ου αι. Ο Άγιος κατάφερνε να συνενώνει όλους τους πιστούς του νησιού, παρακάμπτοντας ακόμη και τις δογματικές διαφορές. Παρά τις λατρευτικές διαφορές των δύο δογμάτων, οι Βενετοί, για λόγους σκοπιμότητας, καθιέρωσαν μικτές τελετές με τη συμμετοχή λατινικού και ορθοδόξου κλήρου επ’ευκαιρία θρησκευτικών ή άλλων εορτών με πολιτικό περιεχόμενο.(10)

Η θέση του Πρωτόπαπα ήταν πολύ επικερδής αφού μπορούσε να εξασφαλίσει εργασία ή διορισμούς σε κάποια εκκλησιαστική -θέση σε ανθρώπους του περιβάλλοντος του.  Επομένως ασκούσε εξουσία έχοντας  τα μέσα εκείνα που ήταν αναγκαία σε μια κοινωνία, της όψιμης Βενετοκρατίας στα Επτάνησα. Η διαφθορά, οι περιπτώσεις χειροτονίας ή προαγωγής κληρικών και μοναχών σε εκκλησιαστικά αξιώματα, με οικονομικά  ανταλλάγματα ,αλλά, και οι καταχρήσεις ήταν κοινή πρακτική. Αντίστοιχα και πλέον ισχυρή ήταν η θέση του Λατίνου Αρχιεπισκόπου.

 Ο προσηλυτισμός ως μεγέθυνση της επιρροής του Πρωτόπαπα στους πιστούς ήταν αυτοσκοπός. Τα εισοδήματά της εκλησίας προέρχονταν κυρίως από τα χρήματα που έπαιρναν  από τους γάμους, τις βαπτίσεις και τις κηδείες, όμως η πιο αποδοτική δραστηριότητα ήταν ο αφορισμός ενδεικτικός της ευπιστίας και της αμάθειας των λα’ι’κών στρωμάτων. Για ασήμαντη αφορμή μπορούσε οποιοσδήποτε καταβάλλοντας στον ιερέα ένα διόλου ευκαταφρόνητο  χρηματικό ποσό  να αφορίσει τον γείτονά του με τον οποίο είχε διαφορές. Ο προσβαλλόμενος μπορούσε να απαντήσει με ανάλογο τρόπο και υψηλό τίμημα επιδιώκοντας αντιαφορισμό.  Η μαύρη αυτή τελετή γινόταν πιο επίσημη, αν με το ανάλογο αντίτιμο παρευρισκόταν  και ο πρωτόπαπας. Γινόταν δημόσια, μπροστά στο δρόμο που ήταν το σπίτι του υποψήφιου για αφορισμό ή στη Δημόσια πλατεία. Πρωτοπαπάς και οι ιερείς που τον συνόδευαν, όλοι ντυμένοι στα μαύρα, βάδιζαν κρατώντας μαύρο κερί, έναν μεγάλο σταυρό και μια μαύρη σημαία. Ακολουθούσε η απαγγελία του αφορισμού συνοδεία σπασμωδικών κινήσεων του Πρωτοπαπά, ο οποίος με το πέρας της τελετής έφευγε τινάζοντας το ράσο του.Κάθε Χριστιανός που θα τολμούσε να επικοινωνήσει με οποιοδήποτε τρόπο με τον αφορισμένο, υπόκειται  κι αυτός στον ίδιο αφορισμό. Η διαδικασία αυτή επέφερε δέος και πανικό, στοιχεία που εκμεταλλευόταν κατάλληλα η εκκλησία, προκειμένου να συντηρεί και να διαιωνίζει τις δεισιδαιμονίες και τις προλήψεις του αμόρφωτου πλήθους. Η μέθοδος αυτή αξιοποιήθηκε και από τους Βενετούς, για να συνετίσουν απείθαρχους χωρικούς και έτσι είχαμε αφορισμούς ολόκληρων χωριών, προκειμένου οι υπήκοοι να συμμορφώνονται με τις διαταγές της διοίκησης (11)

Χρήματα έναντι προσευχών, ένα ιδιαίτερο σύστημα συναλλαγών που οδήγησε σε πλουτισμό ιερωμένους και εκκλησία. Όσοι είχαν την οικονομική ευχέρεια μπορούσαν να αγοράσουν μία θέση στον Παράδεισο, πληρώνοντας τους ιερωμένους για να προσεύχονται για τις δικές τους αμαρτίες.

Μέσα σ’ αυτό το σκοταδισμό και το πέπλο φόβου που είχαν δημιουργήσει οι πατέρες των εκκλησιών, οι επιλογές της ύπαρξης κάθε ατόμου ήταν πολύ περιορισμένες .Ένα πέπλο ανασφάλειας απλώνονταν παντού. Εχθροί που ήθελαν την στρατιωτική σου  υποταγή, συμφέροντα που ήθελαν να σε υποτάξουν για την οικονομική τους κυριαρχία, εκκλησία που ήθελε να υπακούς τυφλά τους νόμους της απομυζώντας  τις οικονομίες σου, σε οδηγούσαν μεταξύ των κακών στην επιλογή του προσηλυτισμού μήπως κι ακουμπήσεις κάπου και ελαφρυνθείς από όλα αυτά.

Οι προς προσηλυτισμό ήταν υποχρεωμένοι να δώσουν πληροφορίες για την μέχρι τότε ζωή τους, γιατί αποφάσισαν να προχωρήσουν και να αλλάξουν το θρήσκευμα που μέχρι τότε είχαν, τις αμαρτίες που είχαν κάνει κ.λ.π. Έτσι δημιουργούνταν μικρές ιστορίες στα Κερκυραϊκά αρχεία των δογμάτων. Δηλαδή  το κάθε άτομο  αποκτούσε,  κατά δική του δήλωση, μία ταυτότητα.

Το ερώτημα που τίθεται, είναι , εάν οι ομολογίες αυτές αφορούν μια φευγαλέα έννοια της ταυτότητας ή αποτελούν ιστορίες βασιζόμενες σε πραγματικά γεγονότα. Αυτές οι ζωντανές μικρο-μαρτυρίες  ήταν  ο τρόπος που επέλεξαν οι Εβραίοι και οι Μουσουλμάνοι, να παρουσιάσουν την ταυτότητά τους για να πετύχουν τον προσηλυτισμό τους. Η  αλλαξοπιστία  των γυναικών ,φαίνεται ότι ήταν σε σημαντικό βαθμό αλληλένδετη με ζητήματα  γάμου. Σε κάθε περίπτωση, στα μάτια αυτών των γυναικών, ο χριστιανικός κόσμος στο νησί, φαινόταν να προσφέρει περισσότερες ή καλύτερες ευκαιρίες  στο κερκυραϊκό πλαίσιο  και ήταν ανοιχτές να εκμεταλλευτούν αυτές τις ευκαιρίες συμβάλλοντας έτσι, σε σημαντικό βαθμό στην ανασυγκρότηση της κοινωνίας της Κέρκυρας.

Για να αντιληφθούμε την πραγματικότητα της εποχής του προσηλυτισμού διάφορων ανθρώπων σε θρησκευτικά δόγματα, πρέπει να παρουσιάσουμε την εικόνα των ανθρώπων της πόλης. Η εθνοτική καταγωγή και η κοινωνική θέση  συνέθεταν και παρουσίαζαν ένα συναρπαστικό μωσαϊκό και διασταυρούμενες  πραγματικότητες:

Ευγενείς με  περούκες και ξίφη και πολιτειακοί που τους μιμούνται, βίαιοι κολλητοί που διέδιδαν το φόβο, νόθοι που εάν δεν αναγνωρίζονταν ζητιάνευαν στους δρόμους, επαίτες κυρίως από άλλες περιοχές, ανεξιχνίαστες εξαφανίσεις κ.λ.π.

Θα ήταν παράληψη εάν δεν αναφέρουμε ένα από τα γεγονότα που συντάραξαν την εποχή και στο οποίο αναπαριστάτε   η εικόνα της πόλης την εποχή εκείνη. Στην τελευταία περίοδο της βενετοκρατίας, ένα ατυχές συμβάν έφερε τις ήδη τεταμένες σχέσεις μεταξύ Εβραίων και Χριστιανών σε κρίσιμο σημείο.

Το δράμα  εξελίχθηκε γύρω από την αλλαξοπιστία της Ραχήλ Βιβάντε.Η Ραχήλ εγκατέλειψε το πατρικό της σπίτι τις 17 Απριλίου 1776. Κατά την ομολογία της δεν ήθελε να παντρευτεί τον ξάδελφο της Μεναχέμ Βιβάντε. Εκμυστηρεύτηκε στον κομμωτή της Νικολέττο τον αναπτυσσόμενο έρωτα της με τον Σπυρίδωνα Βούλγαρη. Συγγενείς και φίλοι προσπαθούσαν να την αποτρέψουν κακοχαρακτηρίζοντας τον Βούλγαρη ως «Νεαρός τραμπούκος από την πόλη της Κέρκυρας» κι άλλα πολλά. Η Ραχήλ είχε κλείσει τα αυτιά της σ’ αυτές τις φήμες και ζήτησε από τον Νικολέτο, τον κομμωτή, να ενημερώσει τον Σπυρίδωνα ότι ήταν πρόθυμη να δραπετεύσει μαζί του και ότι θα το έκανε το συντομότερο δυνατό. Κανονίστηκε η απόδραση. Όταν ήρθε η συμφωνημένη νύχτα, η Ραχήλ δεν ξέφυγε μόνη της. Τη συνόδευαν δύο υπηρέτες της οικογένειας Βιβάντε, η νεαρή Εβραία Viola Dosmo, ορφανή που μεγάλωσε στο σπίτι της οικογένειας και ο Iseppo, ένας Ιταλός στρατιώτης που υπηρετούσε στο σπίτι του Vivante.Η Ραχήλ πήρε επίσης μαζί της μια αρκετά αξιοσέβαστη ποσότητα κοσμημάτων. Την επόμενη μέρα δόθηκε εντολή να την ψάξουν σε ολόκληρη την πόλη. Παράλληλα ο αξιωματικός Orobon και ο συνταγματάρχης Campo από την τοπική φρουρά, ενημερώθηκαν από τον Signor Zuanne Trivoli, έναν ευγενή που ανήκε σε αντίπαλο στρατόπεδο της οικογένειας των Bulgari, ότι η Rachel κρυβόταν στο σπίτι του ιερέα Pietro Tassi. Έξω από το σπίτι Βαρούχα που τελικά οδηγήθηκε η Ραχήλ για να προστατευτεί , συγκεντρώθηκε πλήθος κόσμου. Βγαίνοντας η κοπέλα για να πάει στην εκκλησία περιγράφει¨ «Μόλις έφυγα από εκείνο το σπίτι βρέθηκα περιτριγυρισμένη από έναν μεγάλο αριθμό ανθρώπων, που πιστεύω ότι ήταν όλοι οι κύριοι της χώρας, και πολλοί άλλοι Έλληνες». Ο πατέρας του Σπυρίδωνα, συνοδευόμενος από το πλήθος, οδήγησε τη νεαρή Ραχήλ μέσα από τους δρόμους της πόλης στην εκκλησία της Αντιβουνιώτισσας, όπου είχαν ήδη γίνει οι προετοιμασίες για τη βάπτισή της. Χιλιάδες άνθρωποι, σχεδόν όλοι Έλληνες, ήταν γύρω από την Εκκλησία καταλαμβάνοντας ολόκληρη τη μεγάλη σκάλα νιώθοντας μια τεράστια ζύμωση. Ο πατέρας του Σπυρίδωνα με την Ραχήλ  έφθασαν στην εκκλησία και άρχισε η τελετή της βάπτισης, αλλά σύντομα διέκοψε ο συνταγματάρχης Κάμπο, ο οποίος είχε έρθει χτυπώντας τις κλειδωμένες πόρτες της εκκλησίας και φωνάζοντας ότι έφερε εντολές από τον Γενικό Προβλεπτή να σταματήσει την τελετή. Ο Αυγουστίνος Βαρούχας άνοιξε απροσδόκητα μια από τις πόρτες της εκκλησίας, αφήνοντας τον συνταγματάρχη Κάμπο να μπει. Ακολούθησαν βίαιες σκηνές: οι ιερείς έκλεισαν το κορίτσι στο ιερό, ο Τζιοβάνι Μπατίστα Βούλγαρη επιτέθηκε στον Βαρούχα, του οποίου η περούκα πετάχτηκε από το κεφάλι του και ο συνταγματάρχης Κάμπο τελικά απωθήθηκε έξω από την εκκλησία.  Η λειτουργία συνεχίστηκε και ο Τζιοβάνι Μπατίστα υποχρέωσε τον Βαρούχα να γίνει νονός της Ραχήλ κάτι που τελικά έγινε δίνοντάς της το όνομα Αικατερίνη. Μετά την ολοκλήρωση της βάπτισης, ο Σπυρίδων Βούλγαρης μπήκε στην εκκλησία αναγκάζοντας τους φρουρούς που είχε τοποθετήσει ο συνταγματάρχης Κάμπο να σταθούν έξω από τις πόρτες της εκκλησίας και ακολούθησε ο γάμος. Το επεισόδιο αυτό συνοδεύτηκε από σωρεία αντιεβραϊκών ενεργειών. Το πλήθος εκστόμιζε αντιϊουδαϊκά συνθήματα, γεμάτα θρησκευτικό φανατισμό, που δεν είχαν να κάνουν με το γεγονός αυτό καθεαυτό. Ο χριστιανικός όχλος ζητούσε η Εβραιοπούλα να γίνει Χριστιανή: …Εξήψεν η φωνή του εφημερίου του Αγίου Σπυρίδωνος, ως πατρός του μελλονύμφου, προσκαλέσαντος τους Ορθόδοξους Χριστιανούς να λάβωσιν υπέρ πίστεως τα όπλα. Παράφρον δε τότε γενόμενον το πλήθος εκ της χαράς δι’ όσα υπερνίκησε, απήτησε να τελεσθώσι τα μυστήρια του βαπτίσματος πρώτον και αμέσως τα του γάμου … ήταν ο θρίαμβος του χριστιανισμού. Γύρω από το γεγονός πλάσθηκε ένας ολόκληρος λαϊκός μύθος, που διαδόθηκε σε έμμετρη μορφή και τραγουδήθηκε στις γειτονιές της Κέρκυρας μέχρι και την προπολεμική εποχή. Μία παραλλαγή του είναι η ακόλουθη:

Της κόρης του Βιβάντε

Ακούσατε τι εστάφθη  κάτου στην Οβριακή

 στο σπίτι του Βιβάντε του καλού μαρκάντε

 τρομερού πραματευτή.

Πάει το κορσίντο ένα βράδυ βρίσκει τη Σάρη μοναχή

και τηνε τσιμπάει και τηνε γαργαλικάει

και στο στόμα γλυκά τηνε φιλεί.

Βγαίνει η μάνα της και κράζει

βρε χαζουλού Οβριακή.

 Εκείνη δεν απολογιέται

 κι ορθά κι ανάποδα κυλιέται

 μ’ αυτόν τον κατεργάρη –μάνα-

μιαν να τηνε νατηνε στεφανωθεί.

Παίρνει μια σκάλα κι ανεβαίνει και τσακίζει το γυαλί,

 βλέπει τη Σάρη την καημένη δειλιασμένη

στο κραβάτι σαν τραΐ.(12)

Οι ταραχές συνεχίστηκαν για μεγάλο χρονικό διάστημα και στο τέλος η μακροχρόνια παραμονή της Κερκυραϊκής οικογένειας Βιβάντε έληξε με τη μετοίκησή της στη Βενετία.

Η Ραχήλ πάλεψε για το δικαίωμά της στην επιλογή, ανεξάρτητα αν αυτό την έκανε ευτυχισμένη ή όχι. Σίγουρα επρόκειτο για κάτι παραπάνω από ενδιαφέρουσα προσωπικότητα, αφού το γεγονός ότι προερχόταν από τόσο εύπορη οικογένεια περιόριζε ακόμη περισσότερο την ελευθερία της. Όπως κι άλλες γυναίκες που επέλεξαν να βαπτιστούν, πριν και μετά από αυτήν, και να ορίσουν μόνες τους τη ζωή τους, ανεξάρτητα από τις επιταγές και τις επιλογές της οικογένειάς τους, έτσι και η Βιβάντε θα μπορούσε να έχει μια διαφορετική εξέλιξη σε μια άλλη κοινωνία. Προς το παρόν συγκαταλέγεται, κατά τη γνώμη μας, στις ενδιαφέρουσες προσωπικότητες της εβραϊκής κοινότητας. Το πρόβλημα ωστόσο παραμένει. Γιατί η συγκεκριμένη βάπτιση είχε τόσο μεγάλο αντίκτυπο;

Από όλα τα προαναφερόμενα είναι εμφανές ότι το εκκλησιαστικό κατεστημένο και από τα δύο δόγματα θέλησε να σπάσει τις δεσμεύσεις  που επέβαλαν οι Βενετοί και να επιτεθούν οι μεν στους δε. Σκοπός η επικράτηση επί του αμόρφωτου πλήθους προκειμένου να αποκτήσουν μεγαλύτερη δύναμη. Ως προστάτιδα δύναμη η Βενετία, κατάφερε με αρκετά δημοκρατικό τρόπο, να επιβληθεί και να κρατήσει τις διαφορές σε ισορροπία για να υπάρξει σχετική γαλήνη. Τίμησε τον τίτλο της «Γαληνότατη Δημοκρατία της Βενετίας»   

 

  1. 1Daphne Lappa Variations on a Religious Theme Jews and Muslims From the Eastern Mediterranean Converting to Christianity, 17th & 18th Centuries European University Institute Department of History and Civilizatio
  2. 2Όπως πιο πάνω¨Daphne Lappa
  3. 3Κωνσταντίνος Λινάρδος Η Βενετοκρατία στον Ελλαδικό χώρο.
  4. 4Ι. ΚΑΡΔΑΣΗΣ ΠΡΟΣΗΛΥΤΙΣΜΟΣ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΑΛΩΣ Η Επίδραση του Παπισμού στον Ορθόδοξο χώρο μετά το Σχίσμα . https://fdathanasiou.wordpress.com/
  5. 5λένη Γκαρά -Γιώργος Τζεδόπουλος Χριστιανοί και μουσουλμάνοι στην Οθωμανική Αυτοκρατορία Συγγραφή σελ.189
  6. 6Παπαϊωάννου, Μαρία (2006, Ιόνιο Πανεπιστήμιο), Οι γάμοι μεταξύ Ελλήνων και αλλοδαπών στην Κέρκυρα (1980-2000). Δίγλωσση οικογένεια και εκπαίδευση σελ.100

7.Δάφνη Λάππα 'Ma pure vi è questa strada di mezzo'. Χριστιανοί του ανατολικού δόγματος στην πόλη της βενετικής Κέρκυρας. Μια θρησκευτικότητα της μεθορίου (16ος-18ος αι.)

 

  1. 8Ι. ΚΑΡΔΑΣΗΣ ΠΡΟΣΗΛΥΤΙΣΜΟΣ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΑΛΩΣΗ Επίδραση του Παπισμού στον Ορθόδοξο χώρο μετά το Σχίσμα (3) https://fdathanasiou.wordpress.com/2
  2. 9ΕΛΛΗΝΟΛΑΤΙΝΙΚΗ ΑΝΑΤΟΛΗ (13ος-18ος αι.) Α' ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΑΣΤΩΝ ΙΣΤΟΡΙΑΣ. Σ Eoa kai Esperia Vol. 3, 1997 ΣΤΑΘΗΣ ΜΠΙΡΤΑΧΑΣ ,ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΕΞΕΤΑΣΗΣ ΣΤΟΥΣ ΕΛΛΗΝΟΡΘΟΔΟΞΟΥΣ ΒΕΝΕΤΟΥΣ ΥΠΗΚΟΟΥΣ ΚΑΙ Ο PAOLO SARPI
  3. 10http://www.corfu.gr/Hellas/istoria.htm
  4. 11Maria Stylianou Η κοινωνία στο Ιόνιο κατά την όψιμη Βενετοκρατία https://www.academia.edu/35360019/%CE%97_
  5. 12Καραπιδάκης, «Για την εβραϊκή κοινότητα της Κέρκυρας»,σελ 152

 

Εάν παρατηρήσουμε τον χάρτη θα δούμε  το σημείο που βρίσκεται η Κέρκυρα. Η Βενετία στον Βορρά ,η Κωνσταντινούπολη ανατολάς και η Ισπανία των Αψβούργων δυτικά. Οι τρεις αυτές δυνάμεις ήταν οι κυρίαρχες της Μεσογείου στην υπό εξέταση περίοδο. Δημιουργήθηκε ένα κλίμα καχυποψίας κι εχθρότητας μεταξύ τους. Το ενδιαφέρον της  κάθε μιας από αυτές , απέναντι στις στρατιωτικές ενέργειες  των αντιπάλων τους, ήταν θέμα  βασικής ύπαρξης τους και  επιβολής τους. Υπήρξε σύγκρουση Ισπανίας και  Βενετίας σχετικά με την επαναπροσέγγιση με την Υψηλή Πύλη.Η  Βενετο-οθωμανική συνθήκη που υπογράφηκε μόλις δύο χρόνια μετά την ήττα του Οθωμανικού στόλου στην ναυμαχία της Ναυπάκτου, (1571) είχε ως αποτέλεσμα να διαλυθεί η Ιερή Συμμαχία. Ταυτόχρονα υπήκοοι του κράτους, προστατεύοντας τα συμφέροντα της κυβέρνησής τους,  ασχολούνταν και με την κατασκοπεία. Κάθε δύναμη θα εξαπέλυε ένα κύμα από κατασκόπους και πληροφοριοδότες για να συμπληρώσουν το έργο της επίσημης διπλωματίας σε περιόδους κρίσης. Εργασίες οχύρωσης και κινήσεις στόλου μακριά από τη ναυτική του βάση ήταν απαραίτητο να τις γνωρίζει ή να μη τις γνωρίζει ο αντίπαλος.

   Η διερεύνηση αρχειακού υλικού που φυλάσσεται στα Εθνικά Αρχεία της  Βενετίας αποκαλύπτει πολυάριθμες περιπτώσεις πληροφοριών και αντικατασκοπείας και ειδικότερα  στο πώς οι μυστικές υπηρεσίες και τα κατασκοπευτικά δίκτυα της Serenissima λειτουργούσαν. Αναπτύχθηκαν: η ταχύτητα μετάδοσης πληροφοριών, τα μέσα συλλογής των, η ασφάλεια των, η φύλαξη και διάδοση των ειδήσεων, η στρατολόγηση πλήθους πληροφοριοδοτών, η εξέλιξη της κρυπτογραφίας και στενογραφίας καθώς και πολλών  άλλων μέσων που χρησιμοποιήθηκαν.

   Τα τρία κύρια κέντρα πληροφοριών και διανομής κατασκόπων στην Αδριατική Θάλασσα, ήταν για λογαριασμό των Αψβούργων της Ισπανίας, η Ραγκούσα (σημερινό Ντουμπρόβνικ), η Νάπολη και η ίδια η Βενετία. Η Νάπολη ήταν η καρδιά του ισπανικού δικτύου κατασκοπείας αφού εκεί ήταν το γενικό αρχηγείο πληροφοριών που αφορούσαν την Ανατολή.

Λόγω της έλλειψης ταχυδρομικού δικτύου των Οθωμανών μέχρι τον δέκατο έκτο αιώνα, αυτοί θα χρησιμοποιούσαν βενετσιάνους αγγελιοφόρους για κάθε αλληλογραφία με τη Δύση, παρά τους υποκείμενους κινδύνους. Ακόμη και οι Οθωμανοί κατάσκοποι θα χρησιμοποιούσαν το βενετικό ταχυδρομικό σύστημα. Συνεπώς, προκειμένου να διασφαλιστεί η ακεραιότητα του σοβαρού και  αποφασιστικού μηνύματος  και των πληροφοριών, οι μυστικές υπηρεσίες κάθε εξουσίας ανέπτυξαν διάφορες μορφές ασφαλέστερων επικοινωνιών, όπως η κρυπτογραφία και η στενογραφία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα  ήταν η τεχνική όπου το γράμμα θα γραφόταν χρησιμοποιώντας αόρατο μελάνι που εξάγεται από χυμό λεμονιού. Σε αυτή την περίπτωση, για να διαβάσει κανείς το γράμμα έπρεπε  να το ζεστάνει στη φωτιά.

 Ισπανοί,  Βενετοί και  Οθωμανοί συγκέντρωσαν τις προσπάθειές τους στην λήψη και διασταύρωση πληροφοριών και η επιτυχία αυτή θα οφείλονταν   με τη στρατολόγηση πληροφοριοδοτών κάθε κράτους. Αξίζει να αναφέρουμε ότι οι Ισπανοί για τον λόγο αυτό, ανέπτυξαν σχέσεις με άτομα από την εκεί ελληνική κοινότητα, για παράδειγμα με μέλη των οικογενειών Βαρέλη, Γλυτζούνη, Siguro, Bustronio, Ευδαιμογιάννη κ.α. Όσον αφορά τη Βενετία το επιστέγασμα των προσπαθειών των κατασκόπων ήταν σίγουρα η συσχέτιση τους με άτομα που ανήκαν στην ανώτερη διοίκηση,  με τις παραδοσιακές τάξεις του Ενετικού Κράτους, όπως γραμματείς του Συμβουλίου των Δέκα.

Η Δημοκρατία του Αγίου Μάρκου [Repubblica di San Marco), κατά τον 15ο και  16ο αιώνα, είχε γίνει μια από τις μεγαλύτερες ναυτικές δυνάμεις  με αποικίες διάσπαρτες σε όλη τη Μεσόγειο και με εμπορική παρουσία τόσο στη χριστιανική όσο και στη μουσουλμανική γη. Ως αποτέλεσμα μπορούσε να συλλέξει πληροφορίες από διάφορα μέρη της Μεσογείου. Τα πλοία έφταναν σχεδόν σε καθημερινή βάση , μεταφέροντας ανθρώπους και κάθε είδους εμπορεύματα.  Κατά συνέπεια, οι αρχές της Serenissima βρίσκονταν σε επιφυλακή προκειμένου να συλλέγουν και να αξιολογούν τις πληροφορίες που ελάμβαναν. Για τον λόγο  αυτόν το 1402 ιδρύθηκε η Μυστική Καγκελαρία [Cancelleria Secreta) στο δουκικό παλάτι, που ήταν το υπεύθυνο όργανο συλλογής κι  αξιολόγησης των πληροφοριών .

Παράλληλα με αυτό, ενθάρρυναν την ανάπτυξη ενός δικτύου πληροφοριοδοτών  πολιτικού και εμπορικού περιεχομένου παρακολουθώντας όμως και το προσωπικό.

Το τρίτο αυτό δίκτυο, αποτελούνταν από άτομα διαφόρων επαγγελμάτων και κοινωνικού υπόβαθρου, που επιστρατεύτηκαν προκειμένου να εκτελούν αποστολές μεγαλύτερης ή μικρότερης σημασίας. Η  πλειοψηφία των κατασκόπων αυτών ήταν έμμισθοι.  Ήταν άνθρωποι καιροσκόποι κι αναλώσιμοι πληροφοριοδότες.

Οι πρεσβευτές ήταν τα μάτια και τα αυτιά της Βενετίας και απολάμβαναν διπλωματικής ασυλίας, στάθμευαν σε οποιαδήποτε χώρα  και παράλληλα με την προστασία των εθνικών τους συμφερόντων, είχαν πολλές ευκαιρίες να κατασκοπεύουν τους αντιπάλους τους.

 Στον απόηχο της φοβερής καταστροφής του «εξωπόλι» το 1537 και μιας μικρής διάρκειας αποτυχημένης πολιορκίας του νησιού της Κέρκυρας από τους Οθωμανούς το 1571,  για τη διατήρηση της ασφάλειας των ντόπιων κατέστη επιτακτική ανάγκη μιας νέας οχύρωσης, η οποία ξεκίνησε το 1576. Το Νέο Φρούριο, αλλιώς γνωστό ως Φρούριο του Αγίου Μάρκου, σχεδιάστηκε για να αμύνεται ενάντια στο σύγχρονο πυροβολικό, χρησιμοποιώντας νέες αρχιτεκτονικές μεθόδους και σύγχρονες τεχνικές. Τα προαναφερθέντα αμυντικά έργα που έγιναν στην Κέρκυρα μεταξύ 1576 και 1588, αλλά και σε άλλα νησιά του Ιονίου, περίπου την ίδια χρονική περίοδο, δεν πέρασαν απαρατήρητα από τις υπόλοιπες δυνάμεις της Μεσογείου. Ειδικότερα, μετά τη μάχη του Lepanto (1571) και την υπογραφή της βενετοτουρκικής συνθήκης ειρήνης (1573) η κρίση στις σχέσεις Ισπανίας- Βενετίας έγινε ακόμη πιο εμφανής με την στροφή των ισπανικών φιλοδοξιών προς την Ανατολή. Επιπλέον, την ίδια χρονική περίοδο , τόσο οι Οθωμανοί όσο και οι Ισπανοί επεξεργάζονταν συνεχώς σχέδια  για την κατάκτηση των Ιονίων Νήσων, ή τη διεύρυνση της επιρροής τους σε αυτά.

Η Κέρκυρα βρισκόμενη σε μια εξαιρετικά στρατηγική θέση  στην είσοδο της Αδριατικής από τη μια και του Λεβάντε από την άλλη- έπαιξε σημαντικό ρόλο στη διαδικασία της διανομής ανθρώπων και πληροφοριών. Πλοία έφταναν σε καθημερινή βάση μεταφέροντας απ’ όλα τα εδάφη ανθρώπους, αγαθά και ειδήσεις. Αυτή η αδιάκοπη δραστηριότητα κράτησε τις τοπικές αρχές σε εγρήγορση για οποιοδήποτε θέμα κρατικής ασφάλειας ή ύποπτης κίνησης.

Το επίπεδο εγρήγορσης των τοπικών αρχών απεικονίζεται από τέσσερις υποθέσεις κατασκοπείας και μια πιθανή συνωμοτική κίνηση που έλαβε χώρα το 1576 και το 1588-89 αντίστοιχα , δηλαδή στην αρχή και το τέλος της περιόδου της οχυρωματικής κατασκευής.

Παρά τις διαφορές τους στις συνθήκες, αυτές οι υποθέσεις παρουσιάζουν έντονες ομοιότητες: στον τρόπο με τον οποίο προσήχθησαν οι ύποπτοι στις τοπικές αρχές, η άμεση αντίδραση των τελευταίων, η ανακεφαλαίωση και η εξέταση των πρώτων και τέλος, η τιμωρία τους.

Πιο συγκεκριμένα, οι υπό διερεύνηση υποθέσεις αφορούν: α) έναν Δομινικανό μοναχό, τον Mariano Spattafora και τον  γενίτσαρο  Τούρκο σύντροφό του (Mustafh Turco ή Vicenzo Aimeni).

β) Τον Abdabei (ή Abdibei ή Δημήτρη από τη Ζάκυνθο), συνοδευόμενος από έναν νεαρό Mustafa Αζαμόγλαν  (Οι Αζαμόγλαν ήταν νέοι γενίτσαροι που στο Σεράι  προορίζονταν να είναι ζηλωτές, υπηρέτες κήπων, κουζινών, στάβλων,

οπλοστασίων κ.α.)

γ) Δύο στρατιώτες (ένας Πορτογάλος κι ένας Φλωρεντινός) και

 δ) ένας Κύπριος λοχαγός, ο Pietro Antonio Brachimi και οι δύο γιοι του που ήταν στρατιώτες στο Νέο Φρούριο του Αγίου Μάρκου.

Αφετηρία σε όλες τις περιπτώσεις ήταν η καταγγελία των υπόπτων στις τοπικές αρχές. Οι βενετικές αρχές της Κέρκυρας έσπευσαν άμεσα να ξεκινήσουν την εξακρίβωση των κατηγοριών. Ποιος ήταν, ωστόσο, στην πρώτη περίπτωση, ο κύριος λόγος που οδήγησε τον πληροφοριοδότη στις καταγγελίες ;  Ήταν ένα οικονομικό όφελος ή μια έντονη αίσθηση του πολιτικού καθήκοντος; Η Βενετία προώθησε την αναφορά ύποπτων δραστηριοτήτων με χρηματικές αμοιβές και άλλα προνόμια, όπως αποδεικνύεται από το διάταγμα του Συμβουλίου των Δέκα το 1584. Στην πρώτη περίπτωση, αυτή του Δομινικανού μοναχού Mariano Spattafora, αυτός που φαίνεται να ειδοποίησε τον κατήγορο ήταν ένας ναύτης από τη Κέρκυρα. Στηρίζονταν στις ύποπτες κινήσεις του μοναχού στο λιμάνι και στην πύλη της Σπηλιάς, μια περιοχή ιδιαίτερης σημασίας. Οι υποψίες του πληροφοριοδότη,  γεννήθηκαν όταν ο μοναχός προσπάθησε να κανονίσει τη μεταφορά  και το ταξίδι του γενίτσαρου συντρόφου του στην οθωμανική κυριαρχία της  Λευκάδας , με έναν τοπικό καπετάνιο. Αυτό όμως που στην πραγματικότητα οδήγησε τον ναύτη να καταθέσει την αναφορά, ήταν το προσωπικό κέρδος, αφού στην κατάθεσή του ανέφερε συνεχώς, παράλληλα με την αφοσίωσή του στην Γαληνοτάτη, την πολύ δύσκολη οικονομική του κατάσταση με την ελπίδα ότι θα ανταμείβονταν με κάποια προνόμια.

Η περίπτωση του Δομινικανού μοναχού προδόθηκε από τις μετακινήσεις του μεταξύ του λιμανιού, των στρατώνων και του φρουρίου, γύρω από το αρχιεπισκοπικό παλάτι, έναν ναό, κι ένα μοναστήρι. Οι κινήσεις του έθεταν ερωτήματα, όπως και το γεγονός ότι συνοδευόταν από έναν τούρκο ντυμένο  σαν Έλληνα.

Ο Δομινικανός μοναχός με τον τούρκο σύντροφό του συνελήφθησαν  στην περιοχή του Αγίου Νικολάου μπροστά από το σπίτι του Proveditore deli’ armata (Βενετός αξιωματικός πού ήταν υπεύθυνος για την επίβλεψη του ενετικού στόλου στην Αδριατική θάλασσα.)

Μετά από αυτές τις συλλήψεις, οι Βενετοί πραγματοποίησαν πλήθος διώξεων άμεσα ή έμμεσα εμπλέκοντας άτομα των οποίων οι μαρτυρίες παρουσίαζαν ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Τέθηκε ένα πιο σημαντικό ερώτημα από την εξήγηση που έδωσε ο μοναχός σχετικά με τον σκοπό του ταξιδιού του, η οποία ήταν ότι είχε αποφασίσει να προσηλυτιστεί στην Ορθοδοξία και, κατά συνέπεια, την πρόθεσή του που επρόκειτο να πάει στο αβαείο των Στροφάδων (κοντά στο  νησί της Ζακύνθου), όπου έμενε ο θείος του, για να γίνει μοναχός.

Η χρήση πλαστών ταυτοτήτων έχουν βοηθήσει τους υπόπτους να ενεργήσουν πιο ελεύθερα. Ο κύριος ύποπτος στην πρώτη περίπτωση παρουσιάστηκε ως Δομινικανός μοναχός, γεγονός που θεωρητικά του εξασφάλιζε ελευθερία μετακίνησης σε χριστιανικά εδάφη. Αρχικά ο Δομινικανός μοναχός, Mariano Spattafora, παραδέχτηκε στους εξεταστές του ότι καταγόταν από μια Ορθόδοξη οικογένεια από τη Mεθώνη, ότι είχε υπηρετήσει ως Αζαμόγλαν (Γενίτσαρος νεοσύλλεκτος) στην Κωνσταντινούπολη κι ότι είχε παραμείνει εκεί επτά χρόνια. Αυτός κατέληξε στη Μεσσήνη αφού είχε φύγει από το κάστρο  Χλεμούτσι στην Πελοπόννησο με μοναδική ενδιάμεση στάση τη Ζάκυνθο. Στη Μεσσήνη, είχε εργαστεί για τον ευγενή Spattafora από τον οποίο πήρε και το όνομά του. Στη συνέχεια ενσωματώθηκε στους μοναστικούς κύκλους και υπηρέτησε ως οικιακός  φύλακας στο μοναστήρι του Αγίου Δομίνικου. Ο τούρκος σύντροφός του Μουσταφά, ανέφερε ότι είχε υπηρετήσει σε μια τουρκική γαλέρα που υπαγόταν στον Χριστιανισμό  μετά από ναυτική μάχη. Στη συνέχεια, μεταφέρθηκε ως σκλάβος στη Μεσσήνη, όπου εργάστηκε στο σπίτι του Marc’Antonio Colona για δώδεκα χρόνια. Μετά το θάνατο του κυρίου του  χειραφετήθηκε και είχε βρει προσωρινό καταφύγιο στο μοναστήρι του Αγίου Δομίνικου, όπου συνάντησε τον προαναφερθέντα μοναχό.  Σημειώνεται, ότι Δομινικανός μοναχός και ο τούρκος σύντροφός του είχαν εγκαταλείψει τη Μεσσήνη της Σικελίας. Τα ταξίδια τους, όμως, απαιτούσαν μεγάλη προσοχή: ο Δομινικανός μετακινήθηκε μεταξύ Μεσσήνης και Νάπολης, αλληλεπιδρώντας με σημαντικές προσωπικότητες των περιοχών αυτών (αρχιερείς,  κληρικοί της Λατινικής Εκκλησίας, και πλούσιοι Ισπανοί, Ιταλοί και Έλληνες έμποροι).

Αξίζει να σημειωθεί ότι αυτή την εποχή κατάσκοποι και πληροφοριοδότες, συχνά υιοθετούσαν το προσωπείο μοναχών ή προσκυνητών. Για παράδειγμα, το 1570, πριν από την επίθεση των Οθωμανών στην Κέρκυρα, ένας «ιερέας επισκέφτηκε τον Οθωμανό δικαστή (καδί) στη Θεσσαλονίκη και τον ρώτησε αν μπορούσε να σταλεί στην Κέρκυρας ως Οθωμανός πράκτορας με το όνομα Μουσταφά για να κατασκοπεύσει τα συνεχιζόμενα οχυρωματικά έργα στο νησί.

 

     Στη δεύτερη περίπτωση, τα πράγματα εξελίχθηκαν διαφορετικά. Η ιστορία έλαβε χώρα σε μια από τις γαλέρες του Καπετάνιου του Κόλπου, λίγο πριν τη μεταφορά ενός γενίτσαρου, του Abdabei, και του νεαρού συνοδού του Μουσταφά στη Βενετία. Εκεί, ένας από τους κωπηλάτες του πλοίου αναγνώρισε τον γενίτσαρο και τον αποκάλεσε Δημήτρη από τη Ζάκυνθο. Παρόλο που ο γενίτσαρος προσποιήθηκε ότι δεν τον γνώριζε και ισχυρίστηκε περίπτωση λανθασμένης ταυτότητας, ο κωπηλάτης ανέφερε το περιστατικό στους προϊσταμένους του προσθέτοντας περισσότερες λεπτομέρειες, δηλαδή ότι αυτός και ο γενίτσαρος είχαν δραπετεύσει μαζί από την γαλέρα του Benetto Zuliano κοντά στην Ηγουμενίτσα, στην απέναντι Ήπειρο ακτή, πέντε χρόνια νωρίτερα.

Ο γενίτσαρος κι ο σύντροφός του  συνελήφθησαν στη γαλέρα του καπετάνιου του Κόλπου και στην απολογία του ο γενίτσαρος ανέφερε ως δικαιολογία για την άφιξή του στην Κέρκυρα, την επιθυμία του να γίνει χριστιανός επιμένοντας καθ' όλη τη διάρκεια της ανάκρισής του- ότι ήταν γιος του Calogiani Caticura από το Ναύπλιο. Όταν ήταν πολύ μικρός οδηγήθηκε από Οθωμανούς στην Κωνσταντινούπολη προκειμένου να παρακολουθήσουν τις ομάδες Αζαμόγλαν. Διέφυγε και κατέφυγε στο νησί του την Τήνο, που τότε ήταν υπό την ενετική επικράτεια. Από εκεί πήγε στην Κρήτη με τη βοήθεια του τοπικού πρύτανη προκειμένου να υπηρετήσει ως κωπηλάτης  στη γαλέρα του Benetto Zuliano. Σ’ ένα ταξίδι προς Ηγουμενίτσα για την αγορά και μεταφορά ξυλείας, ο Αμπντάμπεη κατάφερε να αποδράσει με κάποιους άλλους κωπηλάτες. Βρήκε καταφύγιο στα Ιωάννινα όπου αναγνωρίστηκε από τον ηγέτη  Πασά και στάλθηκε στην Κωνσταντινούπολη για να γίνει γενίτσαρος. Εκεί υπηρέτησε γενίτσαρος για τον πασά Ιμπραήμ και στη συνέχεια μετατέθηκε στην Αθήνα για να υπηρετήσει ως φρουρά πρώτα του Ελληνορθόδοξου Αρχιεπισκόπου και μετά διάφορων εμπόρων.

Ενώ βρισκόταν σε περιοδεία με τους εμπόρους,  δραπέτευσε στη Ζάκυνθο γιατί ο απώτερος στόχος, όπως υποστήριξε, ήταν  η επανένταξή του στον Χριστιανισμό.

Από τη Ζάκυνθο μετακόμισε στην Κέρκυρα όπου έκανε επαφές με Εβραίους, Ορθοδόξους μοναχούς, στρατιώτες και με τον καβαλάρη Renessi που ήταν αρχηγός μιας ομάδας stradiotι. Ο γενίτσαρος ταξίδευε μεταξύ Αθηνών και Κωνσταντινούπολης ενεργώντας ως φρουρά εμπόρων, οι οποίοι περιηγούνταν σε περιοχές όπως Ιωάννινα, Σαγιάδα, Τρίκαλα, Λάρισα, Θεσσαλονίκη και Κωνσταντινούπολη. Σε αυτές τις περιοδείες, συνάντησε επισκόπους και ιερείς τους οποίους επίσης κλήθηκε σε μαρτυρίες για να επαληθεύσει ότι όλα όσα είχε ισχυριστεί  ήταν αληθή. Συγκεκριμένα, ανέφερε έναν επίσκοπο από τα Ιωάννινα, ο οποίος του έδωσε γράμμα να μεταφέρει στην Κέρκυρα από τον επίσκοπο της Αθήνας τον οποίον υπηρετούσε.

 Ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι αφετηρίες των ταξιδιών των υπόπτων κατασκόπων, αφού και στις δύο περιπτώσεις βρίσκονταν υπό την κυριαρχία  της Βενετίας ή της Ισπανίας που ήταν ανταγωνιστικές δυνάμεις.

 Οι αφηγήσεις των υπόπτων, που εξάγονται μερικές φορές μέσα από βασανιστήρια, και μαρτυρίες άλλων διωκόμενων ανθρώπων, ρίχνουν φως σε μερικές ενδιαφέρουσες μικροϊστορίες. Όπως αποκαλύπτουν τα έγγραφα, στα είδη βασανιστηρίων που υπέστησαν για τις πράξεις τους από  τη Ενετική Εξέταση περιλαμβάνονταν τα εξής: ο τροχός βασανιστηρίων και το τρύπημα του σώματος με ζεστό μέταλλο. Οι κύριοι ύποπτοι για κατασκοπεία, συγκεκριμένα ο Σπαταφόρα κι ο γενίτσαρος Abdabei ήταν ηλικιωμένοι για να αντέξουν όλα τα βασανιστήρια. Πέθαναν και δεν ομολόγησαν την ενοχή τους, αντίθετα, οι σύντροφοί τους, υπό πίεση, αποκάλυψαν την αλήθεια για τους συνεργούς τους. Σύντομα, κι αυτοί υπέκυψαν στα τραύματα που τους προκάλεσαν οι βασανιστές.

 Το 1576-77 δύο υποθέσεις κατασκοπείας που αφορούσαν στρατιώτες, υπογραμμίστηκαν για το ενδιαφέρον

από τις νέες οχυρώσεις της πόλης της Κέρκυρας και το νέο φρούριο του Σαν Μάρκο.

 Το πρώτο αφορά έναν μισθοφόρο στρατιώτη από τη Φλωρεντία και το δεύτερο έναν Πορτογάλο πρώην στρατιωτικό, το Zuanne da Nugere. Ο στρατιώτης από τη  Φλωρεντία κατηγορήθηκε πως υπηρετούσε στις βενετικές στρατιωτικές μονάδες του νησιού. Μετά την εξέταση των εγγράφων στάλθηκε από τις αρχές της Κέρκυρας στη Βενετία. Ο επικεφαλής του Συμβουλίου των Δέκα, διέταξε να εγκαταλείψει το νησί λόγω της σχέσης που είχε καλλιεργήσει με τον Ισπανό πρέσβη εκεί και διέταξε την εκτέλεσή του. Ο Zuanne da Nugere ομολόγησε μετά τα βασανιστήρια ότι στάλθηκε στο νησί ως κατάσκοπος. Και οι δύο  στάλθηκαν συνοπτικά στο δικό τους τραγικό τέλος, ο πρώτος από στραγγαλισμό κι ο δεύτερος από πνιγμό. Η εκτέλεση και των δύο υπόπτων κατασκόπων, καταδεικνύει περαιτέρω τη σκληρή γραμμή που ακολούθησε η βενετική αρχή όταν επρόκειτο για την αντιμετώπιση απειλών ως προς την ασφάλεια του κράτους. 

 Η τελευταία περίπτωση που πρέπει να εξεταστεί διαφέρει από όσες πριν  περιγράψαμε, γιατί έγινε το 1588 κατά την ολοκλήρωση των οχυρώσεων κι εμπλέκονται ένας Κύπριος καπετάνιος , ο Pietro Antonio Brachimi, ο οποίος υπηρέτησε ως μισθοφόρος κι ο οποίος φαίνεται να είχε εμπλακεί σε συνωμοσία. Ο Brachimi ήταν πρόσφυγας από την Αμμόχωστο που είχε υπηρετήσει στην Κύπρο σε διάφορες θέσεις, όπως ως επικεφαλής της πολιτικής φρουράς, ως μέλος της ομάδας του Constanzo Cauriol και τέλος, ως μέλος της ομάδας του Nestor Martinengo. Κατέληξε στην Κέρκυρα ως πρόσφυγας με την οικογένειά του και υπηρέτησε στο νέο φρούριο του Αγίου Μάρκου.

   Η υπόθεση Brachimi έγινε γνωστή στη διοίκηση της Κέρκυρας στις 19 Δεκεμβρίου 1588 μέσω εγγράφου που έστειλε ο Βάϊλος της Κωνσταντινούπολης.  Στο έγγραφο αυτό αναφερόταν πως ο Κύπριος καπετάνιος που είχε έρθει στο Νέο Φρούριο  είχε έρθει σε μυστική συνεννόηση με τους  Οθωμανούς με σκοπό την κατάκτηση του νησιού. Πιο συγκεκριμένα, ο Brachimi, στην επικείμενη εμφάνιση του οθωμανικού στόλου, θα βοηθούσε τους επίδοξους κατακτητές σαμποτάροντας βασικές δομές του Φρουρίου. Ο Μπραχίμι συνελήφθη μαζί με τους δύο  γιους του, που υπηρετούσαν ως μισθοφόροι. Εκτελέστηκε κι αυτοί όπως οι προηγούμενοι.

 

 

ΓΛΩΣΣΑΡΙΟ ΚΥΡΙΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΚΑΤΑΣΚΟΠΩΝ

Μουσταφά Ένας ιερέας ομολόγησε ενώπιον του Οθωμανού καδή ότι ήταν Οθωμανός κατάσκοπος ονόματι Μουσταφά που πήγαινε στην Κέρκυρα για κατασκοπεία.

 Pantoleo Carrago.  Μηχανικός, ο οποίος στάλθηκε στην Κέρκυρα για να ερευνήσει τις βενετικές άμυνες από τον Σοκολού Μεχμέτ Πασά το 1572, είχε δειπνήσει με τον Βενετό ιερωμένο  Μάρκο Κουερίνι. Ο provveditore τον προσκάλεσε μάλιστα στη γαλέρα του πολλές φορές. Αυτή η φιλία θα ήταν δαπανηρή για τον μηχανικό μας. Τον επόμενο χρόνο, όταν εστάλη σε αποστολή στη Μεσσήνη, δεν μπορούσε να περάσει από την Κέρκυρα, φοβούμενος μήπως τον αναγνωρίσει ο Κουερίνι που βρισκόταν στο νησί εκείνη την εποχή.

 Ντούλι.  Αλβανός ευγενής και αρχηγός χωριών κοντά στη Μπαστιά στις ακτές της Αδριατικής με θέα την Κέρκυρα. Αν και ήταν οθωμανικός υπάλληλος, βοηθούσε τους πράκτορες των Αψβούργων( Ισπανών) που ταξίδευαν από και προς την Κωνσταντινούπολη και τους παρείχε καταλύματα από το 1564. Χωρίς αυτόν θα ήταν αδύνατο για αυτούς τους πράκτορες να ταξιδέψουν μεταξύ των οθωμανικών εδαφών και της Κέρκυρας χωρίς να επιθεωρηθούν στο λιμάνι από τον Οθωμανό κομισάριο, που στάλθηκε εκεί μόνο για να πιάσει κατασκόπους και σκλάβους που δραπετεύουν.

 Μπαλτάσαρ Prototico.  στάλθηκε στα Ιόνια νησιά το 1552, με αποζημίωση 320 εσκούδος ετησίως, για να ενημερώσει τις αρχές για τις εντολές του Οθωμανικού Ναυτικού. Εκεί δημιούργησε ένα αποτελεσματικό δίκτυο το οποίο παρείχε στις αρχές τακτικές και αξιόπιστες πληροφορίες. Ο ίδιος ο Μπαλτάσαρ εγκαταστάθηκε στη Ζάκυνθο ενώ ο γιος του Ανιμπάλε κι ο ανιψιός του Χουάν Μανιώτη δρούσαν στην Κέρκυρα. Ένας άλλος γιος, ο Nicolò, εμφανίζεται στην τεκμηρίωση στα τέλη της δεκαετίας του 1560. Ο πατέρας του τον έστειλε στη Μαδρίτη, για να παρουσιάσει ένα έργο για την κατάληψη του Mεθώνης, να ζητήσει αύξηση (στα 400 εσκούδο ετησίως) και να ανακτήσει τις απλήρωτες αποδοχές. Προφανώς, ήταν επίσης μέρος του δικτύου, δεδομένου ότι ισχυρίστηκε ότι έπεσε αιχμάλωτος στους Οθωμανούς. Ο Νικολό ήθελε για τον εαυτό του το γραφείο του καπετάνιου των φρεγατών που έπλεαν στο Λεβάντε, προκειμένου να συγκεντρώσει πληροφορίες και να πάρει την αλληλογραφία του δικτύου πληροφοριών των Αψβούργων στα Επτάνησα με επικεφαλής τον πατέρα του. Σύμφωνα με την αναφορά του Νικολό, ο Prototico ίδρυσε δίκτυα πληροφοριών σε μια σειρά από μέρη, όπως η Κέρκυρα, το Lepanto, το Algiante, η Κεφαλονιά, η Μεθώνη και το  Νεγκρεπόντε, καθώς και στην αυλή του Κυβερνήτη του Μορέως.

 Amerigo Balassa. Ένας από τους κατασκόπους που έστειλε ο αντιβασιλέας της Σικελίας στην Κωνσταντινούπολη το 1564, απογοητεύτηκε επειδή δεν του πλήρωναν όσα του αναλογούσαν. Όταν αποφάσισε να εκδικηθεί, πρότεινε στον Οθωμανό Μεγάλο Ναύαρχο να συλλάβει  τον Balthasar Prototico στην Κέρκυρα κάτι το οποίο  κατάφερε.

 Juan MiniatiΤο 1571, κατασκόπευε για λογαριασμό των Αψβούργων στην Κέρκυρα. Το 1600, απέπλευσε από τη Μεσσήνη συνοδευόμενος από έναν Γενοβέζο πράκτορα-κατάσκοπο-στρατιωτικό μηχανικό (καθηγητής di cose militari) για τη Χίο. Οι δυο τους σταμάτησαν στην Κέρκυρα όπου οι Γενοβέζοι αντέγραψαν τα σχέδια του φρουρίου.

 Πάλμα και Σίγκουρο: Ο Cesare Palma, λειτουργούσε για μεγάλο χρονικό διάστημα στην Κέρκυρα, την Κεφαλονιά και τη Ζάκυνθο.

Francesco Sforçio.  Αντικατέστησε τον 85 ετών Anibale Prototico.

 Angelo Salviati.  Αντικατέστησε  τον Francesco Blanco.

 Antonio Lipravotiμφανίστηκε στην Κέρκυρα τη δεκαετία του 1580 κι έδρασε καθ' όλη τη δεκαετία του 1590.

 Carlo Cicala. Έφτασε στην Κέρκυρα με έναν ,  Γενοβέζο πράκτορα κατάσκοπο-με πληρωμή-στρατιωτικό μηχανικό ονόματι Ambrosio Benedetti.

Ambrosio Benedetti. Αντέγραψε γρήγορα τα σχέδια του ενετικού φρουρίου για να τα αποστείλει  στην Κωνσταντινούπολη.

Μορίσκο της Βαλένθια.  Έμπαινε εύκολα στο παλάτι και στο κάστρο.

Joseph Nasi.

 Aron Mazza

 Νικόλαος Di Macedonia  18/12/1570 μετέφερε έγραφα του Βενετού Βάιλου της Κωνσταντινούπολης στην Κέρκυρα.

 

Πιέτρο Λάντζα: Κερκυραίος κουρσάρος που προσλήφθηκε από τον Αντιβασιλέα της Νάπολης. Οι δραστηριότητες του εκτείνονται σε δεκαετίες δημιουργώντας διεθνείς εντάσεις μεταξύ των Αψβούργων και των Ενετών που τον είχαν εξορίσει από τη γενέθλια Κέρκυρα. Η επιδρομή του δημιούργησε διεθνή κρίση μεταξύ Βενετών και Αψβούργων το 1578, με αποτέλεσμα  ο Λάντζας να απολυθεί από τη θέση του καπετάνιου των βασιλικών φρεγατών. Ωστόσο, συνέχισε υπηρετώντας τους Ναπολιτάνους αντιβασιλείς μέχρι την πρώτη δεκαετία του 17ουαι. Επίσης επινόησε ένα σχέδιο δολοφονίας του Οθωμανού Σουλτάνου το 1608.

Αυτές είναι μερικές από τις κατασκοπευτικές δράσεις που είναι εντοπισμένες για το χώρο της Κέρκυρας. Σίγουρα θα υπάρχουν και πάρα πολλές άλλες που ή δεν έχουν εντοπισθεί ή υπάρχουν στα Οθωμανικά αρχεία τα οποία δεν είναι προσβάσιμα. Πιστεύουμε ότι στο μέλλον, μέσω της έρευνας των ιστορικών, θα αποκαλυφθούν και πλήθος άλλων περιπτώσεων.

 

Δικτυογραφία :

-Emrah Safa Gürkan, M.A. ESPIONAGE IN THE 16TH CENTURY MEDITERRANEAN: SECRET DIPLOMACY, MEDITERRANEAN GO-BETWEENS AND THE OTTOMAN HABSBURG RIVALRΥ https://repository.library.georgetown.edu/bitstream/handle/10822/557617/Grkan_georgetown_0076D_11777.pdf?sequence=1

- Chrysovalantis Papadamou,  A Secret War: Espionage in Venetian Corfu during the Construction of the San Marco https://brill.com/view/book/9789004362048/B9789004362048_018.xml

 

 

Αναζήτηση

Corfu Museum

Corfu Museum….τι μπορεί να είναι αυτό;

Θα το έλεγα με μια λέξη…. Αγάπη! Για ένα νησί που το γνωρίζουμε ελάχιστα. Η αλήθεια είναι ότι δεν μπορούμε ν’ αγαπήσουμε ότι δεν το γνωρίζουμε. Στόχος λοιπόν είναι να το γνωρίσουμε όσο πιο βαθιά μπορούμε, μέσα από το χθες και το σήμερα, γιατί αλλιώς πως θα το αγαπήσουμε; Αγαπάω ατομικά και ομαδικά έχει επακόλουθο…. φροντίζω….. μάχομαι… και σέβομαι. Αγάπη προς την Κέρκυρα είναι το Corfu Museum και τίποτε άλλο.

Μετρητής

Εμφανίσεις Άρθρων
3916197