Corfu Museum

Petsalis: Collection Of Corfu Island,Greece documents

Ιστορία

Προσηλυτισμός και θρησκευτική πίστη στην Βενετοκρατούμενη Κέρκυρα

Κατά τη διάρκεια της Βενετοκρατίας στην Κέρκυρα, όπως και σε άλλες περιοχές, κυρίως την Κρήτη, ο ορθόδοξος πληθυσμός γνώρισε περιόδους ειρηνικής συνύπαρξης με τους καθολικούς κατακτητές, αλλά και περιόδους αντιθέσεων και συγκρούσεων. Οι αντιθέσεις και οι συγκρούσεις αυτές κορυφώθηκαν, κυρίως κατά τον 15ο και 16ο αι, εξαιτίας των επεμβάσεων των εκπροσώπων της Λατινικής Εκκλησίας στα θρησκευτικά θέματα του νησιού και δημιουργώντας σοβαρές διενέξεις κι έριδες ανάμεσα στους πιστούς των δύο δογμάτων.

Η Κέρκυρα  που ζει υπό την προστασία της Βενετίας αποτελείται από  ένα συνονθύλευμα ντόπιων πληθυσμών,  Έλληνες, Λατίνοι, Εβραίοι και Τούρκοι.  Η πόλη, στα τέλη του 17ου και 18ου αιώνα ήταν μια συνοριακή πόλη, χωρισμένη και συνδεδεμένη με την παρακείμενη Οθωμανική Αυτοκρατορία. Όντας το διοικητικό και στρατιωτικό κέντρο του Ενετικού Ναυτικού Κράτους μετά την απώλεια της Ενετικής Κρήτης, καθώς κι ένας κόμβος διέλευσης στην εμπορική διαδρομή από την Οθωμανική Αυτοκρατορία στη Βενετία, η πόλη χαρακτηρίστηκε ως μια πρώιμη σύγχρονη «ζώνη επαφής», καθώς φιλοξένησε θρησκευτικά και ποικιλόμορφα έθνη. Ένας πληθυσμός που ζούσε εκεί, και η τύχη τους έφερε να συναντηθούν, να  συγκρούονται και να μαλώνουν.

Α)Χριστιανοί που ακολουθούν τις ορθόδοξες ή τις λατινικές τελετές.

 Β)Δύο διακριτές και ανταγωνιστικές εβραϊκές κοινότητες, η μία ελληνικής καταγωγής και η άλλη ιταλικής και ιβηρικής καταγωγής οι ονομαζόμενοι αντίστοιχα  Ρωμανιώτες και   Σεφαραδίτες Εβραίοι, που εκδιώχτηκαν από την Ισπανία και την Πορτογαλία.

Γ)Οθωμανοί μουσουλμάνοι ή προσήλυτοι από το Ισλάμ στο Χριστιανισμό, οι οποίοι ήταν ως επί το πλείστον δούλοι ή υπηρέτες σε τοπικά νοικοκυριά.

Σε αυτό το ανθρώπινο μωσαϊκό η Καθολική και η Ορθόδοξη θρησκεία οδηγήθηκαν σε έναν αγώνα προσηλυτισμού. Στόχος κύρια ήταν να βαπτιστούν, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα από τους κανόνες τους, οι Μουσουλμάνοι και οι Εβραίοι. Υπάρχουν περισσότερα στοιχεία για την Ορθόδοξη εκκλησία καθότι  μέρος των αρχείων της Λατινικής Εκκλησίας κάηκε κατά τον βομβαρδισμό της πόλης από τους Γερμανούς τον Σεπτέμβριο του 1943 .

Οι προσηλυτισμένοι στον Καθολικισμό έπρεπε να περάσουν από διάφορα στάδια, όπως αυτά ήταν διαμορφούμενα σύμφωνα με τα πρότυπα των Βενετών. Τόσο για τους (κυρίως ντόπιους) Εβραίους όσο και για τους (κυρίως μετανάστες) Μουσουλμάνους το να γίνουν καθολικοί στη Βενετία του δέκατου έβδομου αιώνα συνεπαγόταν μια παρατεταμένη διαδικασία κοινωνικού μετασχηματισμού και εισαγωγής σε νέες σχέσεις πατρωνίας και  συγγένειας. Οι μακριές διαδρομές αυτών των προσηλυτισμένων μετά τη βάπτιση και τη συνεχιζόμενη σχέση τους παρακολουθούνταν από ένα φιλανθρωπικό ίδρυμα, την Pia Casa dei Catecumeni (Ιερός Οίκος των Κατηχουμένων). Η Pia Casa έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση διακριτών μορφών φιλανθρωπίας και επιτήρησης που συγκέντρωναν τις εταιρικές πνευματικές και πολιτικές αξιώσεις των Βενετσιάνικων ελίτ. Παράλληλα  προάγονταν επίσης τα ατομικά και οικογενειακά τους συμφέροντα υφαίνοντας πυκνά δίκτυα προστασίας. Βλέπουμε λοιπόν ότι η Βενετία, ως θαλάσσια αυτοκρατορία οργάνωσε  τους μη χριστιανούς κατηχούμενους σε ελεγμένους πολίτες της επικράτειας της.(1)

Όσον αφορά την Ορθοδοξία οι κατηχούμενοι ήταν μια τάξη ανθρώπων, οι οποίοι προετοιμάζονταν για το άγιο Βάπτισμα και οι οποίοι όχι μόνον διδάσκονταν για τον Θεό, αλλά συγχρόνως, με ανάλογη αγωγή, προσπαθούσαν να καθαρίσουν την καρδιά τους από τα πάθη, δηλαδή να θεραπεύσουν την ψυχή τους. Μάθαιναν, δηλαδή, τι είναι αμαρτία και πώς μπορούν να απαλλαγούν από αυτήν για  να ενωθούν με τον Χριστό. Οι Κατηχούμενοι που πλησίαζε ο χρόνος να βαπτισθούν, ονομάζονταν φωτιζόμενοι, γιατί μετά από λίγο καιρό θα ελάμβαναν την Χάρη του Αγίου Πνεύματος, τον φωτισμό του Θεού. (Μητροπολίτης Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου κ. ΙΕΡΟΘΕΟΣ).

Δεν ήταν δυνατόν η κατήχηση στην Ανατολή  να οργανωθεί σε πιο ισχυρές βάσεις κάτω από τον Οθωμανικό ζυγό.

Οι βαπτίσεις  που έγιναν στις διάφορες ελληνικές εκκλησίες του νησιού  θα έπρεπε να  αναφερθούν από τους ιερείς στη γραμματεία  του Μεγάλου Πρωτόπαπα. Οι αναφορές  αυτές βρίσκονται στα ιστορικά αρχεία της Κέρκυρας. Οι ευρεσιτεχνίες  για τη συλλογή ελεημοσύνης που χορηγούνταν σε προσήλυτους, οι εξετάσεις του γάμου που πραγματοποιούνταν όταν ένα μέλος του ζευγαριού ήταν αλλοδαπός και τα μητρώα γάμων και διαζυγίων παρέχουν ποικίλες εικόνες στη ζωή των προσήλυτων. Όταν, για παράδειγμα, το 1738 μια Οθωμανίδα μουσουλμάνα από την πόλη των Τρικάλων ήρθε να προσηλυτιστεί στην Κέρκυρα, η γραμματεία του Μεγάλου Πρωτόπαπα προσέλαβε έναν αξιωματικό «[…] ίνα κοστιτούίρη αυτήν εις τα της γεννήσεως, ζωής και θρησκείας αυτής» (… προκειμένου να την εξετάσουν ως προς τη γενέτειρά της, τη ζωή και τη θρησκεία της.(2)

 

 Στα  Επτάνησα  εγκαταστάθηκε Λατινικό ιερατείο κι επιβλήθηκε ο φόρος  Δεκάτη για τη συντήρηση του λατινικού κλήρου. Σε ότι αφορά τα εκκλησιαστικά ζητήματα οι Βενετοί δεν θεωρούσαν την υπεράσπιση της πίστης σημαντικότερη από την προστασία του εμπορίου και των κερδών τους. Έτσι δεν υποκύπτουν στις πιέσεις του Πάπα για αυστηρότερη θρησκευτική πολιτική, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν ακολουθούσαν μεροληπτική πολιτική , είτε εξαιτίας διπλωματικών ή πολιτικών λόγων.

Το 1387 οι Κερκυραίοι έδωσαν όρκο πίστης στους Βενετούς συνάπτοντας συμφωνία  σε χρυσόβουλο , βάση του οποίου εξασφάλιζαν φοροαπαλλαγές και σεβασμό των παλαιών συνηθειών τους , ενώ στις επιφανείς οικογένειες απονεμήθηκαν γαίες.

Η γλωσσική αφομοίωση μαζί με τον προσηλυτισμό υπήρξε μεγάλος κίνδυνος για την επιβολή του Καθολικισμού. Οι Βενετοί είχαν σαφή διαχωρισμό πολιτείας – εκκλησίας και απαγόρευαν  στην εκκλησία να εμπλέκεται στις πολιτικές υποθέσεις του κράτους .

Αυτό ήταν πολύ αντίθετο προς τη βούληση του Παπικού καθεστώτος κι έφερε κατά καιρούς μεγάλες διενέξεις. Οι  προσπάθειες προσηλυτισμού από τη Βενετία, γινόντουσαν περισσότερο για λόγους που είχαν να κάνουν με τα γενικότερα διπλωματικά παιχνίδια. Όμως μετά την άλωση του 1453, τα βενετικά εδάφη γίνονται το καταφύγιο πολλών Ελλήνων που τα προτιμούσαν ως  κύρια σύνδεση με την δυτική Ευρώπη.(3)

Το θρησκευτικό συναίσθημα ήταν έντονο καθόσον η επιβίωση ήταν κανόνας  και παράλληλα ήταν επιβεβλημένη η συμβίωση και των δύο δογμάτων.

Η αλλαξοπιστία μεμονωμένων ανθρώπων επιβάλλονταν από κοινωνικές συνθήκες. Η Οικογένεια, η γειτονιά, η εργασία, οι σεξουαλικές σχέσεις αποδεικνύεται ότι ήταν οι γενεσιουργικές αιτίες αλλαγής της πίστης. Τόσο οι χριστιανικές όσο και οι μουσουλμανικές πηγές κάθε είδους και από διάφορες χρονικές περιόδους δείχνουν πως οι παράγοντες αλλαξοπιστίας ήταν συνήθως τα οικογενειακά και κοινωνικά δίκτυα.

 Γεγονός αναπόφευκτο οι μικτοί γάμοι ήταν από πάντα ένα από τ’ «αγκάθια» που δημιουργούσαν προβλήματα στις σχέσεις των δυο δογμάτων. Η οικογένεια που, από πάντα, ήταν κύτταρο όχι μονάχα της πολιτικής κοινότητας αλλά και της θρησκευτικής, ήταν αντικείμενο της επιρροής και του ελέγχου της ιεραρχίας, αφού πολλές εκδηλώσεις της οικογενειακής ζωής ήταν ταυτόχρονα κοινωνικές και θρησκευτικές (αρραβώνες, γάμοι, βαπτίσεις, κηδείες, κλπ) (4). Η ορθόδοξη εκκλησία, χρησιμοποιούσε πάντοτε τους μεικτούς γάμους ως μέσο προσηλυτισμού των πιστών άλλων δογμάτων.

 Υπήρχαν επίσης οθωμανοί μουσουλμάνοι που βρέθηκαν είτε οικειοθελώς είτε ως αιχμάλωτοι ή σκλάβοι σε χριστιανικές χώρες κι ασπάστηκαν τον χριστιανισμό. Οι αιχμάλωτοι και οι σκλάβοι προέρχονταν κατά κανόνα από τις επιδρομές των χριστιανών κουρσάρων στη Μεσόγειο κι από πολέμους. Όσοι είχαν δυνατότητα να εξαγοράσουν την ελευθερία τους παρέμεναν μουσουλμάνοι  πολλοί, ωστόσο, γίνονταν χριστιανοί με την ελπίδα να βελτιώσουν τη μοίρα τους.(5)

Οι όροι του εκχριστιανισμού των μουσουλμάνων και στα δύο δογμάτα, ήταν διαφορετικοί.

Για τους μουσουλμάνους έχει επικρατήσει σε πολλές χώρες το εδάφιο του Κορανίου σύμφωνα με το οποίο  « η ένωση ... με τις γυναίκες καλής καταγωγής που αποτελούν μέρος του λαού στο οποίο παραδόθηκε η Βίβλος πριν από μας, είναι επιτρεπτή». Το εδάφιο αυτό αναφέρεται μόνο στον άντρα μουσουλμάνο. Η γυναίκα μουσουλμάνα δεν μπορεί να παντρευτεί νόμιμα παρά μόνο με μουσουλμάνο. Σε αντίθετη περίπτωση ο γάμος είναι άκυρος. Εάν παρ' όλα αυτά πραγματοποιηθεί γάμος η γυναίκα τιμωρείται με 40 μαστιγώματα. Σημαντική διάταξη για τους μουσουλμάνους αποτελεί η απαγόρευση μεταβίβασης της κληρονομιάς στη σύζυγο διαφορετικής θρησκείας, καθώς και το ότι σε περίπτωση χωρισμού η μη-μουσουλμάνα γυναίκα μπορεί να κρατήσει τα παιδιά της μέχρι την ηλικία των 5 ετών και  μετά την κηδεμονία τους την αναλαμβάνει ο πατέρας.(6)

 Βέβαια ορισμένοι Ορθόδοξοι ναοί θα μετατραπούν σε Καθολικούς , ενώ η χειροτόνηση Ορθοδόξων ιερέων θα γίνεται κι από Καθολικούς ιερωμένους… 0 κόσμος της υπαίθρου αριθμούσε, γενικότερα, πολλούς ορθόδοξους ιερωμένους, με κοινωνικό κύρος στα χωριά και μεγάλη επιρροή στους κατοίκους. Επιπλέον, στην κοινωνία της ενδοχώρας συγκαταλέγονταν καθολικοί εφημέριοι (capellani), συχνά με προέλευση κι από το τοπικό καθολικό στοιχείο και ιερουργούσαν, συνήθως περιστασιακά, στους επίσης λιγοστούς λατινικούς ναούς. Μολονότι συνήθως απουσίαζαν οι επίσκοποι από την έδρα τους, αποτελούσαν σημαντικό οικονομικό παράγοντα στον αγροτικό χώρο, αφού συνέχιζαν να λαμβάνουν τις εκκλησιαστικές προσόδους πού προέρχονταν από την ενοικίαση των γαιών της επισκοπής σε πολυάριθμους χωρικούς, καλλιεργητές, τεχνίτες, ορθόδοξους κληρικούς.

Σημειωτέον στη ζωή των Ενετών αλλά και των Επτανησίων υπάρχει και ζει ένα έντονο θρησκευτικό περιβάλλον, αλλά αφού η κοινή και αρμονική συμβίωση ορθοδόξων και καθολικών είναι επιβεβλημένη, αναγκάζονται να συνυπάρξουν παραμερίζοντας τις θρησκευτικές τους διαφορές  . Οι Έλληνες, αν δεν είχαν ιερέα στον τόπο τους, προσεύχονταν στις Καθολικές εκκλησίες, εξομολογούνταν στους πνευματικούς των και έπαιρναν απ’ αυτούς τη θεία μετάληψη. Από την άλλη πλευρά οι άνθρωποι που  θέλουν να παντρευτούν, να βαπτίσουν τα παιδιά τους κλπ. Που θα πάνε; Στους ναούς  θα πάνε. Και εκεί θα βρουν Λατίνους παπάδες. Κι ο κόσμος ίσως αναγκάζονταν να εκλατινιστεί. Τι απλούστερο; Αλλά ο κόσμος στην εκκλησία πήγαινε με το ορθόδοξο ημερολόγιο. Όταν  λ.χ.  ήταν η εορτή του αγίου Φραγκίσκου, δεν πήγαιναν. Αλλά του αγίου Γεωργίου γέμιζε η εκκλησία. Τι να κάνουν οι παπάδες; Οπότε λειτουργούσαν. Οι ιερείς έψελναν λατινικά και οι πιστοί δεν καταλάβαιναν τίποτα. Συγκεκριμένα στα χρόνια της Ενετοκρατίας, στην Κέρκυρα και στα υπόλοιπα Επτάνησα επετράπη στους  ορθόδοξους  να μην ακολουθούν το γρηγοριανό ημερολόγιο αλλά το Ιουλιανό. Αργότερα, οι Καθολικοί (Λατίνοι) ζήτησαν να ακολουθούν και αυτοί το Ιουλιανό ημερολόγιο κατά τις κινητές και ακίνητες εορτές. Είναι γεγονός ότι υπάρχει ανοχή που χαρακτηρίζει τη στάση της Γαληνοτάτης απέναντι στην ορθόδοξη εκκλησία, λόγω κυρίως της τάσης της να ανεξαρτητοποιηθεί από τον Πάπα. Ο Σπυρίδων Κ. Παπαγεωργίου (Ιστορία της Εκκλησίας της Κέρκυρας – Κέρκυρα 1920, σελ. 60) γράφει «είχαν συμβεί εν τω μεταξύ έκτροπα μεταξύ των ανατολικών και των λατίνων,  εορταζόντων, των δευτέρων ενίοτε κατά σύμπτωσιν το Πάσχα εαυτών χαρμοσύνως, καθ’ ήν εβδομάδα οι ανατολικοί  εόρταζον το Πάσχα του Σωτήρος πενθίμως»..Οι ποικίλες αυτές επιδράσεις έκαναν μεγάλη εντύπωση στους Έλληνες των αμιγών Ορθοδόξων περιοχών και ιδίως στους αυστηρούς μοναχούς του Αγ. Όρους.

«Kάποιος αγιορείτης μοναχός  στα μέσα του 16ου αιώνα συνέθεσε ένα κείμενο πολεμικής το οποίο στρεφόταν κατά των κερκυραίων συγχρόνων του. Το κείμενο φέρει τον τίτλο

 «Τα σφάλματα και αιτιάματα των Κερκυραίων ήγουν Κορυφιατών δι’ ά αυτούς αποστρεφόμεθα»  Ο συγγραφέας καταγράφει εκεί έντεκα «σφάλματα» που σχετίζονται με πρακτικές της τοπικής Ανατολικής Εκκλησίας. Τι ήταν όμως αυτό που τόσο πολύ ενόχλησε τον συγγραφέα; Κατ’ αρχήν ήταν οι θρησκευτικές τελετές που γίνονταν με τη συμμετοχή και των δύο Εκκλησιών, στα ελληνικά και τα λατινικά, σε όλη τη διάρκεια του έτους.Ο συγγραφέας αναφέρει τρεις:

α) τη συλλειτουργία στη μνήμη του αγίου Αρσενίου, τοπικού αγίου της Ανατολικής Εκκλησίας, που γινόταν σε ξεχωριστά αλτάρια μέσα στη λατινική μητρόπολη, στη διάρκεια της οποίας, όπως σημειώνει, «ο δε λαός, άμφω τα γένη, ίστανται αναμεμιγμένοι και εις τας δύο τραπέζας, συνευχόμενοι και συμψάλλοντες άμα»

β) την περιφορά του επιτάφιου το Πάσχα, τον οποίο κρατούσαν λατίνοι και ανατολικοί ιερείς ακολουθούμενοι από πιστούς και των δύο δογμάτων, «ένα ομού πάντες», σε μια λιτάνευση εντός της πόλης που ξεκινούσε από την λατινική μητρόπολη

 γ) την κοινή λιτάνευση στην εορτή της Αγίας Δωρεάς (Corpus Domini),κατά την οποία τα δύο δόγματα «συμφορούν και συμψάλλουν άμα και γίνονται οι πάντες εν», και στην οποία ήταν υποχρεωμένος να συμμετέχει ο ανατολικός κλήρος ολόκληρου του νησιού, στοιχείο ενδεικτικό της σημασίας της τελετής.

Πέρα από τις κοινές τελετές, ο συγγραφέας καταγγέλλει τους δημόσιους πολυχρονισμούς που γίνονταν στις δεσποτικές εορτές τις παραμονές των Χριστουγέννων και των Επιφανείων, όταν ο ανατολικός κλήρος απηύθυνε ευχές στους προκαθημένους της Λατινικής Εκκλησίας, τον πάπα και τον τοπικό αρχιεπίσκοπο.

Τέλος, στον κατάλογο των «σφαλμάτων» ο συγγραφέας προσθέτει τη σύναψη μεικτών γάμων και μεικτών συντεκνιών, αλλά και τη συμμετοχή ανατολικών ιερέων στις κηδείες Λατίνων όπου συμψάλλουν με τα ιερατικά τους άμφια– πρακτικές όλες πολύ διαδεδομένες.»(7)

 Όμως δεν ήταν όλα ρόδινα. Οξύτητα στις σχέσεις Ορθοδόξων-Καθολικών συναντούμε συχνά στην βενετοκρατούμενη Επτάνησο, όπου ο Καθολικός κλήρος καταπιέζοντας την θρησκευτική συνείδηση των Ορθοδόξων προκαλούσε την αγανάκτησή τους.

 Συχνά ο κλήρος αυτός ανάγκαζε τους Ορθοδόξους, τους αφοσιωμένους με πίστη στα πατροπαράδοτα, ν’ αναβαπτίζουν τα παιδιά τους σύμφωνα με τους τύπους της Καθολικής «εκκλησίας» ή να τελούν το μυστήριο της θείας ευχαριστίας με «άζυμον άρτον», ή τούς παρενοχλούσε με διάφορους άλλους τρόπους. Είναι όμως αλήθεια, ότι ο φίλος των ελληνικών γραμμάτων και σπουδών πάπας Λέων ο 10ς όρισε όπως ο ορθόδοξος κλήρος και οι κάτοικοι ασκούν απερίσπαστοι τα θρησκευτικά τους καθήκοντα (18 Μαΐου 1521). Οι συνεχιζόμενες όμως καταπιέσεις του Καθολικού κλήρου αναγκάζουν τον πάπα Κλήμη 7ο (1523-1534) στις 20 Μαΐου 1526 και τον πάπα Παύλο 3ο  (1534-1549) στις 8 Μαρτίου 1546 να επικυρώσουν με νέα θεσπίσματα τις διατάξεις του Λέοντα. Σύμφωνα με το τελευταίο έγγραφο, ο Παύλος 3ος  αποφασίζει -ύστερα από εισήγηση του πρωτοπαπά Κερκύρας Λουίζου Ραρτούρου- να λειτουργούν ελεύθερα οι Έλληνες ιερείς, να θάβουν, να βαφτίζουν και να περιάγουν το σταυρό κατά τις δημόσιες τελετές. Οι Βενετοί επίσης για λόγους πολιτικής σκοπιμότητας "Siamo prima Veneziani e poi Cristiani", προσπαθούσαν να προστατεύσουν τούς Ορθοδόξους των κτήσεών τους από τις πιέσεις αυτές ή τουλάχιστον να τις μετριάζουν.(8)

Το 1542 αρχίζει να λειτουργεί  η Ιερά Εξέταση. Από τον ίδιο χρόνο η Γαληνότατη οφείλει να υποβάλει υπό τον έλεγχο του δικαστηρίου της Ιεράς Εξέτασης (Saint – Office) τους δικαστές αλλά και τα ιερά εξεταστήρια της Βενετίας τα οποία στις κτήσεις της επιτηρούσαν αρκετά χλιαρά τη θρησκευτική σκέψη.

Η Βενετία, κράτος παραδοσιακά καθολικό, αντιτάσσεται στην ασυδοσία που εκδηλώνεται κατά την άσκηση της παπικής δικαιοδοσίας και επιχειρεί ένα άνοιγμα προς τον καθόλου ευκαταφρόνητο  πληθυσμό των ελληνορθόδοξων υπηκόων της (sudditi di rito greco), αναβαθμίζοντας έτσι το ρόλο τους κι εξασφαλίζοντας, μεταξύ άλλων, ένα πολύτιμο σύμμαχο τόσο απέναντι στον τουρκικό κίνδυνο, όσο και στη διαμάχη της με τον πάπα. Ο σύμβουλος της Γερουσίας μοναχός Paolo Sarpi  (ειδικός στο εκκλησιαστικό δίκαιο ), προσωπικότητα διορατική,  αντιλαμβάνεται αμέσως τη χρησιμότητα της ορθόδοξης εκκλησίας και των πιστών της προκειμένου την επίτευξη των στόχων της εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής της πατρίδας του. Κάτω από αυτό το πρίσμα, ο Sarpi θα φροντίσει ώστε να περιοριστούν οι παρανομίες της ρωμαϊκής εκκλησίας και των ιεροεξεταστών της  που επιδίωκαν να εκδικάζουν υποθέσεις ελληνορθόδοξων Βενετών υπηκόων. Θα τονίσει μάλιστα ότι αυτοί ήταν υποκείμενοι στην εξουσία είτε των βενετικών πολιτικών αρχών, είτε του ορθόδοξου κλήρου και  δεν ήταν υποχρεωμένοι να αναγνωρίζουν τη δικαιοδοσία μιας αρχής (Αγία Έδρα και κατ ' επέκταση Ιερά Εξέταση) που δεν εξυπηρετούσε τα βενετικά συμφέροντα. Την άποψη του αυτή, θα την εφαρμόσει πιστά μέχρι το τέλος της θητείας του (1623), σε κάθε περίπτωση που θα του ζητηθεί να γνωμοδοτήσει για το ζήτημα αυτό, γεγονός που διαφαίνεται μέσα από τα συμβουλές του και ιδιαίτερα μέσα από τον κανονισμό που συνέταξε σχετικά με τον τρόπο λειτουργίας και τις αρμοδιότητες της Ιεράς Εξέτασης στο βενετικό κράτος ("Sopra  l officio dell' inquisizione"). Κατ ' αυτό τον τρόπο, θα διαχωρίσει την πολιτική της Γαληνότατης από τον απολυταρχισμό και το δικαιοδοτικό επεκτατισμό της καθολικής εκκλησίας και θα απαλλάξει  τη Βενετία από τη δύσκολη θέση, στην οποία είχε περιέλθει εξαιτίας της προσκόλλησης της στο άρμα της curia romana κατά τη διάρκεια του 16ου αιώνα. Ο Sarpi, οπαδός της διατήρησης της ανοχής απέναντι στις θρησκευτικές μειονότητες των Ελλήνων, των Εβραίων, των Γερμανών και των Αρμενίων που ήταν εγκατεστημένες στα βενετικά εδάφη, εισηγήθηκε την αναμόρφωση του θεσμού της Ιεράς Εξέτασης, επειδή ερχόταν σε σύγκρουση με τα βενετικά συμφέροντα. Έτσι, στα χρόνια του διασφαλίστηκαν τα κεκτημένα δικαιώματα των παραπάνω μειονοτήτων και  περιορίστηκαν οι αρμοδιότητες της ρωμαϊκής Ιεράς Εξέτασης σχετικά με την απαγόρευση των βιβλίων και την εκδίκαση υποθέσεων μη καθολικών υπηκόων. Καθορίστηκε επίσης η θέση του ιεροεξεταστή ως δικαστικού οργάνου, με αρμοδιότητα μόνο σε καθαρές περιπτώσεις αιρετικών δοξασιών, ενώ έγινε ουσιαστικότερη η επιτήρηση και η παρέμβαση των λαϊκών μελών του δικαστηρίου της Ιεράς Εξέτασης. Οι  δικαστικές διαδικασίες και η έκδοση των δικαστικών αποφάσεων, ατόνησαν, παρόλο που δεν έπαψαν να υφίστανται  και τέλος ελαττώθηκαν οι παραπομπές κατηγορουμένων στη Ρώμη. Ας επισημανθεί επίσης, ότι όλα αυτά έγιναν εφικτά χωρίς να θιγεί άμεσα η ισορροπία στις σχέσεις Βενετίας-Ρώμης που είχε επιτευχθεί κατά το δεύτερο μισό του 16ου αι.(9)

  Ο Λατινικός κλήρος, αν και είχε υψηλότερο επίπεδο μόρφωσης, δεν κατόρθωσε να αλλοτριώσει τις ψυχές των ορθοδόξων, οι οποίοι παρέμειναν πιστοί στην Ανατολική Εκκλησία και το δόγμα της, με επίκεντρο το ιερό σκήνωμα του Αγίου Σπυρίδωνος, που μεταφέρθηκε στο νησί μαζί με το λείψανο της Αγίας Θεοδώρας της Αυγούστας στα τέλη του 15ου αι. Ο Άγιος κατάφερνε να συνενώνει όλους τους πιστούς του νησιού, παρακάμπτοντας ακόμη και τις δογματικές διαφορές. Παρά τις λατρευτικές διαφορές των δύο δογμάτων, οι Βενετοί, για λόγους σκοπιμότητας, καθιέρωσαν μικτές τελετές με τη συμμετοχή λατινικού και ορθοδόξου κλήρου επ’ευκαιρία θρησκευτικών ή άλλων εορτών με πολιτικό περιεχόμενο.(10)

Η θέση του Πρωτόπαπα ήταν πολύ επικερδής αφού μπορούσε να εξασφαλίσει εργασία ή διορισμούς σε κάποια εκκλησιαστική -θέση σε ανθρώπους του περιβάλλοντος του.  Επομένως ασκούσε εξουσία έχοντας  τα μέσα εκείνα που ήταν αναγκαία σε μια κοινωνία, της όψιμης Βενετοκρατίας στα Επτάνησα. Η διαφθορά, οι περιπτώσεις χειροτονίας ή προαγωγής κληρικών και μοναχών σε εκκλησιαστικά αξιώματα, με οικονομικά  ανταλλάγματα ,αλλά, και οι καταχρήσεις ήταν κοινή πρακτική. Αντίστοιχα και πλέον ισχυρή ήταν η θέση του Λατίνου Αρχιεπισκόπου.

 Ο προσηλυτισμός ως μεγέθυνση της επιρροής του Πρωτόπαπα στους πιστούς ήταν αυτοσκοπός. Τα εισοδήματά της εκλησίας προέρχονταν κυρίως από τα χρήματα που έπαιρναν  από τους γάμους, τις βαπτίσεις και τις κηδείες, όμως η πιο αποδοτική δραστηριότητα ήταν ο αφορισμός ενδεικτικός της ευπιστίας και της αμάθειας των λα’ι’κών στρωμάτων. Για ασήμαντη αφορμή μπορούσε οποιοσδήποτε καταβάλλοντας στον ιερέα ένα διόλου ευκαταφρόνητο  χρηματικό ποσό  να αφορίσει τον γείτονά του με τον οποίο είχε διαφορές. Ο προσβαλλόμενος μπορούσε να απαντήσει με ανάλογο τρόπο και υψηλό τίμημα επιδιώκοντας αντιαφορισμό.  Η μαύρη αυτή τελετή γινόταν πιο επίσημη, αν με το ανάλογο αντίτιμο παρευρισκόταν  και ο πρωτόπαπας. Γινόταν δημόσια, μπροστά στο δρόμο που ήταν το σπίτι του υποψήφιου για αφορισμό ή στη Δημόσια πλατεία. Πρωτοπαπάς και οι ιερείς που τον συνόδευαν, όλοι ντυμένοι στα μαύρα, βάδιζαν κρατώντας μαύρο κερί, έναν μεγάλο σταυρό και μια μαύρη σημαία. Ακολουθούσε η απαγγελία του αφορισμού συνοδεία σπασμωδικών κινήσεων του Πρωτοπαπά, ο οποίος με το πέρας της τελετής έφευγε τινάζοντας το ράσο του.Κάθε Χριστιανός που θα τολμούσε να επικοινωνήσει με οποιοδήποτε τρόπο με τον αφορισμένο, υπόκειται  κι αυτός στον ίδιο αφορισμό. Η διαδικασία αυτή επέφερε δέος και πανικό, στοιχεία που εκμεταλλευόταν κατάλληλα η εκκλησία, προκειμένου να συντηρεί και να διαιωνίζει τις δεισιδαιμονίες και τις προλήψεις του αμόρφωτου πλήθους. Η μέθοδος αυτή αξιοποιήθηκε και από τους Βενετούς, για να συνετίσουν απείθαρχους χωρικούς και έτσι είχαμε αφορισμούς ολόκληρων χωριών, προκειμένου οι υπήκοοι να συμμορφώνονται με τις διαταγές της διοίκησης (11)

Χρήματα έναντι προσευχών, ένα ιδιαίτερο σύστημα συναλλαγών που οδήγησε σε πλουτισμό ιερωμένους και εκκλησία. Όσοι είχαν την οικονομική ευχέρεια μπορούσαν να αγοράσουν μία θέση στον Παράδεισο, πληρώνοντας τους ιερωμένους για να προσεύχονται για τις δικές τους αμαρτίες.

Μέσα σ’ αυτό το σκοταδισμό και το πέπλο φόβου που είχαν δημιουργήσει οι πατέρες των εκκλησιών, οι επιλογές της ύπαρξης κάθε ατόμου ήταν πολύ περιορισμένες .Ένα πέπλο ανασφάλειας απλώνονταν παντού. Εχθροί που ήθελαν την στρατιωτική σου  υποταγή, συμφέροντα που ήθελαν να σε υποτάξουν για την οικονομική τους κυριαρχία, εκκλησία που ήθελε να υπακούς τυφλά τους νόμους της απομυζώντας  τις οικονομίες σου, σε οδηγούσαν μεταξύ των κακών στην επιλογή του προσηλυτισμού μήπως κι ακουμπήσεις κάπου και ελαφρυνθείς από όλα αυτά.

Οι προς προσηλυτισμό ήταν υποχρεωμένοι να δώσουν πληροφορίες για την μέχρι τότε ζωή τους, γιατί αποφάσισαν να προχωρήσουν και να αλλάξουν το θρήσκευμα που μέχρι τότε είχαν, τις αμαρτίες που είχαν κάνει κ.λ.π. Έτσι δημιουργούνταν μικρές ιστορίες στα Κερκυραϊκά αρχεία των δογμάτων. Δηλαδή  το κάθε άτομο  αποκτούσε,  κατά δική του δήλωση, μία ταυτότητα.

Το ερώτημα που τίθεται, είναι , εάν οι ομολογίες αυτές αφορούν μια φευγαλέα έννοια της ταυτότητας ή αποτελούν ιστορίες βασιζόμενες σε πραγματικά γεγονότα. Αυτές οι ζωντανές μικρο-μαρτυρίες  ήταν  ο τρόπος που επέλεξαν οι Εβραίοι και οι Μουσουλμάνοι, να παρουσιάσουν την ταυτότητά τους για να πετύχουν τον προσηλυτισμό τους. Η  αλλαξοπιστία  των γυναικών ,φαίνεται ότι ήταν σε σημαντικό βαθμό αλληλένδετη με ζητήματα  γάμου. Σε κάθε περίπτωση, στα μάτια αυτών των γυναικών, ο χριστιανικός κόσμος στο νησί, φαινόταν να προσφέρει περισσότερες ή καλύτερες ευκαιρίες  στο κερκυραϊκό πλαίσιο  και ήταν ανοιχτές να εκμεταλλευτούν αυτές τις ευκαιρίες συμβάλλοντας έτσι, σε σημαντικό βαθμό στην ανασυγκρότηση της κοινωνίας της Κέρκυρας.

Για να αντιληφθούμε την πραγματικότητα της εποχής του προσηλυτισμού διάφορων ανθρώπων σε θρησκευτικά δόγματα, πρέπει να παρουσιάσουμε την εικόνα των ανθρώπων της πόλης. Η εθνοτική καταγωγή και η κοινωνική θέση  συνέθεταν και παρουσίαζαν ένα συναρπαστικό μωσαϊκό και διασταυρούμενες  πραγματικότητες:

Ευγενείς με  περούκες και ξίφη και πολιτειακοί που τους μιμούνται, βίαιοι κολλητοί που διέδιδαν το φόβο, νόθοι που εάν δεν αναγνωρίζονταν ζητιάνευαν στους δρόμους, επαίτες κυρίως από άλλες περιοχές, ανεξιχνίαστες εξαφανίσεις κ.λ.π.

Θα ήταν παράληψη εάν δεν αναφέρουμε ένα από τα γεγονότα που συντάραξαν την εποχή και στο οποίο αναπαριστάτε   η εικόνα της πόλης την εποχή εκείνη. Στην τελευταία περίοδο της βενετοκρατίας, ένα ατυχές συμβάν έφερε τις ήδη τεταμένες σχέσεις μεταξύ Εβραίων και Χριστιανών σε κρίσιμο σημείο.

Το δράμα  εξελίχθηκε γύρω από την αλλαξοπιστία της Ραχήλ Βιβάντε.Η Ραχήλ εγκατέλειψε το πατρικό της σπίτι τις 17 Απριλίου 1776. Κατά την ομολογία της δεν ήθελε να παντρευτεί τον ξάδελφο της Μεναχέμ Βιβάντε. Εκμυστηρεύτηκε στον κομμωτή της Νικολέττο τον αναπτυσσόμενο έρωτα της με τον Σπυρίδωνα Βούλγαρη. Συγγενείς και φίλοι προσπαθούσαν να την αποτρέψουν κακοχαρακτηρίζοντας τον Βούλγαρη ως «Νεαρός τραμπούκος από την πόλη της Κέρκυρας» κι άλλα πολλά. Η Ραχήλ είχε κλείσει τα αυτιά της σ’ αυτές τις φήμες και ζήτησε από τον Νικολέτο, τον κομμωτή, να ενημερώσει τον Σπυρίδωνα ότι ήταν πρόθυμη να δραπετεύσει μαζί του και ότι θα το έκανε το συντομότερο δυνατό. Κανονίστηκε η απόδραση. Όταν ήρθε η συμφωνημένη νύχτα, η Ραχήλ δεν ξέφυγε μόνη της. Τη συνόδευαν δύο υπηρέτες της οικογένειας Βιβάντε, η νεαρή Εβραία Viola Dosmo, ορφανή που μεγάλωσε στο σπίτι της οικογένειας και ο Iseppo, ένας Ιταλός στρατιώτης που υπηρετούσε στο σπίτι του Vivante.Η Ραχήλ πήρε επίσης μαζί της μια αρκετά αξιοσέβαστη ποσότητα κοσμημάτων. Την επόμενη μέρα δόθηκε εντολή να την ψάξουν σε ολόκληρη την πόλη. Παράλληλα ο αξιωματικός Orobon και ο συνταγματάρχης Campo από την τοπική φρουρά, ενημερώθηκαν από τον Signor Zuanne Trivoli, έναν ευγενή που ανήκε σε αντίπαλο στρατόπεδο της οικογένειας των Bulgari, ότι η Rachel κρυβόταν στο σπίτι του ιερέα Pietro Tassi. Έξω από το σπίτι Βαρούχα που τελικά οδηγήθηκε η Ραχήλ για να προστατευτεί , συγκεντρώθηκε πλήθος κόσμου. Βγαίνοντας η κοπέλα για να πάει στην εκκλησία περιγράφει¨ «Μόλις έφυγα από εκείνο το σπίτι βρέθηκα περιτριγυρισμένη από έναν μεγάλο αριθμό ανθρώπων, που πιστεύω ότι ήταν όλοι οι κύριοι της χώρας, και πολλοί άλλοι Έλληνες». Ο πατέρας του Σπυρίδωνα, συνοδευόμενος από το πλήθος, οδήγησε τη νεαρή Ραχήλ μέσα από τους δρόμους της πόλης στην εκκλησία της Αντιβουνιώτισσας, όπου είχαν ήδη γίνει οι προετοιμασίες για τη βάπτισή της. Χιλιάδες άνθρωποι, σχεδόν όλοι Έλληνες, ήταν γύρω από την Εκκλησία καταλαμβάνοντας ολόκληρη τη μεγάλη σκάλα νιώθοντας μια τεράστια ζύμωση. Ο πατέρας του Σπυρίδωνα με την Ραχήλ  έφθασαν στην εκκλησία και άρχισε η τελετή της βάπτισης, αλλά σύντομα διέκοψε ο συνταγματάρχης Κάμπο, ο οποίος είχε έρθει χτυπώντας τις κλειδωμένες πόρτες της εκκλησίας και φωνάζοντας ότι έφερε εντολές από τον Γενικό Προβλεπτή να σταματήσει την τελετή. Ο Αυγουστίνος Βαρούχας άνοιξε απροσδόκητα μια από τις πόρτες της εκκλησίας, αφήνοντας τον συνταγματάρχη Κάμπο να μπει. Ακολούθησαν βίαιες σκηνές: οι ιερείς έκλεισαν το κορίτσι στο ιερό, ο Τζιοβάνι Μπατίστα Βούλγαρη επιτέθηκε στον Βαρούχα, του οποίου η περούκα πετάχτηκε από το κεφάλι του και ο συνταγματάρχης Κάμπο τελικά απωθήθηκε έξω από την εκκλησία.  Η λειτουργία συνεχίστηκε και ο Τζιοβάνι Μπατίστα υποχρέωσε τον Βαρούχα να γίνει νονός της Ραχήλ κάτι που τελικά έγινε δίνοντάς της το όνομα Αικατερίνη. Μετά την ολοκλήρωση της βάπτισης, ο Σπυρίδων Βούλγαρης μπήκε στην εκκλησία αναγκάζοντας τους φρουρούς που είχε τοποθετήσει ο συνταγματάρχης Κάμπο να σταθούν έξω από τις πόρτες της εκκλησίας και ακολούθησε ο γάμος. Το επεισόδιο αυτό συνοδεύτηκε από σωρεία αντιεβραϊκών ενεργειών. Το πλήθος εκστόμιζε αντιϊουδαϊκά συνθήματα, γεμάτα θρησκευτικό φανατισμό, που δεν είχαν να κάνουν με το γεγονός αυτό καθεαυτό. Ο χριστιανικός όχλος ζητούσε η Εβραιοπούλα να γίνει Χριστιανή: …Εξήψεν η φωνή του εφημερίου του Αγίου Σπυρίδωνος, ως πατρός του μελλονύμφου, προσκαλέσαντος τους Ορθόδοξους Χριστιανούς να λάβωσιν υπέρ πίστεως τα όπλα. Παράφρον δε τότε γενόμενον το πλήθος εκ της χαράς δι’ όσα υπερνίκησε, απήτησε να τελεσθώσι τα μυστήρια του βαπτίσματος πρώτον και αμέσως τα του γάμου … ήταν ο θρίαμβος του χριστιανισμού. Γύρω από το γεγονός πλάσθηκε ένας ολόκληρος λαϊκός μύθος, που διαδόθηκε σε έμμετρη μορφή και τραγουδήθηκε στις γειτονιές της Κέρκυρας μέχρι και την προπολεμική εποχή. Μία παραλλαγή του είναι η ακόλουθη:

Της κόρης του Βιβάντε

Ακούσατε τι εστάφθη  κάτου στην Οβριακή

 στο σπίτι του Βιβάντε του καλού μαρκάντε

 τρομερού πραματευτή.

Πάει το κορσίντο ένα βράδυ βρίσκει τη Σάρη μοναχή

και τηνε τσιμπάει και τηνε γαργαλικάει

και στο στόμα γλυκά τηνε φιλεί.

Βγαίνει η μάνα της και κράζει

βρε χαζουλού Οβριακή.

 Εκείνη δεν απολογιέται

 κι ορθά κι ανάποδα κυλιέται

 μ’ αυτόν τον κατεργάρη –μάνα-

μιαν να τηνε νατηνε στεφανωθεί.

Παίρνει μια σκάλα κι ανεβαίνει και τσακίζει το γυαλί,

 βλέπει τη Σάρη την καημένη δειλιασμένη

στο κραβάτι σαν τραΐ.(12)

Οι ταραχές συνεχίστηκαν για μεγάλο χρονικό διάστημα και στο τέλος η μακροχρόνια παραμονή της Κερκυραϊκής οικογένειας Βιβάντε έληξε με τη μετοίκησή της στη Βενετία.

Η Ραχήλ πάλεψε για το δικαίωμά της στην επιλογή, ανεξάρτητα αν αυτό την έκανε ευτυχισμένη ή όχι. Σίγουρα επρόκειτο για κάτι παραπάνω από ενδιαφέρουσα προσωπικότητα, αφού το γεγονός ότι προερχόταν από τόσο εύπορη οικογένεια περιόριζε ακόμη περισσότερο την ελευθερία της. Όπως κι άλλες γυναίκες που επέλεξαν να βαπτιστούν, πριν και μετά από αυτήν, και να ορίσουν μόνες τους τη ζωή τους, ανεξάρτητα από τις επιταγές και τις επιλογές της οικογένειάς τους, έτσι και η Βιβάντε θα μπορούσε να έχει μια διαφορετική εξέλιξη σε μια άλλη κοινωνία. Προς το παρόν συγκαταλέγεται, κατά τη γνώμη μας, στις ενδιαφέρουσες προσωπικότητες της εβραϊκής κοινότητας. Το πρόβλημα ωστόσο παραμένει. Γιατί η συγκεκριμένη βάπτιση είχε τόσο μεγάλο αντίκτυπο;

Από όλα τα προαναφερόμενα είναι εμφανές ότι το εκκλησιαστικό κατεστημένο και από τα δύο δόγματα θέλησε να σπάσει τις δεσμεύσεις  που επέβαλαν οι Βενετοί και να επιτεθούν οι μεν στους δε. Σκοπός η επικράτηση επί του αμόρφωτου πλήθους προκειμένου να αποκτήσουν μεγαλύτερη δύναμη. Ως προστάτιδα δύναμη η Βενετία, κατάφερε με αρκετά δημοκρατικό τρόπο, να επιβληθεί και να κρατήσει τις διαφορές σε ισορροπία για να υπάρξει σχετική γαλήνη. Τίμησε τον τίτλο της «Γαληνότατη Δημοκρατία της Βενετίας»   

 

  1. 1Daphne Lappa Variations on a Religious Theme Jews and Muslims From the Eastern Mediterranean Converting to Christianity, 17th & 18th Centuries European University Institute Department of History and Civilizatio
  2. 2Όπως πιο πάνω¨Daphne Lappa
  3. 3Κωνσταντίνος Λινάρδος Η Βενετοκρατία στον Ελλαδικό χώρο.
  4. 4Ι. ΚΑΡΔΑΣΗΣ ΠΡΟΣΗΛΥΤΙΣΜΟΣ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΑΛΩΣ Η Επίδραση του Παπισμού στον Ορθόδοξο χώρο μετά το Σχίσμα . https://fdathanasiou.wordpress.com/
  5. 5λένη Γκαρά -Γιώργος Τζεδόπουλος Χριστιανοί και μουσουλμάνοι στην Οθωμανική Αυτοκρατορία Συγγραφή σελ.189
  6. 6Παπαϊωάννου, Μαρία (2006, Ιόνιο Πανεπιστήμιο), Οι γάμοι μεταξύ Ελλήνων και αλλοδαπών στην Κέρκυρα (1980-2000). Δίγλωσση οικογένεια και εκπαίδευση σελ.100

7.Δάφνη Λάππα 'Ma pure vi è questa strada di mezzo'. Χριστιανοί του ανατολικού δόγματος στην πόλη της βενετικής Κέρκυρας. Μια θρησκευτικότητα της μεθορίου (16ος-18ος αι.)

 

  1. 8Ι. ΚΑΡΔΑΣΗΣ ΠΡΟΣΗΛΥΤΙΣΜΟΣ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΑΛΩΣΗ Επίδραση του Παπισμού στον Ορθόδοξο χώρο μετά το Σχίσμα (3) https://fdathanasiou.wordpress.com/2
  2. 9ΕΛΛΗΝΟΛΑΤΙΝΙΚΗ ΑΝΑΤΟΛΗ (13ος-18ος αι.) Α' ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΑΣΤΩΝ ΙΣΤΟΡΙΑΣ. Σ Eoa kai Esperia Vol. 3, 1997 ΣΤΑΘΗΣ ΜΠΙΡΤΑΧΑΣ ,ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΕΞΕΤΑΣΗΣ ΣΤΟΥΣ ΕΛΛΗΝΟΡΘΟΔΟΞΟΥΣ ΒΕΝΕΤΟΥΣ ΥΠΗΚΟΟΥΣ ΚΑΙ Ο PAOLO SARPI
  3. 10http://www.corfu.gr/Hellas/istoria.htm
  4. 11Maria Stylianou Η κοινωνία στο Ιόνιο κατά την όψιμη Βενετοκρατία https://www.academia.edu/35360019/%CE%97_
  5. 12Καραπιδάκης, «Για την εβραϊκή κοινότητα της Κέρκυρας»,σελ 152

 

Εάν παρατηρήσουμε τον χάρτη θα δούμε  το σημείο που βρίσκεται η Κέρκυρα. Η Βενετία στον Βορρά ,η Κωνσταντινούπολη ανατολάς και η Ισπανία των Αψβούργων δυτικά. Οι τρεις αυτές δυνάμεις ήταν οι κυρίαρχες της Μεσογείου στην υπό εξέταση περίοδο. Δημιουργήθηκε ένα κλίμα καχυποψίας κι εχθρότητας μεταξύ τους. Το ενδιαφέρον της  κάθε μιας από αυτές , απέναντι στις στρατιωτικές ενέργειες  των αντιπάλων τους, ήταν θέμα  βασικής ύπαρξης τους και  επιβολής τους. Υπήρξε σύγκρουση Ισπανίας και  Βενετίας σχετικά με την επαναπροσέγγιση με την Υψηλή Πύλη.Η  Βενετο-οθωμανική συνθήκη που υπογράφηκε μόλις δύο χρόνια μετά την ήττα του Οθωμανικού στόλου στην ναυμαχία της Ναυπάκτου, (1571) είχε ως αποτέλεσμα να διαλυθεί η Ιερή Συμμαχία. Ταυτόχρονα υπήκοοι του κράτους, προστατεύοντας τα συμφέροντα της κυβέρνησής τους,  ασχολούνταν και με την κατασκοπεία. Κάθε δύναμη θα εξαπέλυε ένα κύμα από κατασκόπους και πληροφοριοδότες για να συμπληρώσουν το έργο της επίσημης διπλωματίας σε περιόδους κρίσης. Εργασίες οχύρωσης και κινήσεις στόλου μακριά από τη ναυτική του βάση ήταν απαραίτητο να τις γνωρίζει ή να μη τις γνωρίζει ο αντίπαλος.

   Η διερεύνηση αρχειακού υλικού που φυλάσσεται στα Εθνικά Αρχεία της  Βενετίας αποκαλύπτει πολυάριθμες περιπτώσεις πληροφοριών και αντικατασκοπείας και ειδικότερα  στο πώς οι μυστικές υπηρεσίες και τα κατασκοπευτικά δίκτυα της Serenissima λειτουργούσαν. Αναπτύχθηκαν: η ταχύτητα μετάδοσης πληροφοριών, τα μέσα συλλογής των, η ασφάλεια των, η φύλαξη και διάδοση των ειδήσεων, η στρατολόγηση πλήθους πληροφοριοδοτών, η εξέλιξη της κρυπτογραφίας και στενογραφίας καθώς και πολλών  άλλων μέσων που χρησιμοποιήθηκαν.

   Τα τρία κύρια κέντρα πληροφοριών και διανομής κατασκόπων στην Αδριατική Θάλασσα, ήταν για λογαριασμό των Αψβούργων της Ισπανίας, η Ραγκούσα (σημερινό Ντουμπρόβνικ), η Νάπολη και η ίδια η Βενετία. Η Νάπολη ήταν η καρδιά του ισπανικού δικτύου κατασκοπείας αφού εκεί ήταν το γενικό αρχηγείο πληροφοριών που αφορούσαν την Ανατολή.

Λόγω της έλλειψης ταχυδρομικού δικτύου των Οθωμανών μέχρι τον δέκατο έκτο αιώνα, αυτοί θα χρησιμοποιούσαν βενετσιάνους αγγελιοφόρους για κάθε αλληλογραφία με τη Δύση, παρά τους υποκείμενους κινδύνους. Ακόμη και οι Οθωμανοί κατάσκοποι θα χρησιμοποιούσαν το βενετικό ταχυδρομικό σύστημα. Συνεπώς, προκειμένου να διασφαλιστεί η ακεραιότητα του σοβαρού και  αποφασιστικού μηνύματος  και των πληροφοριών, οι μυστικές υπηρεσίες κάθε εξουσίας ανέπτυξαν διάφορες μορφές ασφαλέστερων επικοινωνιών, όπως η κρυπτογραφία και η στενογραφία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα  ήταν η τεχνική όπου το γράμμα θα γραφόταν χρησιμοποιώντας αόρατο μελάνι που εξάγεται από χυμό λεμονιού. Σε αυτή την περίπτωση, για να διαβάσει κανείς το γράμμα έπρεπε  να το ζεστάνει στη φωτιά.

 Ισπανοί,  Βενετοί και  Οθωμανοί συγκέντρωσαν τις προσπάθειές τους στην λήψη και διασταύρωση πληροφοριών και η επιτυχία αυτή θα οφείλονταν   με τη στρατολόγηση πληροφοριοδοτών κάθε κράτους. Αξίζει να αναφέρουμε ότι οι Ισπανοί για τον λόγο αυτό, ανέπτυξαν σχέσεις με άτομα από την εκεί ελληνική κοινότητα, για παράδειγμα με μέλη των οικογενειών Βαρέλη, Γλυτζούνη, Siguro, Bustronio, Ευδαιμογιάννη κ.α. Όσον αφορά τη Βενετία το επιστέγασμα των προσπαθειών των κατασκόπων ήταν σίγουρα η συσχέτιση τους με άτομα που ανήκαν στην ανώτερη διοίκηση,  με τις παραδοσιακές τάξεις του Ενετικού Κράτους, όπως γραμματείς του Συμβουλίου των Δέκα.

Η Δημοκρατία του Αγίου Μάρκου [Repubblica di San Marco), κατά τον 15ο και  16ο αιώνα, είχε γίνει μια από τις μεγαλύτερες ναυτικές δυνάμεις  με αποικίες διάσπαρτες σε όλη τη Μεσόγειο και με εμπορική παρουσία τόσο στη χριστιανική όσο και στη μουσουλμανική γη. Ως αποτέλεσμα μπορούσε να συλλέξει πληροφορίες από διάφορα μέρη της Μεσογείου. Τα πλοία έφταναν σχεδόν σε καθημερινή βάση , μεταφέροντας ανθρώπους και κάθε είδους εμπορεύματα.  Κατά συνέπεια, οι αρχές της Serenissima βρίσκονταν σε επιφυλακή προκειμένου να συλλέγουν και να αξιολογούν τις πληροφορίες που ελάμβαναν. Για τον λόγο  αυτόν το 1402 ιδρύθηκε η Μυστική Καγκελαρία [Cancelleria Secreta) στο δουκικό παλάτι, που ήταν το υπεύθυνο όργανο συλλογής κι  αξιολόγησης των πληροφοριών .

Παράλληλα με αυτό, ενθάρρυναν την ανάπτυξη ενός δικτύου πληροφοριοδοτών  πολιτικού και εμπορικού περιεχομένου παρακολουθώντας όμως και το προσωπικό.

Το τρίτο αυτό δίκτυο, αποτελούνταν από άτομα διαφόρων επαγγελμάτων και κοινωνικού υπόβαθρου, που επιστρατεύτηκαν προκειμένου να εκτελούν αποστολές μεγαλύτερης ή μικρότερης σημασίας. Η  πλειοψηφία των κατασκόπων αυτών ήταν έμμισθοι.  Ήταν άνθρωποι καιροσκόποι κι αναλώσιμοι πληροφοριοδότες.

Οι πρεσβευτές ήταν τα μάτια και τα αυτιά της Βενετίας και απολάμβαναν διπλωματικής ασυλίας, στάθμευαν σε οποιαδήποτε χώρα  και παράλληλα με την προστασία των εθνικών τους συμφερόντων, είχαν πολλές ευκαιρίες να κατασκοπεύουν τους αντιπάλους τους.

 Στον απόηχο της φοβερής καταστροφής του «εξωπόλι» το 1537 και μιας μικρής διάρκειας αποτυχημένης πολιορκίας του νησιού της Κέρκυρας από τους Οθωμανούς το 1571,  για τη διατήρηση της ασφάλειας των ντόπιων κατέστη επιτακτική ανάγκη μιας νέας οχύρωσης, η οποία ξεκίνησε το 1576. Το Νέο Φρούριο, αλλιώς γνωστό ως Φρούριο του Αγίου Μάρκου, σχεδιάστηκε για να αμύνεται ενάντια στο σύγχρονο πυροβολικό, χρησιμοποιώντας νέες αρχιτεκτονικές μεθόδους και σύγχρονες τεχνικές. Τα προαναφερθέντα αμυντικά έργα που έγιναν στην Κέρκυρα μεταξύ 1576 και 1588, αλλά και σε άλλα νησιά του Ιονίου, περίπου την ίδια χρονική περίοδο, δεν πέρασαν απαρατήρητα από τις υπόλοιπες δυνάμεις της Μεσογείου. Ειδικότερα, μετά τη μάχη του Lepanto (1571) και την υπογραφή της βενετοτουρκικής συνθήκης ειρήνης (1573) η κρίση στις σχέσεις Ισπανίας- Βενετίας έγινε ακόμη πιο εμφανής με την στροφή των ισπανικών φιλοδοξιών προς την Ανατολή. Επιπλέον, την ίδια χρονική περίοδο , τόσο οι Οθωμανοί όσο και οι Ισπανοί επεξεργάζονταν συνεχώς σχέδια  για την κατάκτηση των Ιονίων Νήσων, ή τη διεύρυνση της επιρροής τους σε αυτά.

Η Κέρκυρα βρισκόμενη σε μια εξαιρετικά στρατηγική θέση  στην είσοδο της Αδριατικής από τη μια και του Λεβάντε από την άλλη- έπαιξε σημαντικό ρόλο στη διαδικασία της διανομής ανθρώπων και πληροφοριών. Πλοία έφταναν σε καθημερινή βάση μεταφέροντας απ’ όλα τα εδάφη ανθρώπους, αγαθά και ειδήσεις. Αυτή η αδιάκοπη δραστηριότητα κράτησε τις τοπικές αρχές σε εγρήγορση για οποιοδήποτε θέμα κρατικής ασφάλειας ή ύποπτης κίνησης.

Το επίπεδο εγρήγορσης των τοπικών αρχών απεικονίζεται από τέσσερις υποθέσεις κατασκοπείας και μια πιθανή συνωμοτική κίνηση που έλαβε χώρα το 1576 και το 1588-89 αντίστοιχα , δηλαδή στην αρχή και το τέλος της περιόδου της οχυρωματικής κατασκευής.

Παρά τις διαφορές τους στις συνθήκες, αυτές οι υποθέσεις παρουσιάζουν έντονες ομοιότητες: στον τρόπο με τον οποίο προσήχθησαν οι ύποπτοι στις τοπικές αρχές, η άμεση αντίδραση των τελευταίων, η ανακεφαλαίωση και η εξέταση των πρώτων και τέλος, η τιμωρία τους.

Πιο συγκεκριμένα, οι υπό διερεύνηση υποθέσεις αφορούν: α) έναν Δομινικανό μοναχό, τον Mariano Spattafora και τον  γενίτσαρο  Τούρκο σύντροφό του (Mustafh Turco ή Vicenzo Aimeni).

β) Τον Abdabei (ή Abdibei ή Δημήτρη από τη Ζάκυνθο), συνοδευόμενος από έναν νεαρό Mustafa Αζαμόγλαν  (Οι Αζαμόγλαν ήταν νέοι γενίτσαροι που στο Σεράι  προορίζονταν να είναι ζηλωτές, υπηρέτες κήπων, κουζινών, στάβλων,

οπλοστασίων κ.α.)

γ) Δύο στρατιώτες (ένας Πορτογάλος κι ένας Φλωρεντινός) και

 δ) ένας Κύπριος λοχαγός, ο Pietro Antonio Brachimi και οι δύο γιοι του που ήταν στρατιώτες στο Νέο Φρούριο του Αγίου Μάρκου.

Αφετηρία σε όλες τις περιπτώσεις ήταν η καταγγελία των υπόπτων στις τοπικές αρχές. Οι βενετικές αρχές της Κέρκυρας έσπευσαν άμεσα να ξεκινήσουν την εξακρίβωση των κατηγοριών. Ποιος ήταν, ωστόσο, στην πρώτη περίπτωση, ο κύριος λόγος που οδήγησε τον πληροφοριοδότη στις καταγγελίες ;  Ήταν ένα οικονομικό όφελος ή μια έντονη αίσθηση του πολιτικού καθήκοντος; Η Βενετία προώθησε την αναφορά ύποπτων δραστηριοτήτων με χρηματικές αμοιβές και άλλα προνόμια, όπως αποδεικνύεται από το διάταγμα του Συμβουλίου των Δέκα το 1584. Στην πρώτη περίπτωση, αυτή του Δομινικανού μοναχού Mariano Spattafora, αυτός που φαίνεται να ειδοποίησε τον κατήγορο ήταν ένας ναύτης από τη Κέρκυρα. Στηρίζονταν στις ύποπτες κινήσεις του μοναχού στο λιμάνι και στην πύλη της Σπηλιάς, μια περιοχή ιδιαίτερης σημασίας. Οι υποψίες του πληροφοριοδότη,  γεννήθηκαν όταν ο μοναχός προσπάθησε να κανονίσει τη μεταφορά  και το ταξίδι του γενίτσαρου συντρόφου του στην οθωμανική κυριαρχία της  Λευκάδας , με έναν τοπικό καπετάνιο. Αυτό όμως που στην πραγματικότητα οδήγησε τον ναύτη να καταθέσει την αναφορά, ήταν το προσωπικό κέρδος, αφού στην κατάθεσή του ανέφερε συνεχώς, παράλληλα με την αφοσίωσή του στην Γαληνοτάτη, την πολύ δύσκολη οικονομική του κατάσταση με την ελπίδα ότι θα ανταμείβονταν με κάποια προνόμια.

Η περίπτωση του Δομινικανού μοναχού προδόθηκε από τις μετακινήσεις του μεταξύ του λιμανιού, των στρατώνων και του φρουρίου, γύρω από το αρχιεπισκοπικό παλάτι, έναν ναό, κι ένα μοναστήρι. Οι κινήσεις του έθεταν ερωτήματα, όπως και το γεγονός ότι συνοδευόταν από έναν τούρκο ντυμένο  σαν Έλληνα.

Ο Δομινικανός μοναχός με τον τούρκο σύντροφό του συνελήφθησαν  στην περιοχή του Αγίου Νικολάου μπροστά από το σπίτι του Proveditore deli’ armata (Βενετός αξιωματικός πού ήταν υπεύθυνος για την επίβλεψη του ενετικού στόλου στην Αδριατική θάλασσα.)

Μετά από αυτές τις συλλήψεις, οι Βενετοί πραγματοποίησαν πλήθος διώξεων άμεσα ή έμμεσα εμπλέκοντας άτομα των οποίων οι μαρτυρίες παρουσίαζαν ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Τέθηκε ένα πιο σημαντικό ερώτημα από την εξήγηση που έδωσε ο μοναχός σχετικά με τον σκοπό του ταξιδιού του, η οποία ήταν ότι είχε αποφασίσει να προσηλυτιστεί στην Ορθοδοξία και, κατά συνέπεια, την πρόθεσή του που επρόκειτο να πάει στο αβαείο των Στροφάδων (κοντά στο  νησί της Ζακύνθου), όπου έμενε ο θείος του, για να γίνει μοναχός.

Η χρήση πλαστών ταυτοτήτων έχουν βοηθήσει τους υπόπτους να ενεργήσουν πιο ελεύθερα. Ο κύριος ύποπτος στην πρώτη περίπτωση παρουσιάστηκε ως Δομινικανός μοναχός, γεγονός που θεωρητικά του εξασφάλιζε ελευθερία μετακίνησης σε χριστιανικά εδάφη. Αρχικά ο Δομινικανός μοναχός, Mariano Spattafora, παραδέχτηκε στους εξεταστές του ότι καταγόταν από μια Ορθόδοξη οικογένεια από τη Mεθώνη, ότι είχε υπηρετήσει ως Αζαμόγλαν (Γενίτσαρος νεοσύλλεκτος) στην Κωνσταντινούπολη κι ότι είχε παραμείνει εκεί επτά χρόνια. Αυτός κατέληξε στη Μεσσήνη αφού είχε φύγει από το κάστρο  Χλεμούτσι στην Πελοπόννησο με μοναδική ενδιάμεση στάση τη Ζάκυνθο. Στη Μεσσήνη, είχε εργαστεί για τον ευγενή Spattafora από τον οποίο πήρε και το όνομά του. Στη συνέχεια ενσωματώθηκε στους μοναστικούς κύκλους και υπηρέτησε ως οικιακός  φύλακας στο μοναστήρι του Αγίου Δομίνικου. Ο τούρκος σύντροφός του Μουσταφά, ανέφερε ότι είχε υπηρετήσει σε μια τουρκική γαλέρα που υπαγόταν στον Χριστιανισμό  μετά από ναυτική μάχη. Στη συνέχεια, μεταφέρθηκε ως σκλάβος στη Μεσσήνη, όπου εργάστηκε στο σπίτι του Marc’Antonio Colona για δώδεκα χρόνια. Μετά το θάνατο του κυρίου του  χειραφετήθηκε και είχε βρει προσωρινό καταφύγιο στο μοναστήρι του Αγίου Δομίνικου, όπου συνάντησε τον προαναφερθέντα μοναχό.  Σημειώνεται, ότι Δομινικανός μοναχός και ο τούρκος σύντροφός του είχαν εγκαταλείψει τη Μεσσήνη της Σικελίας. Τα ταξίδια τους, όμως, απαιτούσαν μεγάλη προσοχή: ο Δομινικανός μετακινήθηκε μεταξύ Μεσσήνης και Νάπολης, αλληλεπιδρώντας με σημαντικές προσωπικότητες των περιοχών αυτών (αρχιερείς,  κληρικοί της Λατινικής Εκκλησίας, και πλούσιοι Ισπανοί, Ιταλοί και Έλληνες έμποροι).

Αξίζει να σημειωθεί ότι αυτή την εποχή κατάσκοποι και πληροφοριοδότες, συχνά υιοθετούσαν το προσωπείο μοναχών ή προσκυνητών. Για παράδειγμα, το 1570, πριν από την επίθεση των Οθωμανών στην Κέρκυρα, ένας «ιερέας επισκέφτηκε τον Οθωμανό δικαστή (καδί) στη Θεσσαλονίκη και τον ρώτησε αν μπορούσε να σταλεί στην Κέρκυρας ως Οθωμανός πράκτορας με το όνομα Μουσταφά για να κατασκοπεύσει τα συνεχιζόμενα οχυρωματικά έργα στο νησί.

 

     Στη δεύτερη περίπτωση, τα πράγματα εξελίχθηκαν διαφορετικά. Η ιστορία έλαβε χώρα σε μια από τις γαλέρες του Καπετάνιου του Κόλπου, λίγο πριν τη μεταφορά ενός γενίτσαρου, του Abdabei, και του νεαρού συνοδού του Μουσταφά στη Βενετία. Εκεί, ένας από τους κωπηλάτες του πλοίου αναγνώρισε τον γενίτσαρο και τον αποκάλεσε Δημήτρη από τη Ζάκυνθο. Παρόλο που ο γενίτσαρος προσποιήθηκε ότι δεν τον γνώριζε και ισχυρίστηκε περίπτωση λανθασμένης ταυτότητας, ο κωπηλάτης ανέφερε το περιστατικό στους προϊσταμένους του προσθέτοντας περισσότερες λεπτομέρειες, δηλαδή ότι αυτός και ο γενίτσαρος είχαν δραπετεύσει μαζί από την γαλέρα του Benetto Zuliano κοντά στην Ηγουμενίτσα, στην απέναντι Ήπειρο ακτή, πέντε χρόνια νωρίτερα.

Ο γενίτσαρος κι ο σύντροφός του  συνελήφθησαν στη γαλέρα του καπετάνιου του Κόλπου και στην απολογία του ο γενίτσαρος ανέφερε ως δικαιολογία για την άφιξή του στην Κέρκυρα, την επιθυμία του να γίνει χριστιανός επιμένοντας καθ' όλη τη διάρκεια της ανάκρισής του- ότι ήταν γιος του Calogiani Caticura από το Ναύπλιο. Όταν ήταν πολύ μικρός οδηγήθηκε από Οθωμανούς στην Κωνσταντινούπολη προκειμένου να παρακολουθήσουν τις ομάδες Αζαμόγλαν. Διέφυγε και κατέφυγε στο νησί του την Τήνο, που τότε ήταν υπό την ενετική επικράτεια. Από εκεί πήγε στην Κρήτη με τη βοήθεια του τοπικού πρύτανη προκειμένου να υπηρετήσει ως κωπηλάτης  στη γαλέρα του Benetto Zuliano. Σ’ ένα ταξίδι προς Ηγουμενίτσα για την αγορά και μεταφορά ξυλείας, ο Αμπντάμπεη κατάφερε να αποδράσει με κάποιους άλλους κωπηλάτες. Βρήκε καταφύγιο στα Ιωάννινα όπου αναγνωρίστηκε από τον ηγέτη  Πασά και στάλθηκε στην Κωνσταντινούπολη για να γίνει γενίτσαρος. Εκεί υπηρέτησε γενίτσαρος για τον πασά Ιμπραήμ και στη συνέχεια μετατέθηκε στην Αθήνα για να υπηρετήσει ως φρουρά πρώτα του Ελληνορθόδοξου Αρχιεπισκόπου και μετά διάφορων εμπόρων.

Ενώ βρισκόταν σε περιοδεία με τους εμπόρους,  δραπέτευσε στη Ζάκυνθο γιατί ο απώτερος στόχος, όπως υποστήριξε, ήταν  η επανένταξή του στον Χριστιανισμό.

Από τη Ζάκυνθο μετακόμισε στην Κέρκυρα όπου έκανε επαφές με Εβραίους, Ορθοδόξους μοναχούς, στρατιώτες και με τον καβαλάρη Renessi που ήταν αρχηγός μιας ομάδας stradiotι. Ο γενίτσαρος ταξίδευε μεταξύ Αθηνών και Κωνσταντινούπολης ενεργώντας ως φρουρά εμπόρων, οι οποίοι περιηγούνταν σε περιοχές όπως Ιωάννινα, Σαγιάδα, Τρίκαλα, Λάρισα, Θεσσαλονίκη και Κωνσταντινούπολη. Σε αυτές τις περιοδείες, συνάντησε επισκόπους και ιερείς τους οποίους επίσης κλήθηκε σε μαρτυρίες για να επαληθεύσει ότι όλα όσα είχε ισχυριστεί  ήταν αληθή. Συγκεκριμένα, ανέφερε έναν επίσκοπο από τα Ιωάννινα, ο οποίος του έδωσε γράμμα να μεταφέρει στην Κέρκυρα από τον επίσκοπο της Αθήνας τον οποίον υπηρετούσε.

 Ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι αφετηρίες των ταξιδιών των υπόπτων κατασκόπων, αφού και στις δύο περιπτώσεις βρίσκονταν υπό την κυριαρχία  της Βενετίας ή της Ισπανίας που ήταν ανταγωνιστικές δυνάμεις.

 Οι αφηγήσεις των υπόπτων, που εξάγονται μερικές φορές μέσα από βασανιστήρια, και μαρτυρίες άλλων διωκόμενων ανθρώπων, ρίχνουν φως σε μερικές ενδιαφέρουσες μικροϊστορίες. Όπως αποκαλύπτουν τα έγγραφα, στα είδη βασανιστηρίων που υπέστησαν για τις πράξεις τους από  τη Ενετική Εξέταση περιλαμβάνονταν τα εξής: ο τροχός βασανιστηρίων και το τρύπημα του σώματος με ζεστό μέταλλο. Οι κύριοι ύποπτοι για κατασκοπεία, συγκεκριμένα ο Σπαταφόρα κι ο γενίτσαρος Abdabei ήταν ηλικιωμένοι για να αντέξουν όλα τα βασανιστήρια. Πέθαναν και δεν ομολόγησαν την ενοχή τους, αντίθετα, οι σύντροφοί τους, υπό πίεση, αποκάλυψαν την αλήθεια για τους συνεργούς τους. Σύντομα, κι αυτοί υπέκυψαν στα τραύματα που τους προκάλεσαν οι βασανιστές.

 Το 1576-77 δύο υποθέσεις κατασκοπείας που αφορούσαν στρατιώτες, υπογραμμίστηκαν για το ενδιαφέρον

από τις νέες οχυρώσεις της πόλης της Κέρκυρας και το νέο φρούριο του Σαν Μάρκο.

 Το πρώτο αφορά έναν μισθοφόρο στρατιώτη από τη Φλωρεντία και το δεύτερο έναν Πορτογάλο πρώην στρατιωτικό, το Zuanne da Nugere. Ο στρατιώτης από τη  Φλωρεντία κατηγορήθηκε πως υπηρετούσε στις βενετικές στρατιωτικές μονάδες του νησιού. Μετά την εξέταση των εγγράφων στάλθηκε από τις αρχές της Κέρκυρας στη Βενετία. Ο επικεφαλής του Συμβουλίου των Δέκα, διέταξε να εγκαταλείψει το νησί λόγω της σχέσης που είχε καλλιεργήσει με τον Ισπανό πρέσβη εκεί και διέταξε την εκτέλεσή του. Ο Zuanne da Nugere ομολόγησε μετά τα βασανιστήρια ότι στάλθηκε στο νησί ως κατάσκοπος. Και οι δύο  στάλθηκαν συνοπτικά στο δικό τους τραγικό τέλος, ο πρώτος από στραγγαλισμό κι ο δεύτερος από πνιγμό. Η εκτέλεση και των δύο υπόπτων κατασκόπων, καταδεικνύει περαιτέρω τη σκληρή γραμμή που ακολούθησε η βενετική αρχή όταν επρόκειτο για την αντιμετώπιση απειλών ως προς την ασφάλεια του κράτους. 

 Η τελευταία περίπτωση που πρέπει να εξεταστεί διαφέρει από όσες πριν  περιγράψαμε, γιατί έγινε το 1588 κατά την ολοκλήρωση των οχυρώσεων κι εμπλέκονται ένας Κύπριος καπετάνιος , ο Pietro Antonio Brachimi, ο οποίος υπηρέτησε ως μισθοφόρος κι ο οποίος φαίνεται να είχε εμπλακεί σε συνωμοσία. Ο Brachimi ήταν πρόσφυγας από την Αμμόχωστο που είχε υπηρετήσει στην Κύπρο σε διάφορες θέσεις, όπως ως επικεφαλής της πολιτικής φρουράς, ως μέλος της ομάδας του Constanzo Cauriol και τέλος, ως μέλος της ομάδας του Nestor Martinengo. Κατέληξε στην Κέρκυρα ως πρόσφυγας με την οικογένειά του και υπηρέτησε στο νέο φρούριο του Αγίου Μάρκου.

   Η υπόθεση Brachimi έγινε γνωστή στη διοίκηση της Κέρκυρας στις 19 Δεκεμβρίου 1588 μέσω εγγράφου που έστειλε ο Βάϊλος της Κωνσταντινούπολης.  Στο έγγραφο αυτό αναφερόταν πως ο Κύπριος καπετάνιος που είχε έρθει στο Νέο Φρούριο  είχε έρθει σε μυστική συνεννόηση με τους  Οθωμανούς με σκοπό την κατάκτηση του νησιού. Πιο συγκεκριμένα, ο Brachimi, στην επικείμενη εμφάνιση του οθωμανικού στόλου, θα βοηθούσε τους επίδοξους κατακτητές σαμποτάροντας βασικές δομές του Φρουρίου. Ο Μπραχίμι συνελήφθη μαζί με τους δύο  γιους του, που υπηρετούσαν ως μισθοφόροι. Εκτελέστηκε κι αυτοί όπως οι προηγούμενοι.

 

 

ΓΛΩΣΣΑΡΙΟ ΚΥΡΙΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΚΑΤΑΣΚΟΠΩΝ

Μουσταφά Ένας ιερέας ομολόγησε ενώπιον του Οθωμανού καδή ότι ήταν Οθωμανός κατάσκοπος ονόματι Μουσταφά που πήγαινε στην Κέρκυρα για κατασκοπεία.

 Pantoleo Carrago.  Μηχανικός, ο οποίος στάλθηκε στην Κέρκυρα για να ερευνήσει τις βενετικές άμυνες από τον Σοκολού Μεχμέτ Πασά το 1572, είχε δειπνήσει με τον Βενετό ιερωμένο  Μάρκο Κουερίνι. Ο provveditore τον προσκάλεσε μάλιστα στη γαλέρα του πολλές φορές. Αυτή η φιλία θα ήταν δαπανηρή για τον μηχανικό μας. Τον επόμενο χρόνο, όταν εστάλη σε αποστολή στη Μεσσήνη, δεν μπορούσε να περάσει από την Κέρκυρα, φοβούμενος μήπως τον αναγνωρίσει ο Κουερίνι που βρισκόταν στο νησί εκείνη την εποχή.

 Ντούλι.  Αλβανός ευγενής και αρχηγός χωριών κοντά στη Μπαστιά στις ακτές της Αδριατικής με θέα την Κέρκυρα. Αν και ήταν οθωμανικός υπάλληλος, βοηθούσε τους πράκτορες των Αψβούργων( Ισπανών) που ταξίδευαν από και προς την Κωνσταντινούπολη και τους παρείχε καταλύματα από το 1564. Χωρίς αυτόν θα ήταν αδύνατο για αυτούς τους πράκτορες να ταξιδέψουν μεταξύ των οθωμανικών εδαφών και της Κέρκυρας χωρίς να επιθεωρηθούν στο λιμάνι από τον Οθωμανό κομισάριο, που στάλθηκε εκεί μόνο για να πιάσει κατασκόπους και σκλάβους που δραπετεύουν.

 Μπαλτάσαρ Prototico.  στάλθηκε στα Ιόνια νησιά το 1552, με αποζημίωση 320 εσκούδος ετησίως, για να ενημερώσει τις αρχές για τις εντολές του Οθωμανικού Ναυτικού. Εκεί δημιούργησε ένα αποτελεσματικό δίκτυο το οποίο παρείχε στις αρχές τακτικές και αξιόπιστες πληροφορίες. Ο ίδιος ο Μπαλτάσαρ εγκαταστάθηκε στη Ζάκυνθο ενώ ο γιος του Ανιμπάλε κι ο ανιψιός του Χουάν Μανιώτη δρούσαν στην Κέρκυρα. Ένας άλλος γιος, ο Nicolò, εμφανίζεται στην τεκμηρίωση στα τέλη της δεκαετίας του 1560. Ο πατέρας του τον έστειλε στη Μαδρίτη, για να παρουσιάσει ένα έργο για την κατάληψη του Mεθώνης, να ζητήσει αύξηση (στα 400 εσκούδο ετησίως) και να ανακτήσει τις απλήρωτες αποδοχές. Προφανώς, ήταν επίσης μέρος του δικτύου, δεδομένου ότι ισχυρίστηκε ότι έπεσε αιχμάλωτος στους Οθωμανούς. Ο Νικολό ήθελε για τον εαυτό του το γραφείο του καπετάνιου των φρεγατών που έπλεαν στο Λεβάντε, προκειμένου να συγκεντρώσει πληροφορίες και να πάρει την αλληλογραφία του δικτύου πληροφοριών των Αψβούργων στα Επτάνησα με επικεφαλής τον πατέρα του. Σύμφωνα με την αναφορά του Νικολό, ο Prototico ίδρυσε δίκτυα πληροφοριών σε μια σειρά από μέρη, όπως η Κέρκυρα, το Lepanto, το Algiante, η Κεφαλονιά, η Μεθώνη και το  Νεγκρεπόντε, καθώς και στην αυλή του Κυβερνήτη του Μορέως.

 Amerigo Balassa. Ένας από τους κατασκόπους που έστειλε ο αντιβασιλέας της Σικελίας στην Κωνσταντινούπολη το 1564, απογοητεύτηκε επειδή δεν του πλήρωναν όσα του αναλογούσαν. Όταν αποφάσισε να εκδικηθεί, πρότεινε στον Οθωμανό Μεγάλο Ναύαρχο να συλλάβει  τον Balthasar Prototico στην Κέρκυρα κάτι το οποίο  κατάφερε.

 Juan MiniatiΤο 1571, κατασκόπευε για λογαριασμό των Αψβούργων στην Κέρκυρα. Το 1600, απέπλευσε από τη Μεσσήνη συνοδευόμενος από έναν Γενοβέζο πράκτορα-κατάσκοπο-στρατιωτικό μηχανικό (καθηγητής di cose militari) για τη Χίο. Οι δυο τους σταμάτησαν στην Κέρκυρα όπου οι Γενοβέζοι αντέγραψαν τα σχέδια του φρουρίου.

 Πάλμα και Σίγκουρο: Ο Cesare Palma, λειτουργούσε για μεγάλο χρονικό διάστημα στην Κέρκυρα, την Κεφαλονιά και τη Ζάκυνθο.

Francesco Sforçio.  Αντικατέστησε τον 85 ετών Anibale Prototico.

 Angelo Salviati.  Αντικατέστησε  τον Francesco Blanco.

 Antonio Lipravotiμφανίστηκε στην Κέρκυρα τη δεκαετία του 1580 κι έδρασε καθ' όλη τη δεκαετία του 1590.

 Carlo Cicala. Έφτασε στην Κέρκυρα με έναν ,  Γενοβέζο πράκτορα κατάσκοπο-με πληρωμή-στρατιωτικό μηχανικό ονόματι Ambrosio Benedetti.

Ambrosio Benedetti. Αντέγραψε γρήγορα τα σχέδια του ενετικού φρουρίου για να τα αποστείλει  στην Κωνσταντινούπολη.

Μορίσκο της Βαλένθια.  Έμπαινε εύκολα στο παλάτι και στο κάστρο.

Joseph Nasi.

 Aron Mazza

 Νικόλαος Di Macedonia  18/12/1570 μετέφερε έγραφα του Βενετού Βάιλου της Κωνσταντινούπολης στην Κέρκυρα.

 

Πιέτρο Λάντζα: Κερκυραίος κουρσάρος που προσλήφθηκε από τον Αντιβασιλέα της Νάπολης. Οι δραστηριότητες του εκτείνονται σε δεκαετίες δημιουργώντας διεθνείς εντάσεις μεταξύ των Αψβούργων και των Ενετών που τον είχαν εξορίσει από τη γενέθλια Κέρκυρα. Η επιδρομή του δημιούργησε διεθνή κρίση μεταξύ Βενετών και Αψβούργων το 1578, με αποτέλεσμα  ο Λάντζας να απολυθεί από τη θέση του καπετάνιου των βασιλικών φρεγατών. Ωστόσο, συνέχισε υπηρετώντας τους Ναπολιτάνους αντιβασιλείς μέχρι την πρώτη δεκαετία του 17ουαι. Επίσης επινόησε ένα σχέδιο δολοφονίας του Οθωμανού Σουλτάνου το 1608.

Αυτές είναι μερικές από τις κατασκοπευτικές δράσεις που είναι εντοπισμένες για το χώρο της Κέρκυρας. Σίγουρα θα υπάρχουν και πάρα πολλές άλλες που ή δεν έχουν εντοπισθεί ή υπάρχουν στα Οθωμανικά αρχεία τα οποία δεν είναι προσβάσιμα. Πιστεύουμε ότι στο μέλλον, μέσω της έρευνας των ιστορικών, θα αποκαλυφθούν και πλήθος άλλων περιπτώσεων.

 

Δικτυογραφία :

-Emrah Safa Gürkan, M.A. ESPIONAGE IN THE 16TH CENTURY MEDITERRANEAN: SECRET DIPLOMACY, MEDITERRANEAN GO-BETWEENS AND THE OTTOMAN HABSBURG RIVALRΥ https://repository.library.georgetown.edu/bitstream/handle/10822/557617/Grkan_georgetown_0076D_11777.pdf?sequence=1

- Chrysovalantis Papadamou,  A Secret War: Espionage in Venetian Corfu during the Construction of the San Marco https://brill.com/view/book/9789004362048/B9789004362048_018.xml

 

 

 

Οι μισιονάριοι (ιταλ. <missionario) ήταν ιεραπόστολοι της καθολικής και της προτεσταντικής Εκκλησίας. Αξιόλογη δράση στην επαναστατημένη Ελλάδα είχαν και οι Αμερικανοί μισιονάριοι. Ο νησιωτικός χώρος είτε είχε απελευθερωθεί είτε όχι ,ήταν το επίκεντρο της προσοχής τους για την ίδρυση σχολείων και την εφαρμογή των εκπαιδευτικών τους σχεδιασμών. Οι στόχοι τους επικεντρώνονταν στην άποψη ότι θα εύρισκαν πρόσφορο έδαφος λόγω της μακρόχρονης υποδούλωσης της Ελλάδας στην Τουρκία, της γενικότερης αμορφωσιάς του πληθυσμού και την χαλάρωση της Ορθοδοξίας με τα σκάνδαλά της. Πίστευαν σε μια γενικότερη αναγέννηση της χριστιανικής Ανατολής.. Για το σκοπό αυτό δημιουργήθηκαν εταιρίες με μεγάλα χρηματικά ποσά από ίδια κεφάλαια και υψηλές προσφορές. Δύο από αυτές ήταν η American Board of Commissioners for Foreign Missions (ABCFM) η οποία από τα 1827 έδρασε στην Ελλάδα καθώς και η Αγγλική London Missionary Society.

 

Η  MRS. SARAH EMILY YORK, πρώην MISS S. E. WALDO συμμετείχε στην αποστολή στα Ιόνια Νησιά και  η MRS. R. B. MEDBERY, δημοσίευσε τα απομνημονεύματα της το 1852 στο βιβλίο της «Memoir of Mrs. Sarah Emily York, formerly Miss S.E. Waldo missionary in Greece./ By Mrs. R.B. Medbery ..» Στο βιβλίο αυτό αναφέρονται πολύ ενδιαφέροντα στοιχεία των ετών 1844-1850 για την Κέρκυρα και Ζάκυνθο. Επέλεξα να μεταφράσω και να δημοσιεύσω αποσπάσματα από τις επιστολές της που αφορούν τη ζωή στα νησιά την εποχή εκείνη.

Για Κέρκυρα

….Πόσο πιο όμορφο θα ήταν, αν μπορούσες να το απολαύσεις μαζί μου, αυτό το πρωινό τοπίο. Αυτή είναι όντως η πιο όμορφη χώρα. Η ισορροπία και η ήπια θερμοκρασία σχηματίζουν μια εντυπωσιακή αντίθεση με το κλίμα της Νέας Αγγλίας, και ο πλούτος της είναι το καταπράσινο, η καινοτομία και η ποικιλία της φύσης, τόσο ελκυστική για τους

ξένους. Τώρα μας παρουσιάζονται με όλη τους τη φρεσκάδα Είναι η εποχή των τριαντάφυλλων. Το μηνιαίο τριαντάφυλλο, που είναι εξωτικό για μας, είναι εδώ πολύ άφθονο και ανθεκτικό,σχηματίζοντας φράκτη σε πολλές πλευρές του δρόμου. Είναι πολύ όμορφο, αλλά σε καμία περίπτωση τόσο αρωματικό όσο το κοινό μας τριαντάφυλλο, το οποίο εδώ εκτιμάται πολύ λόγω της γλύκας του.

Οι μαθητές μου καθημερινά μου φέρνουν γλυκιές μικρές ανθοδέσμες από τριαντάφυλλα, γεράνια και τα παρόμοια και η αιθουσά μου είναι  αρωματισμένη με τα άνθη  της πορτοκαλιάς, το γαρύφαλλο, το τριαντάφυλλο ή το γεράνι.Η θέα από το παράθυρο του δωματίου μου είναι πολύ όμορφη, και καθώς την κοιτάζω συχνά, θα προσπαθήσω να στην περιγράψω για να φανταστείς τον εαυτό σου να γέρνει στο δικό μου παράθυρο, βλέποντάς τη μαζί μου. Ακριβώς κάτω και μέσα μπροστά από το παράθυρό μου, βρίσκεται η εσπλανάδα, όπου γίνονται καθημερινά οι στρατιωτικές παρελάσεις και ωραία συγκροτήματα γεμίζουν τον αέρα με πολεμική και ερασιτεχνική μουσική. Αυτό για λίγο μου άρεσε  να το ακούω, αλλά το έχω ήδη βαρεθεί, όπως και στο σχολείο μας όπου τα μαθήματα και οι προσευχές μας , διακόπτονται  καθημερινά από αυτό. Αυτός ο μεγάλος ανοιχτός χώρος, μια μινιατούρα Boston Common, περιβάλλεται από αλογόκαστανα, ακακίες και πασχαλιές, και ανάμεσα σε αυτές τις σειρές δέντρων, εκατέρωθεν του τοίχου, είναι λουλούδια διαφόρων ειδών.

Πίσω ψηλά από αυτά, υψώνεται η κύρια οχύρωση, η ψηλή Ακρόπολη. Αυτή έχει τόση γραφική ομορφιά, που εγώ δεν βαριέμαι ποτέ να τη θαυμάζω. Ο φυσικός βράχος, λαξευμένος και αλλοιωμένος από την τέχνη της φύσης, όπως τα πλούσια πράσινα βρύα, τα προσκολλημένα κλήματα και τις συστάδες θάμνων, εξακολουθεί να διακατέχεται από την άγρια ​​ομορφιά της φύσης. Το ύψος του ανεβαίνει  περίπου  200 πόδια πάνω από το επίπεδο της θάλασσας, που ρέει στη βάση του. Οι πλευρές και η βάση του είναι μία φωλιά από περίπλοκες οχυρώσεις και πολυσύχναστους στρατώνες, που περιέχονται στα τείχη του. Ο μικρός κόλπος της Κέρκυρας βρίσκεται σε γυάλινη ησυχία στα αριστερά, εκτός όταν ο Sirocco φυσάει βίαια. Το παλάτι του Κυβερνήτη βρίσκεται πολύ κοντά στα  αριστερά , με ένα μικρό πράσινο κήπο μπροστά του να περικλείει ένα σιντριβάνι.

Από  δεξιά είναι η ευγενής Μεσόγειος, που οριοθετείται πιο κοντά, από την όμορφη χώρα γύρω μας.

……………………………………

 

«Όταν πρωτοήρθαμε στην Κέρκυρα όλα έμοιαζαν περίεργα, και πιστεύαμε ότι δεν θα φαινόταν ποτέ σαν το σπίτι μάς. Καθώς το σημείο αποβίβασης βρίσκεται σε κάποια απόσταση από εδώ, είδαμε πολλά  στην πόλη καθώς ανεβαίναμε προς το σπίτι. Οι δρόμοι ήταν πολύ στενοί και χωρίς πεζοδρόμιο, εκτός από ένα είδος στοάς που σχηματίζεται από καμάρες μπροστά από τα σπίτια. Εδώ ήταν μικρά μαγαζιά, όχι μεγαλύτερα από ένα μικρό υπνοδωμάτιο, όλα ανοιχτά να περιέχουν  ποικιλία αγαθών. Οι δρόμοι αντηχούσαν από κραυγές, ( εδώ σχεδόν κάθε πράγμα πωλείται στο δρόμο,)  βουή  που ακούγεται από το πρωί μέχρι το βράδυ. Περάσανε μερικοί άντρες με φαρδιά μαύρη ρόμπα,  μακριά γένια, και μαλλιά κάτω από την πλάτη τους? αυτοί ήταν Έλληνες ιερείς. Άλλοι φάνηκαν με πιο στενή μαύρη ρόμπα και γυρισμένο επάνω καπέλο? αυτοί ήταν Ιταλοί ιερείς. Άλλοι φορούσαν κόκκινα σκουφάκια στολισμένα με μακριές μπλε φούντες, με λευκή φούστα και κεντητό σακάκι, ή μια μπλε φούστα μαζεμένη στρογγυλή στο γόνατο; αυτοί ήταν οι γηγενείς Έλληνες. Οι Μαλτέζοι, επίσης, φαίνονται μοναδικοί με τις περίεργες μαύρες μαντίλες τους πάνω το κεφάλι τους. Πράγματι, υπάρχει εδώ  ποικιλία κοστουμιών  που αναμειγνύονται ετερόκλητα μέσα στις παρέες,  για το ηλιοβασίλεμα στην εσπλανάδα.

Πολλοί από τους ανθρώπους εδώ έχουν πολύ σκούρο χρώμα. Οι εργατικές τάξεις έχουν το χρώμα των Ινδών, αλλά μερικοί από τους άνδρες έχουν ωραία εμφάνιση, ευφυΐα και ενέργεια. Το τραγούδι είναι πολύ πιο συνηθισμένο εδώ ,  από το σπίτι. Μόλις δύσει ο ήλιος, οι δρόμοι είναι γεμάτοι τραγουδιστές, που δεν είναι όλοι τους ευλογημένοι με πολύ γλυκές φωνές. Τραχείς , φαινομενικά τόσο αδαείς όσο τα ζώα γύρω τους, τραγουδούν το πιο τέλειο μέτρο και ενώνονται με το ιταλικό τραγούδι  κ.λπ. Αλλά, καημένα πλάσματα, δεν ξέρουν τίποτα άλλο,  είναι μια άθλια, παραμελημένη και διεφθαρμένη παρέα.

Οι άνθρωποι στη χώρα, αντί να ζουν σε τακτοποιημένα ξύλινα εξοχικά ,όπως στα σπίτια μας, καταλαμβάνουν μικρά σοβατισμένα σπίτια παλιά και συχνά μόνο ενός δωματίου, σε ένα ισόγειο. Αν και συχνά σε ένα τέτοιο δωμάτιο, με μόνο το γυμνό χώμα κάτω από τα πόδια σου, θα βρεις ένα γραφείο μαύρης καρυδιάς, ή ένα κρεβάτι με βολάν μαξιλαροθήκες. Πράγματι, πολύ μεγαλύτερη σημασία αποδίδεται στα λεπτεπίλεπτα παρά στην άνεση. Και το χειρότερο είναι ότι οι περισσότεροι από αυτούς δεν θέλουν να μάθουν τίποτα καλύτερο και  θυμώνουν όταν γίνεται οποιαδήποτε προσπάθεια διαφώτισης και βελτίωσης τους

……………………………………………………

 

Υπάρχουν πάρα πολλά κουρελιασμένα, άθλια παιδιά εδώ στο δρόμο, που δεν φαίνεται να έχουν κανέναν να τα προσέχει. Κάθε Σάββατο, πολλά από αυτά, μαζί με τους φτωχούς γέροντες και τις γυναίκες, γυρίζουν και ζητιανεύουν και όλοι τους δίνουν κάτι, αλλιώς αυτοί θα πεινούσαν, γιατί δεν υπάρχουν  φτωχόσπιτα εδώ  και αυτοί δυσκολεύονται να βρουν δουλειά. Το κύριο πράγμα στο οποίο εξαρτώνται είναι η ελιά, την οποία χρησιμοποιούν για φαγητό, και για να γίνει λάδι. Υπάρχουν δεκάδες χιλιάδες από αυτά τα δέντρα στο νησί . Οι κορμοί είναι διάτρητοι με αναρίθμητες τρύπες, μερικές πολύ μεγάλες, έτσι ώστε να φαίνεται αδύνατο για το χυμό να βρει ένα μέρος να τρέξει στο δέντρο. Έχουν, επίσης, πάρα πολλούς καρπούς. μούσμουλα, δαμάσκηνα, κεράσια, βερίκοκα, μουριές σε αφθονία, αμύγδαλα, αχλάδια, σύκα, σταφίδες, σταφύλια, φράουλες κ.λπ.

………………………………………………

 

Οι μαθητές, υπό τη φροντίδα μας, αποτελούνται από Έλληνες, Εβραίους, Ιταλούς, Μαλτέζους, Σκωτσέζους, Άγγλους και Ιρλανδούς. Αυτοί είναι Προτεστάντες, Καθολικοί, μέλη της Ελληνικής Εκκλησίας, της εβραϊκής συναγωγής, κ.λπ. Οι Άγγλοι είναι παιδιά των στρατιωτών που βρίσκονται εδώ , για να προστατεύουν  τα Ιόνια Νησιά, οι υπόλοιποι είναι Κερκυραίοι. Οι περισσότεροι από τους  τελευταίους καταλαβαίνουν αγγλικά ή ιταλικά. Τελευταία είναι η γλώσσα των Εβραίων, οι οποίοι σε μεγάλο βαθμό είναι κάτοικοι Κέρκυρας.  Αυτό το νησί ήταν τόσο καιρό κάτω από τους Ενετούς,με αποτέλεσμα η ελληνική γλώσσα  να έχει αρκετά αντικατασταθεί  . Είναι γνωστό ότι  είναι μια πόλη με φρουρά. Υπάρχουν περίπου δύο χιλιάδες ή περισσότεροι Άγγλοι στρατιώτες εδώ, κυρίως ασεβείς, ανήθικοι χλευαστές, υπό τη διοίκηση αξιωματικών που θρέφουν μέσα τους τη  κακία και είναι εξίσου λάτρεις της ηδονής και παιδιά της οργής.

……………………………………………

 

«Το σπίτι που διαμένουμε βρίσκεται ψηλά , με υπέροχη θέα στην πόλη και τη γύρω χώρα. Τα καταπράσινα αμπέλια και η ήσυχη λίμνη βρίσκονται ανάμεσα σε εμάς και τις μακρινές οχυρώσεις που καλύπτουν την πόλη. Πίσω μας υψώνεται η ψηλή κορυφή των Αγίων Δέκα, της οποίας η βάση και η ενδιάμεση κοιλάδα σκιάζονται από το απαλό φύλλωμα της ελιάς ενώ στην κορυφή του στα διάσπαρτα μεταξύ των βράχια, διακρίνονται μονοπάτια. Αμπελώνες, που αψηφούν τον φλεγόμενο ήλιο και τη ξεραμένη γη ώστε να τους στερήσει το πλούσιο, απαλό τους πράσινο. Όταν σας λέω ότι δεν έχουμε κάνει ούτε ένα ντους από τις 5 Ιουνίου έως τις 11, αφού δεν έπεσε πολύ βροχή, μπορείτε να υποθέσετε ότι δεν θα μπορούσε να μείνει τίποτα πράσινο,  αλλά  αντίθετα, όλη η χώρα τριγύρω φοράει τα πιο απαλά, τα πιο πλούσια τα πιο φρέσκα πράσινα. Αντί για χωράφια με σιτηρά ή λαχανικά υπάρχει λιβάδι από τριφύλλι  μεγάλο όσο σχεδόν φτάνει το μάτι, φαίνεται μόνο το σταφύλι και η σταφίδα. Και αυτά που απαιτούν θερμότητα και όχι υγρασία, ευδοκιμούν σε όλη αυτή τη μακρά ξηρασία.

Αυτοί οι καρποί ωριμάζουν τώρα και είναι πράγματι ανώτεροι από οτιδήποτε στις Ηνωμένες Πολιτείες. Οι σταφίδες δεν μοιάζουν με τίποτα που έχω δει , όντας τόσο μακρύς ο κορμός μερικές φορές,  όσο το μήκος του χεριού ανάμεσα στον καρπό και τον αγκώνα,  συνωστίζονται στους μίσχους τόσο συμπαγή , έτσι ώστε να μην φαίνεται τίποτα από το κοτσάνι . Είναι ανοιχτού μωβ με  μελωμένη γλύκα. Από τα σταφύλια, η Mascatella, από τους πολύ πικάντικους καρπούς, μόλις ωριμάζουν, επίσης εδώ βρίσκουμε το Sweet Water, τη Μάλαγα και άλλες ποικιλίες.

 Η στοά, στο πίσω μέρος αυτού του σπιτιού, περίπου έξι ή περισσότερα πόδια πλάτος,  επεκτείνεται σε όλο το μήκος του κτιρίου, είναι εξ ολοκλήρου σκιασμένο με όμορφα κλήματα, των οποίων τα κρεμαστά συμπλέγματα  με ποικιλία μεγέθους και απόχρωση, μπορούν να δελεάσουν και τους πιο δύσκολους στη γεύση.

Έχουμε την  ευλογία σε αντίθεση με τη φασαρία της πόλης όπου έχουμε μάθει ,αυτή της ησυχίας  και εσύ πρέπει να  ζήσεις στην Κέρκυρα ένα μήνα, για να εκτιμήσεις το μεγαλείο αυτής της ευλογίας προς εμάς. Οι πολυσύχναστοι δρόμοι της Βοστώνης που ζει στη βουή των βαγονιών που κροταλίζουν και των θορυβωδών τεχνιτών τη μέρα και με τη νύχτα να εύχεσαι και να ζητάς  να έρχεται η κατάλληλη  ησυχία, για ανάπαυση. Στην Κέρκυρα οι πιο ήσυχες ώρες στο εικοσιτετράωρο είναι μεταξύ μεσημέρι 2, P. M., και το βράδυ όπου ξεκινάει μια σειρά από θορύβους που παραβιάζουν τον ύπνο και την ανάπαυση. Οι δρόμοι είναι τόσο στενοί, που ακόμη και να ήταν υπερυψωμένοι όσο το διαμέρισμά μας, φαινόμαστε όλοι όπως λέγουμε "εκτός πόρτας"  και όλη η συζήτηση των δρόμων, αντηχεί πίσω από ψηλά σοβατισμένους τοίχους γύρω μας και τα πάντα ακούγονται ευδιάκριτα. Όταν κοιμόμαστε , οι μουσικοί τραγουδάνε, ο ήχος  είναι μεγαλύτερος απ' όσο ξέρω,  οποιαδήποτε ώρα της νύχτας  ακούγονται τα δυνατά τους τραγούδια και οι άγριοι θόρυβοι που κάνουν καθώς περπατούν στους δρόμους και τα μονοπάτια πέρα ​​δώθε. Εκτός αυτών, στη θρησκεία των Ελλήνων συνιστάται στο να χτυπούν καμπάνες. Εσύ μπορείς να συλλάβεις την απόσπαση της προσοχής  με το να έχεις έξι ή οκτώ καμπάνες, σε απόσταση αναπνοής, που χτυπούν  δεκάδες φορές την ημέρα. Αλλά τώρα, προς χαρά μας, εμείς έχουμε ξεφύγει από το άκουσμα των κουδουνισμάτων, εκτός από το βράδυ που ακούμε εκείνο το μακρινό  , ευχάριστο στο αυτί κελάιδισμα . Το βουητό της ακρίδας και το τραγούδι του γρύλου είναι η δική μας μόνο μουσική εδώ.

 

 …………………………………………………

 

Ωστόσο, σε αυτό το μικρό μέρος είναι συνωστισμένοι, εκτός από έναν πληθυσμό δεκαέξι ή δεκαεπτά χιλιάδων υπάρχουν δύο χιλιάδες Βρετανοί στρατιώτες, περισσότεροι από χίλιοι από τους οποίους βρίσκονται στην περιφέρεια της ακρόπολης. Είμαστε περικυκλωμένοι από κάθε πλευρά από όλα τα μηχανήματα του πολέμου. Σχεδόν κάθε τρίτο άτομο στους δρόμους είναι ένας στρατιώτης. Κάθε κορυφή στέφεται με τεράστιες οχυρώσεις, φυτεμένες με βαριά κανόνια. Τα ερείπια του παλιού στηθαίου, και προμαχώνες που χτίστηκαν από τους Βενετούς, εκτείνονται παντού. Καθημερινές φωνές και ασκήσεις, με μίμηση

μαχών, συνειδητοποιήστε ότι αυτό δεν είναι το βασίλειο του Χριστού. Όλο το τρένο των κακών που ομοιόμορφα συνοδεύουν ένα στρατιωτικό ίδρυμα βρίσκονται εδώ. Η ασέβεια, η μέθη και τα Σάββατα, τα σπασίματα, συναντιούνται  σε κάθε γωνιά. Και όσο πιο ύπουλο και λεπτό,αλλά όχι λιγότερο μοιραίο η επιρροή των γκέι, της μόδας, η επισημότητα της θρησκείας , και ένα νεκρό επάγγελμα, το κάνει ένα μέρος γεμάτο κινδύνους για τον χριστιανό.

…………………………………………………

Eίναι πολύ φτωχά τα σπίτια τους, με μόνο το έδαφος και έναν όροφο, σκέψου ότι δεν θα μπορούσες ποτέ να ζήσεις σε ένα τόσο μικρό, σκοτεινό μέρος. Οι γονείς τους δεν μπορούν να αγοράσουν ρούχα στα παιδιά, αλλά  δείχνουν την ευγνωμοσύνη τους προς εμάς στέλνοντάς μας μικρά δώρα κατσίκας γάλα και αυγά. Υπάρχουν και άλλα φτωχά παιδάκια

στο σχολείο, τα οποία είχαν κάποια βοήθεια από το ταμείο μας, αλλά είμαι υποχρεωμένη να προσέχω πώς δίνω από αυτά, διαφορετικά θα  ξοδευόταν μάταια. «Και τώρα υπάρχει μια άλλη τάξη πραγμάτων για την οποία θέλω να μιλήσω σε εσάς. Ξέρεις ότι είναι περίπου δύο χιλιάδες στρατιώτες, Άγγλοι, Σκωτσέζοι και Ιρλανδοί που ζουν εδώ; Αυτοί αποστέλλονται εδώ από τη βρετανική κυβέρνηση για να τα προστατεύσουν νησιά. Δεν είναι στρατιώτες όπως βλέπετε στο σπίτι, που φορούν μια στολή για  μέρες της υπηρεσίας, και μετά την έπαιρναν και την επιστρέφουν ξανά στην υπηρεσία τους .  Αυτοί είναι στρατιώτες όλη την ώρα, δεν κάνουν τίποτε άλλο από το, να στέκονται  φρουροί να δίνουν μάχες και να μαθαίνουν να σκοτώνουν  . Σχεδόν όλοι αυτοί είναι πονηροί άνθρωποι, και όπως ζουν όλοι μαζί σε μεγάλα σπίτια που ονομάζονται στρατώνες, γίνονται ακόμα περισσότεροι κακοί. Κάποιοι από αυτούς έχουν παιδιά, και αυτά τα μικρά αγόρια και κορίτσια, που μεγαλώνουν σε αυτούς τους στρατώνες, διδάσκονται κάθε είδους κακία. Τώρα μπορείτε εύκολα να το υποθέσετε θέλουμε πολύ να κάνουμε κάτι για αυτά τα φτωχά παιδιά. Το κάνουμε πράγματι. και έχουμε σαββατιάτικο σχολείο, Κυριακή απόγευμα για αυτούς.

………………………………………………………

Ζάκυνθος, 3 Ιουνίου 1850.

«Το εθνικό αίσθημα δυναμώνει και γιγαντώνετε σε αυτά τα νησιά και μεγάλη είναι η αντιπάθεια για κάθε τι που αφορά την Αγγλία, κυβέρνηση, εκπαίδευση, θρησκεία και οτιδήποτε άλλο χαρακτηρίζει το έθνος, το οποίο θεωρούν τυραννικό πάνω τους. Όλο αυτό έχει γίνει ένα βαθιά ριζωμένο συναίσθημα, που ενισχύεται από τα πολιτικά γεγονότα που συμβαίνουν καθημερινά. Η αγγλική πολιτική απέναντι στα νησιά έχει εξοργίσει τους κατοίκους , και τους  έκανε σχεδόν τρελά αποφασισμένους στην ένωση με την Ελλάδα. Δύσκολα μπορείς να φανταστείς τον ενθουσιασμό για κάθε τι που θεωρείται ότι σχετίζεται με την Ελλάδα και το συναίσθημα γαλουχείται στις καρδιές της  ανερχόμενης γενιάς, καθώς  και εμείς στη Νέα Αγγλία ξεσηκώνουμε τον πατριωτισμό των παιδιών μας . Όλα αυτά στρέφονται έντονα εναντίον μας, καθώς η θρησκεία και η εθνικότητα είναι ένα και το αυτό στα μάτια αυτού του λαού και ένας αποστάτης της εκκλησίας θεωρείται προδότης της χώρας του.

…………………………………………………………………………………..

 

«Ζάκυνθος, 18 Ιουλίου 1850.

«Την περασμένη εβδομάδα όλοι οι ιερείς στη Ζάκυνθο, καμιά εξηνταριά τον αριθμό, υπέγραψαν αίτηση προς τον Επίσκοπο, κατηγορώντας δύο από τους αδελφούς μας, Π. και Κ.,  και  ικετεύοντάς τον να λάβει ενεργά μέτρα εναντίον μας. Μερικοί από αυτούς που παρουσίασαν την αναφορά είπαν ότι το όνομα του κ. Γιορκ θα έπρεπε να έχει συμπεριληφθεί. Ο Επίσκοπος έκανε αίτηση στον Αντιβασιλέα και τους δημοτικούς υπαλλήλους να λάβουν σθεναρά μέτρα κατά τω ν Ρ. και Κ. δηλώνοντας ότι υπήρχαν υποψίες και κατά του κύριου Γιορκ, αλλά δεν είχαν αποδείξεις. Ο τελευταίος έγραψε στην Γερουσία της Κέρκυρας, και στον Πρόεδρο εδώ, όπως ο προεδρεύων αγγλικός λειτουργός καλείται, και  αποφασίστηκε να εξοριστούν οι Π. και Κ. για έξι μήνες, καθώς η Ανώτατη Αστυνομία έχει το δικαίωμα να το κάνει αυτό χωρίς προηγούμενη δίκη. Εν πάση περιπτώσει, ο Π. καθαιρέθηκε από δημόσιος δάσκαλος,  θέση την οποία κρατούσε για χρόνια.

Την επόμενη μέρα ο Κ. κλήθηκε από αστυνομικό νωρίς το πρωί για να παρουσιαστεί στην αστυνομία. Ο Κ. του είπε ότι θα συμμορφωνόταν πρόθυμα με την εντολή, αλλά ότι η αστυνομία πρέπει να το ξέρει ότι για να το κάνει πρέπει να βγαίνει τη μέρα, κάτι που δεν είχε γίνει ποτέ από την προηγούμενη του δίωξη. Σίγουρα θα προκαλούσε αναστάτωση, και αυτός παρακάλεσε τον αστυνομικό να πάει να του ζητήσει άδεια να πηγαίνει το βράδυ. Πριν επιστρέψει στο σπίτι , ξεκίνησε  φασαρία από άτομα που είχαν καταλάβει το τι συνέβαινε  και μαζεύτηκαν έξω από το σπίτι του. Σύντομα εισέβαλαν μέσα, διψώντας για το αίμα του. Η καημένη η μητέρα του, που ήταν επικίνδυνα άρρωστη, λιποθύμησε. Αλλά τα χτυπήματα που δόθηκαν στον γιο της την ξεσήκωσαν. Ο  Κ., διέφυγε με δυσκολία σε παρακείμενο μύλο, όπου βρήκε ένα σύντομο καταφύγιο μέχρι να φτάσει η αστυνομία. Εν τω μεταξύ λεηλάτησαν το σπίτι του, μεταξύ των οποίων και τα χαρτιά του, ιδιωτικές επιστολές κι όλα κατασχέθηκαν και μεταφέρθηκαν στον Επίσκοπο, παράλληλα καταστράφηκε από τον όχλο κάθε πράγμα στο σπίτι του. Η αστυνομία έφτασε επί μακρόν με μια βάρκα, να τον πάρει από τη θάλασσα μέχρι τη φυλακή, αλλά καθώς ο μύλος βρισκόταν σε κάποια απόσταση από τη θάλασσα, ο καημένος εκτέθηκε στην οργή του όχλου, που τον επιτέθηκαν με μεγάλες πέτρες . Το πρόσωπο που το προστάτευε όσο μπορούσε με το μπράτσο του και σκεπάζοντας τον δικό του κεφάλι με το παλτό του, μας είπε μετά ότι ήταν γεμάτα με το αίμα του.

Όταν ήταν πλέον αρκετά μακριά, ο όχλος έφυγε για το σπίτι του Π. που βρίσκονταν σε ένα αντίθετο σημείο της πόλης, στο οποίο, ωστόσο, δεν μπόρεσαν να πραγματοποιήσουν εισβολή γιατί όπως συνέβαινε από το παρελθόν ήταν καλά κλειστό. Κάποιοι φίλοι μας άκουσαν τη φασαρία, αλλά ποτέ δεν μπορούσαμε να σκεφτούμε κανέναν κίνδυνο για τον εαυτό μας, γνωρίζοντας την υψηλή φήμη της οικογένειας του Π. Μάταια κάποιοι μισθωμένοι υπηρέτες, όταν η δουλειά  τελείωσε με τον Π., φώναξαν, «Τώρα για το Γιορκς». Πολλές φωνές απάντησαν, «Όχι, όχι. Γιατί πρέπει να κάνουμε κακό στο Γιoρκ; Τι έχει κάνει?' Οι υπόλοιποι απάντησαν, «Είναι Προτεστάντης» κ.λπ.

………..

Εδώ παρόμοιες σκηνές έλαβαν δράση  καθώς και σε τρεις άλλες κατοικίες, όπου εκείνοι που θεωρούνταν διατεθειμένοι στον προτεσταντισμό, διέμεναν. Τελικά, περίπου σαράντα συνελήφθησαν. Η τάξη αποκαταστάθηκε σταδιακά στην πόλη…… Τελικά, περίπου σαράντα συνελήφθησαν,

……..«Πρέπει να φύγεις. Δεν μπορείτε να μείνετε στη Ζάκυνθο. Όλα θα καταστραφούν αν δεν φύγεις».

 

Παρακολουθώντας την περιγραφή της κας. SARAH EMILY YORK, παίρνουμε τις πληροφορίες  ζωής κατά το μεσοδιάστημα της Αγγλικής προστασίας στα Ιόνια Νησιά. Έχουμε μια αναρχία στην αγορά, ανθρώπους που δεν ξέρουν πολλά γιατί δεν είναι μορφωμένοι (αδαείς), φτώχια σε πολύ υψηλά όρια, σπίτια άθλια, παιδιά πεινασμένα, στρατιώτες ανήθικους, πανσπερμία θρησκειών κ.λ.π. Αποτέλεσμα μια κοινωνία στρατιωτικοποιημένη και καταπιεσμένη. Τίποτα θετικό, πλην της φύσης και της ομορφιάς του χώρου.  

 

Η Κέρκυρα και οι Νορμανδοί

Τον 10ο αι. Νορμανδοί από τη Σκανδηναβία εγκαταστάθηκαν στη Β. Γαλλία και η περιοχή τους ονομάσθηκε Νορμανδία. Ο Ροβέρτος ο Γυισκάρδος από τον Οίκο των Ωτβίλ (Αλταβίλλα), ήταν Νορμανδός τυχοδιώκτης και κατακτητής. και  με το αδελφό του Ρογήρο κατέκτησαν την Απουλία και την Καλαβρία. Το 1059 ορίστηκε δούκας της Καλαβρίας και της Σικελίας. Κατέλαβε το Ρέτζο, τον Τάραντα και το Μπρίντιζι. Το 1061 εισέβαλε και κατέλαβε μαζί με τον Ρογήρο τη Σικελία. Το 1071 κατέλαβε το Μπάρι, το τελευταίο έδαφος της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας στην Ιταλική χερσόνησο. Διετέλεσε κόμης της Απουλίας και της Καλαβρίας και δούκας της Απουλίας και της Καλαβρίας μετά την μετατροπή της κομητείας σε δουκάτο. Ο Οίκος των Ωτβίλ  είναι ένας δυναστικός οίκος, που μέλη του έγιναν βασιλείς της Σικελίας, δούκες της Απουλίας-Καλαβρίας, πρίγκιπες της Αντιόχειας, κόμητες του Τάραντα, του Μπάρι, της Κάπουας, του Καπετανάτου (Φότζια Απουλίας), του Πριγκιπάτου (του Σαλέρνο) κ.α,

Ροβέρτος Γισκάρδος

Ο Ροβέρτος Γισκάρδος είχε δύο γιους. Ο μεγαλύτερος, ο Βοημούνδος, είχε ήδη αποδείξει την αξία του κατά τη διάρκεια της εκστρατείας κατά του Βυζαντίου. Όταν πέθανε ο Ροβέρτος Γυισκάρδος στις 17 Ιουλίου 1085, ο Βοημούνδος κληρονόμησε τις Αδριατικές κτήσεις του πατέρα του, που σύντομα χάθηκαν από τους Βυζαντινούς, ενώ ο νεώτερος ετεροθαλής αδελφός του, Ρογήρος Μπόρσα, κληρονόμησε την Απουλία και τις Ιταλικές κτήσεις.

To  1084 Ο Ροβέρτος ο Γυισκάρδος ήταν έτοιμος να συνέχισε την εκστρατεία του προς τα Βαλκάνια μετά από μία παύση περίπου τριών ετών, λόγω καταστολής διαφόρων εξεγέρσεων στις περιοχές που ήλεγχε. Ωστόσο, η εμφάνιση του γιου του  Βοημούνδου στο Σαλέρνο πρέπει να μετρίασε κάθε εφήμερη ευφορία και να τον απομάκρυνε από την ιδέα μιας εύκολης αποστολής, διότι χάρη σε μεγάλο βαθμό στον ελληνοβενετικό στόλο, πολλά από όσα είχαν κερδίσει πριν από την πρόωρη επιστροφή του στην Ιταλία είχαν χαθεί.

Ο Αυτοκράτορας Αλέξιος Κομνηνός (1081-1118),

Η ναυτική ικανότητα του Γυισκάρδου δεν είχε ανακάμψει  από την ήττα που είχε υποστεί από τους Ενετούς στα ανοιχτά του Pallia Point βόρεια του Δυρραχίου τον Ιούλιο του 1081. Ως αποτέλεσμα, οι δυνάμεις του είχαν χάσει την ελευθερία κινήσεων στη θάλασσα. Η Άννα Κομνηνή(1) εξήγησε: «Ο ρωμαϊκός και ο βενετσιάνικος στόλος, περιπολώντας ακούραστα τα στενά [το στενό του Οτράντο μεταξύ Απουλίας και σύγχρονης Αλβανίας], εμπόδισαν τη διέλευση ενισχύσεων από τη Λομβαρδία [Ιταλία] και την παράδοση των απαραίτητων προμηθειών σε αυτόν [Γυισκάρδο] .Αυτό σήμαινε ότι οι προσπάθειες του Βοημούνδου να συνεχίσει τη βαλκανική εκστρατεία ερήμην του πατέρα του ήταν εξαρχής καταδικασμένες. Στρατιώτης, ωστόσο, νίκησε τον Αλέξιο(2) στα Ιωάννινα και πάλι κοντά στην Αχρίδα. Στη συνέχεια ο Βοημόνδος βάδισε στη Θεσσαλία όπου κατέλαβε τα Τρίκκαλα και πολιόρκησε τη Λάρισα. Εκεί ο νεαρός Βοημούνδος, που δεν είχε προμήθειες και δεν είχε χρήματα για να πληρώσει τα εξαντλημένα στρατεύματά του, βαλτώθηκε. Ο Αλέξιος, βλέποντας επιτέλους τη ματαιότητα των μετωπικών συναντήσεων με το βαρύ ιππικό των Νορμανδών, άλλαξε τακτική. Υπέταξε πολλούς από τους ιππότες του Βοημούνδου με την αποζημίωση που ο γιος του Γυισκάρδου δεν μπορούσε πλέον να παράσχει χωρίς βοήθεια από την άλλη πλευρά της Αδριατικής. Η εκστρατεία σύντομα κατέρρευσε, αφήνοντας στον Βοημούνδο άλλη επιλογή από το να επιστρέψει στην Ιταλία για ενίσχυση και αναπλήρωση.

Εν τω μεταξύ, οι Ενετοί, παρακινούμενοι από τον Αλέξιο και υποστηριζόμενοι από τον ελληνικό στόλο υπό τον Michael Maurex(3) διώξανε τον πόλεμο στη θάλασσα χωρίς αμφισβήτηση. Ανακατέλαβαν το Δυρράχιο το καλοκαίρι του 1083 και στη συνέχεια ανέκτησαν όλη την Κέρκυρα, εξαιρουμένης της ακρόπολης της Κασσιόπης που ελέγχεται από τους Νορμανδούς στο βορειοανατολικό ακρωτήριο του νησιού.

Πέρα από τον Αυλώνα και την Κασσιόπη, σχεδόν τίποτα από την Ελλάδα δεν έμεινε στα χέρια των Νορμανδών. Και αυτές οι λίγες νορμανδικές δυνάμεις που ήταν ακόμα πιστές στον Γυισκάρδο είχαν απομονωθεί επικίνδυνα και επιρρεπείς σε θαλάσσια επίθεση. Ο Ροβέρτος Γυισκάρδος δεν πρέπει να είχε αυταπάτες: εάν οι βυζαντινές του φιλοδοξίες επρόκειτο να πραγματοποιηθούν, θα έπρεπε να αποσπάσει την κυριαρχία της κάτω Αδριατικής από τους Ενετούς. Οι προετοιμασίες για τη δεύτερη βαλκανική εκστρατεία  βασίστηκαν σε αυτή τη γνώση.

Κατά συνέπεια, ο Γυισκάρδος συγκέντρωσε στον Τάραντα το φθινόπωρο του 1084 αυτό που ο Λούπος Πρωτοσπατάριος(4) ονόμασε «μια τεράστια συγκέντρωση πλοίων και ένας αναρίθμητος στρατός ανδρών». Υπάρχει κάποια διαμάχη σχετικά με τους ακριβείς αριθμούς που εμπλέκονται. Οι σύγχρονοι μελετητές όπως ο Ferdinand Chalandon έχουν υπολογίσει ότι ο στόλος του Guiscard αποτελούνταν από περίπου 150 πλοία, αλλά η μόνη σύγχρονη πηγή που προσέφερε ακριβή αριθμό ήταν ο William of Apulia(5), ο οποίος ισχυρίστηκε ότι η αρμάδα περιελάμβανε 120 οπλισμένα πλοία («armatis centum viginti navibus») κατά μήκος με απροσδιόριστο αριθμό «πλοίων μεταφοράς γεμάτα άλογα, προμήθειες και όπλα». Ο μεγάλος Ιταλός ιστορικός της ναυτιλίας Camillo Manfroni θεωρεί ακόμη και αυτή την εκτίμηση ως υπερβολή, γιατί μόνο ο αριθμός των γαλέρων θα απαιτούσε 12.000 άνδρες μόνο για να τις πληρώσουν. Ωστόσο, δεδομένης της προηγούμενης εμπειρίας του Γυισκάρδου με τη βενετική ναυτική δύναμη, ο δούκας συγκέντρωσε πιθανώς έναν στόλο πολεμικών πλοίων πολύ μεγαλύτερο από αυτόν που είχε χρησιμοποιήσει στην αρχική βαλκανική αποστολή τρία χρόνια πριν.

Ροβέρτος Γυισκάρδος

Ήταν αργά στην ιστιοπλοϊκή περίοδο -ίσως αρχές Σεπτεμβρίου- πριν ο Γυισκάρδος ήταν έτοιμος, έτσι, αντί να περάσουν από το Οτράντο, το λιμάνι που πρόσφερε το συντομότερο πέρασμα προς την Κέρκυρα, τόσο ο Λούπος Πρωτοσπατάριος όσο και ο Γουλιέλμος της Απουλίας ανέφεραν ότι ο Γυισκάρδος επανατοποθέτησε τον στόλο στο Μπρίντιζι, γιατί παρείχε καλύτερο καταφύγιο από τις φθινοπωρινές καταιγίδες. Προφανώς δεν ήθελε να επαναλάβει τη φρικτή εμπειρία του Glossa Point(6) το 1081, όταν ο στόλος του σχεδόν κατεδαφίστηκε στο σύνολό του από μια τρομερή καταιγίδα. Ο δούκας έστειλε μια προκαταβολική μοίρα υπό τους γιους του Ρογήρο Μπόρσα και Γκάι για να εξασφαλίσει ξανά τον Αυλώνα. Ο ίδιος ο Γυισκάρδος προχώρησε με τους γιους Βοημόνδο και Ροβέρδο στο Βουθρωτό στην ηπειρωτική χώρα των Βαλκανίων, ακριβώς απέναντι από τη βορειοανατολική ακτή της Κέρκυρας, με σκοπό να ανακουφίσει τη φρουρά του στην Κασσιόπη. Ο Ρογήρος και ο Γκάι έδωσαν ραντεβού μαζί του εκεί, αλλά ο άγριος καιρός του φθινοπώρου ανάγκασε ολόκληρη την αποστολή να αποσυρθεί για σχεδόν δύο μήνες. Την άνοιξη του 1084 ο βυζαντινός στόλος ενώθηκε στα ανοιχτά της Κέρκυρας με το βενετικό  που είχε αποπλεύσει από το Δυρράχιο, υπό την ηγεσία του γιου του Δόγη. Την ίδια εποχή πιθανότατα θα πρέπει να ανακαταλήφθηκε ο Αυλώνας, το Βουθρωτό και όποιες άλλες παράκτιες περιοχές ήταν ακόμη υπό νορμανδική κατοχή.

Στο μεταξύ, ο Αλέξιος, έχοντας μάθει για τις κινήσεις του Γυισκάρδου, οδήγησε τον  στόλο για να αντιμετωπίσει την αναμενόμενη επίθεση στην Κέρκυρα. Η Άννα Κομνηνή ανέφερε ότι αυτά τα πλοία αγκυροβόλησαν στο λιμάνι του Πασσαρών, που πιστεύεται ότι βρισκόταν στις ακτές της Ηπείρου, κάπου νότια του Βουθρωτού. Έτσι ο Γυισκάρδος μάλλον γνώριζε την παρουσία τους στην περιοχή.

Κάποια στιγμή τον Νοέμβριο, όταν ο καιρός επιτέλους άνοιξε, ο Γυισκάρδος ανέλαβε την πρωτοβουλία περνώντας το στενό της Κέρκυρας προς την Κασσιόπη με ολόκληρο τον στόλο του. Η Κασσιόπη ήταν τειχισμένη πόλη με λιμάνι 19 χμ. βόρεια της πόλης της Κέρκυρας. Ο Ροβέρτος Γυισκάρδος, πληροφορούμενος την έλευση του εχθρικού στόλου, κατευθύνθηκε με όλα του τα πλοία στο κοντινό λιμάνι της Κασσιόπης,  Λίγο αργότερα οι Ενετοί κινήθηκαν για να εμπλακούν. Οι δύο στόλοι προφανώς συγκρούστηκαν στο λιμάνι της Κασσιόπης επειδή η Άννα Κομνηνή λέει ότι η μάχη «έγινε σε κοντινή απόσταση». Σε μια τέτοια μάχη περιορισμένων ελιγμών, το πλεονέκτημα πρέπει να ήταν με τα ψηλότερα βενετσιάνικα σκάφη, τα οποία μπορούσαν να ρίξουν βλήματα κατά βούληση στις γαλέρες του Γυισκάρδου με το χαμηλό ύψος εξάλων τους. Ο Γουλιέλμος της Απουλίας τις ονόμασε «τριήρεις», αλλά αυτό ήταν ξεκάθαρα μια κλασική αναφορά σε αυτά που πιθανώς ήταν διήρεις. «Αυτοί [οι Βενετοί] έριξαν βέλη από ψηλά στους εχθρούς τους και τους απείλησαν με βαριά σιδερένια βάρη», έγραψε. Το αποτέλεσμα πρέπει να ήταν καταστροφικό. «Στο πλοίο που μετέφερε τον Γυισκάρδο κατά τη διάρκεια αυτής της μάχης, δύσκολα θα μπορούσε να βρεθεί ένας άνδρας μη τραυματισμένος», πρόσθεσε ο Γουλιέλμος της Απουλίας. Οι Νορμανδοί δέχθηκαν έναν τρομερό χτύπημα, αλλά επέζησαν από τη συνάντηση και δέχθηκαν ξανά επίθεση τρεις ημέρες αργότερα με το ίδιο αποτέλεσμα. Σύμφωνα με την Άννα Κομνηνή ο βενετοβυζαντινός στόλος έσπευσε από το λιμάνι των Πασάρων στην Κασσιόπη και νίκησε το νορμανδικό σε δύο ναυμαχίες που έλαβαν χώρα μπροστά στο λιμάνι με διαφορά τριών ημερών.

Κατόπιν αποσύρθηκε στο λιμάνι των Πασάρων και είτε από υπερβολική αυτοπεποίθηση, είτε υποτιμώντας τους Νορμανδούς, δεν εκμεταλλεύτηκε τις νίκες του αλλά αντιθέτως αδράνησε και τους αγνόησε. Οι Βενετοί μάλιστα επέλεξαν τα γρηγορότερα πλοία τους και τα έστειλαν στην πόλη τους να ανακοινώσουν τη νίκη τους εναντίον των Νορμανδών. Ο Ροβέρτος Γυισκάρδος ενημερώθηκε για την κίνηση αυτή από έναν Βενετό αυτόμολο ονόματι Πέτρο Κονταρίνι και αποφάσισε να επιτεθεί αιφνιδιαστικά στον εχθρικό στόλο. Ο Νορμανδός δούκας χώρισε το στόλο του σε τέσσερις μοίρες με διοικητές τον ίδιο και τους γιούς του Ρογήρο, Βοημούνδο και Ροβέρτο. Κάθε μοίρα αποτελούνταν από πέντε μεγάλα πλοία συνοδευόμενα από μικρότερα σκάφη υποστήριξης. Η αιχμή του δόρατος των Βενετών ήταν εννέα ψηλά τρίκροτα πλοία ιδανικά για μάχη, ενώ οι Βυζαντινοί είχαν μεγάλο αριθμό μικρότερων σκαφών, «χελάνδια», σύμφωνα με τον Γουλιέλμο της Απουλίας.Οι Βενετοί κράτησαν αμυντική στάση, έδεσαν με καραβόσχοινα τα μεγάλα τους πλοία σχηματίζοντας πελαγολιμένα και μέσα του οδήγησαν τα μικρότερα βυζαντινά.Κατά τη διάρκεια της μάχης, εκτός από τα πυκνά πυρά των όπλων εκηβόλων  (βάλλουν σε μεγάλη απόσταση, όπως τα τόξα) που εξαπέλυε ο συμμαχικός στόλος, οι Βενετοί εκσφενδόνιζαν επιπλέον και σιδερένια βαρίδια από τα ψηλότερα καταστρώματά τους, εμποδίζοντας τους Νορμανδούς να τους προσεγγίσουν. Ο Ροβέρτος Γυισκάρδος διέταξε τότε το Ρογήρο να σπάσει τις αντίπαλες γραμμές και να επιτεθεί με τα πλοία του στα μικρότερα βυζαντινά σκάφη για να τα αποσπάσει από τον υπόλοιπο στόλο. Οι Βυζαντινοί αδυνατώντας να αντισταθούν υποχώρησαν και έτσι τα μεγάλα δυσκίνητα βενετικά πλοία έμειναν δίχως υποστήριξη. Αμέσως ο Γυισκάρδος και οι γιοί του επιτέθηκαν στους Βενετούς με όλες τους τις δυνάμεις. Τα βενετικά πλοία είχαν ελαφρύνει πολύ, διότι είχαν  καταναλωθεί όλες οι προμήθειες από τα αμπάρια, και έτσι έχασαν την σταθερότητά τους. Το αποτέλεσμα ήταν,  οι στρατιώτες που επέβαιναν σε αυτά συγκεντρώνονταν όλοι μαζί στη μία πλευρά του καταστρώματος για να αντιμετωπίσουν τους εχθρούς, τα σκάφη να βυθίζονταν αύτανδρα. Σύμφωνα με τον Γουλιέλμο της Απουλίας, βυθίστηκαν συνολικά επτά βενετικά τρίκροτα ενώ τα υπόλοιπα δύο και επτά μικρότερα βυζαντινά πλοία καταλήφθηκαν από τους Νορμανδούς.Οι απώλειες, κυρίως των Βενετών, σε ανθρώπινο δυναμικό ήταν τεράστιες. Η Άννα Κομνηνή υπερβάλλοντας, αναφέρει ότι 13.000 Βενετοί πολεμιστές πνίγηκαν μόνο κατά τη βύθιση των πλοίων τους. Οι αριθμοί των συνολικά 5.000 νεκρών και των 2.500 Βενετών κυρίως αιχμαλώτων, φαίνονται να βρίσκονται πιο κοντά στην αλήθεια. Σύμφωνα με την Άννα Κομνηνή ο Ροβέρτος Γυισκάρδος φέρθηκε με μεγάλη σκληρότητα στους Βενετούς αιχμαλώτους ακρωτηριάζοντας πολλούς από αυτούς, ενώ επέτρεψε την εξαγορά των υπολοίπων από τους συγγενείς τους. Συγχρόνως τους πρότεινε την έναρξη διαπραγματεύσεων για σύναψη ειρήνης, την οποία όμως αρνήθηκαν, παραμένοντας πιστοί στον αυτοκράτορα.  Μετά τη μεγάλη του νίκη ο Ροβέρτος Γυισκάρδος κατέλαβε το νησί της Κέρκυρας και απελευθέρωσε τη νορμανδική φρουρά. Κατόπιν, για να προστατέψει τα πλοία του από τις καιρικές συνθήκες του επερχόμενου χειμώνα, αποφάσισε να τα τραβήξει στη στεριά, στις εκβολές του Γλυκέως ή Αχέροντα ποταμού, στο σημερινό λιμάνι του Φαναρίου. Εκεί έμειναν οι πεζοί στρατιώτες και οι ναύτες του, ενώ ο ίδιος με το ιππικό πήγαν να διαχειμάσουν στη Βόνιτσα. Όμως το δριμύ ηπειρωτικό ψύχος που ενέσκηψε στην περιοχή, η έλλειψη τροφίμων, πιθανότατα λόγω παρεμπόδισης του νορμανδικού εφοδιασμού από βυζαντινά στρατεύματα, και μια μεταδοτική ασθένεια που εξαπλώθηκε ταχύτατα  προκάλεσαν τεράστιες απώλειες στους Νορμανδούς. Πέθαναν σχεδόν 10.000 άνδρες· ναύτες, πεζικάριοι και ιππείς, σε λιγότερο από τρεις μήνες, ανάμεσά τους και 500 από τους βαρόνους και τους άλλους ευγενείς ιππότες. Από την επιδημία προσβλήθηκε και ο ίδιος ο Βοημούνδος, ο οποίος ζήτησε και έλαβε την άδεια από τον πατέρα του να επιστρέψει στην Ιταλία για να αναρρώσει. Ο Ροβέρτος Γυισκάρδος δεν πτοήθηκε από τα ατυχή αυτά γεγονότα και την άνοιξη του 1085 διέταξε τον Ρογήρο Borsa να μεταβεί με τμήμα του στρατού και του στόλου στην Κεφαλονιά και να την κυριεύσει.Τον Ιουλίου του 1085, ο Νορμανδός δούκας μετέβη στην Κεφαλονιά λίγες ημέρες πριν το θάνατό του. Θάνατος του Ροβέρτου Γυισκάρδου στην Κεφαλονιά σήμαινε και το τερματισμό των συγκρούσεων

Τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή, οι υπηρεσίες που προσέφεραν στον Αλέξιο οι Βενετοί με το στόλο τους ήταν απαραίτητες, δίχως τις οποίες δε θα μπορούσε να νικήσει τελικώς στον πόλεμο αυτό. Ο Αλέξιος είχε ήδη στείλει πλούσια δώρα στη Βενετία ευγνωμονώντας για τη βοήθεια της Οι ναυμαχίες αυτή έλαβαν χώρα στο πλαίσιο της βυζαντινο -βενετικής συνεργασίας κατά των Νορμανδών των οποίων η παρουσία στον μεσογειακό χώρο ήταν εξίσου ενοχλητική και για τους δύο.

Οι άνδρες του Ροβέρτου Γυισκάρδου πολέμησαν μανιασμένα όμως η απειρία τους στις ναυμαχίες τους πρόδωσε Οι Βενετοί είχαν υιοθετήσει το παλιό βυζαντινό τέχνασμα να ανυψώνουν μικρές βάρκες επανδρωμένες με στρατιώτες στο κατάρτι απ’ όπου εύκολα μπορούσαν να χτυπούν τους εχθρούς από ψηλά.Φαίνεται επίσης ότι είχαν μάθει από τους Έλληνες το μυστικό για το υγρό πυρ καθώς ένας Νορμανδός χρονικογράφος ο Τζόφρεϊ Μαλατέρα περιγράφει πως “έριχναν αυτή τη φωτιά που λέγεται ελληνική και δε σβήνει με νερό μέσα από υποβρύχιους σωλήνες Έτσι με πανουργία έκαψαν ένα από τα πλοία μας κάτω από τα κύματα της θάλασσας”

 

Η πρώτη φάση τελείωσε εδώ.

Κατά τα μέσα του 12ου αιώνα όταν ξεκίνησε η τρίτη νορμανδική επιχείρηση εναντίον της Κέρκυρας παράλληλα με την έναρξη της Δεύτερης Σταυροφορίας ,στον αυτοκρατορικό θρόνο βρίσκονταν ο Μανουήλ Α΄ Κομνηνός  και στον θρόνο της Σικελίας ο Ρογήρος Β΄(7).   

Ρογήρος Β

Ο Μανουήλ Α΄ Κομνηνός (1143-80), εγγονός του Αλεξίου, ένας αυτοκράτορας που ήταν γνωστός για τα φιλοδυτικά αισθήματά του, κληρονόμησε μεγάλο ναυτικό στόλο Κατά τη βασιλεία του, ο βυζαντινός στόλος ήταν εντυπωσιακός, ο μεγαλύτερος μεταξύ των δυνάμεων της εποχής, ικανός να διατρανώσει την ισχύ της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας (μετέπειτα Βυζάντιο).

O Μανουήλ ήθελε να τελειώσει οριστικά με τους Νορμανδούς γι΄ αυτό  μετά την απελευθέρωση της Κέρκυρας σκόπευε να μεταφέρει τον πόλεμο στην απέναντι πλευρά του Ιονίου. Η  έναρξη των επιχειρήσεων άρχισε την άνοιξη του 1148 με τον αυτοκράτορα να ηγείται ο ίδιος προσωπικά εξασφαλίζοντας ταυτόχρονα την βοήθεια των Βενετών για 6 μήνες, οι Κουμάνοι όμως καθυστέρησαν την όλη επιχείρηση εισβάλοντας στην Θράκη, ο Ρογήρος επωφελήθηκε από τις δυσκολίες του αυτοκράτορα και ετοίμασε ένα μεγάλο στόλο με καράβια που είχε συγκεντρώσει από κάθε μέρος του βασιλείου του διορίζοντας ναύαρχο τον Γεώργιο της Αντιόχειας.

 Ο ναύαρχος σάλπαρε από το Μπίντιζι και έφθασε στην Κέρκυρα χωρίς προβλήματα, η πόλη της Κέρκυρας πολιορκήθηκε και δεν πρόβαλε καμία αντίσταση χάρη στην συνεργασία των κατοίκων που λόγω της βαριάς φορολογίας προτιμούσαν για την σωτηρία τους να κάνουν συμφωνία με τον αρχηγό του εχθρού. Πράγματι μετά από διαπραγματεύσεις οι κάτοικοι δέχθηκαν μια φρουρά από 20 Νορμανδούς στρατιώτες και έτσι υποτάχθηκαν σε αυτούς, ο Γεώργιος της Αντιόχειας μετά την επιτυχία του αυτή κατηύθυνε τον στόλο του προς άλλες ελληνικές ακτές φτάνοντας έως την Εύβοια, μετά οδήγησε και πάλι τον στόλο του γεμάτο λάφυρα πίσω στην Κέρκυρα.

Στο νησί ενίσχυσε με συμπληρωματικά έργα το κάστρο της πόλης ώστε να δυσκολέψει οποιαδήποτε επίθεση.


Η Μάχη για την Κέρκυρα(8)

Αν και οι Βυζαντινοί είχαν ξεκάθαρα την υπεροχή στη θάλασσα, οι ναυτικές απειλές από τη Δύση ολόενα αυξάνονταν. Η Σταυροφορία τους έδωσε την ευκαιρία και την εμπειρία, παράλληλα με τη δικαιολογία, να πλεύσουν ανατολικά και να πολεμήσουν σε ξηρά και θάλασσα. Η πειρατεία ήταν σε άνοδο. Κατά το δεύτερο ήμισυ της δεκαετίας του 1140, τα δυτικά πλοία ήταν σε θέση να εξαπολύουν επιδρομές ακόμη και στην ηπειρωτική Ελλάδα. Πλέον παρεμπόδιζαν τη ζωτική σημασίας, για την αυτοκρατορία, θαλάσσια οδό από την Αδριατική στο Αιγαίο και από κει στον Βόσπορο.

Την άνοιξη του 1147, ο Ρογήρος Β΄, ηγεμόνας της νορμανδικής Σικελίας, έκανε μια τολμηρή κίνηση: επιτέθηκε και κατέλαβε την ανυπεράσπιστη Κέρκυρα, και στη συνέχεια έστειλε τον στόλο του γύρω από την Ελλάδα και λεηλάτησε την Κόρινθο, την Εύβοια και τη Θήβα, το μεγάλο κέντρο παραγωγής μεταξιού. Ενώ η κίνησή του αυτή δεν σήμαινε μια ολομέτωπη επίθεση, προκάλεσε τη βίαιη αντίδραση του Μανουήλ. Συνθηκολόγησε ακόμη και με τους Σελτζούκους Τούρκους του Ικόνιου, ενώ η Β΄ Σταυροφορία ήταν σε εξέλιξη, ερχόμενος σε αντιπαράθεση με τους δυτικούς συμμάχους του. Η ενετική βοήθεια επίσης διασφαλίστηκε μέσω της επέκτασης εμπορικών προνομίων, ήδη παραχωρημένων από τον Αλέξιο, συμπεριλαμβάνοντας τις αγορές της Κρήτης και της Κύπρου.

Ο Μανουήλ έκτισε έναν τεράστιο στόλο. Οι χρονικογράφοι, Ιωάννης Κίνναμος και Νικήτας Χωνιάτης, μιλούν για περισσότερα από χίλια πολεμικά πλοία και μεταγωγικά πλοία, που μετέφεραν δεκάδες χιλιάδες στρατιωτών, χωρί να προσμετρώνται οι Βενετοί σύμμαχοι. Οι σύγχρονοι ιστορικοί θεωρούν ότι τέτοιοι αριθμοί είναι υπερβολικοί: αλλά ακόμη και έτσι, ο πιθανός αριθμός τους είναι αρκετές εκατοντάδες. Επρόκειτο για ένα εκστρατευτικό σώμα, του οποίου το μέγεθος, κανένα άλλο ευρωπαϊκό κράτος δεν μπορούσε να κινητοποιήσει και να οργανώσει. Είχε ως σκοπό να εντυπωσιάσει τους βάρβαρους της Δύσης επιδεικνύοντας το μέγεθος και την ικανότητα της βυζαντινής πολεμικής μηχανής, αλλά την ίδια στιγμή προκάλεσε δριμεία κριτική εκ των έσω.

Αυτό το γιγαντιαίο εκστρατευτικό σώμα τέθηκε σε κίνηση την άνοιξη του 1148. Η επιχείρηση ήταν περίπλοκη, το λιγότερο που μπορεί να πει κανείς, και από την αρχή δεν πήγε σύμφωνα με το σχέδιο, συναντώντας προβλήματα που σχετίζονταν με την απειρία μέρους των Βυζαντινών ναυτικών διοικητών (αφού τα πλοία μπορούν να κατασκευαστούν σχετικά γρήγορα, όμως η δημιουργία έμπειρων διοικητών ήταν ένα άλλο ζήτημα).

Ο αυτοκράτορας Μανουήλ αποφάσισε να αντιμετωπίσει τους Νορμανδούς από στεριά και θάλασσα, την αρχηγία του στόλου την έδωσε στον Κοντοστέφανο με τον τίτλο του Μεγάλου Δούκα και την αρχηγία του στρατού δόθηκε στον Ιωάννη Αξούχο με τον τίτλο του Μεγάλου Δομέστικου. Ο αυτοκρατορικός στρατός μαζί με τον συμμαχικό φθάνει μέχρι το λιμάνι της Κέρκυρας αρχίζοντας κατευθείαν τις ενέργειες για την κυρίευση της πόλης, επιχείρηση βέβαια πολύ δύσκολη, οι δυσκολίες προέρχονταν από τα τεχνικά χαρακτηριστικά της οχύρωσης η οποία βρισκόταν πάνω  σε ψηλούς βράχους και πρόβαλλε κατακόρυφα σε ένα βαθύ κομμάτι θάλασσας ,η πόλη επίσης περιστοιχιζόταν από ισχυρά τείχη και πανύψηλους πύργους. Στην συνέχεια ο αυτοκρατορικός και ο συμμαχικός στόλος κύκλωσαν ολόκληρο το νησί και ο Κοντοστέφανος πριν δώσει εντολή για επίθεση πρότεινε την Νορμανδική φρουρά να παραδοθεί χωρίς μάχη.

Οι Νορμανδοί αντίθετα έκλεισαν τις πύλες και τοποθέτησαν στα τείχη μεγάλο αριθμό τοξοτών, σφενδονιστών και πολεμικών μηχανών κάθε τύπου, προετοιμαζόμενοι για αποφασιστική άμυνα, εκείνη την στιγμή δόθηκε εντολή στα πολιορκητικά στρατεύματα να αρχίσουν την επίθεση εκτοξεύοντας βλήματα κάθε είδους, ωστόσο οι Βυζαντινοί εκσφενδόνιζαν με πολύ κόπο πέτρες και βέλη χωρίς να προκαλέσουν ζημιά στους εχθρούς. Αντίθετα οι Νορμανδοί με ευκολία εκτόξευαν προς τα κάνω καταφέρνοντας να κάνουν μεγάλη ζημιά στους επιτιθέμενους, ο διοικητής προσπαθούσε να εμψυχώσει τους στρατιώτες του με την παρουσία του αλλά κάθε προσπάθεια ήταν μάταιη, ο χρονικογράφος Δάνδολος αναφέρει πως « οι πέτρες ήταν βρεγμένες από το αίμα των Βενετών».

Ο Μεγάλος Δούκας Κοντοστέφανος κατασκεύασε μια πολύ μεγάλη σκάλα η οποία ξεπερνούσε σε ύψος τα τείχη της πόλης ελπίζοντας με αυτόν τον τρόπο να μπει  ένα τμήμα του στρατού του μέσα, ένας μεγάλος βράχος όμως έπεσε πάνω στην σκάλα σπάζοντας την στην μέση και ένα από τα δύο κομμάτια χτύπησε τον Κοντοστέφανο προκαλώντας του θανάσιμο τραύμα, μεταφέρθηκε στο πλοίο του και με εντολή του  διέταξε να μην μαθευτεί η κατάσταση που βρισκόταν  στο στράτευμα και προκληθεί πανικός. Εν συνεχεία φώναξε τον γιό του Ανδρόνικο προτρέποντάς τον να παραμείνει αφοσιωμένος στον αυτοκράτορα και στην επιχείρηση εκπόρθησης της Κέρκυρας.

Πολύ γρήγορα μαθεύτηκε το συμβάν και επικράτησε πανικός, όταν το πληροφορήθηκε ο αυτοκράτορας δυσαρεστήθηκε και ονόμασε νέο Μεγάλο Δομέστικο τον Ιωάννη Αξούχο, τα γεγονότα αυτά παρέτειναν όπως ήταν φυσικό την πολιορκία και μέσα από την κατάσταση πανικού που βρίσκονταν το στράτευμα άρχισε η διάσπαση Βυζαντινών και Βενετών, ο Μέγας Δομέστικος έφτασε στο σημείο να στείλει εναντίον των Βενετών τους στρατιώτες της φρουράς του και ένα μέρος του στρατού. Οι Βενετοί τότε επιβιβάστηκαν στα πλοία τους και κατέφυγαν σε ένα κοντινό νησάκι την Αστερίδα που πιθανόν μπορεί να ταυτιστεί με το σημερινό Αρκούδι ανάμεσα στην Ιθάκη και την Λευκάδα. Ο Μανουήλ δεν έδωσε σημασία λόγω της πολιορκίας και έτεινε χέρι φιλίας στους Βενετούς.

Τέλος  πήρε από τους Βενετσιάνους στόλο από 40 γαλέρες και μεγάλο αριθμό άλλων πλοίων Όταν ο Ρογήρος Β΄ έμαθε πως ο αυτοκράτορας βρισκόταν στην Κέρκυρα, την  άνοιξη του 1149 έδωσε εντολή στον στόλο του να πραγματοποιήσει ελιγμούς με σκοπό να οδηγήσει τον αυτοκράτορα να λύσει την πολιορκία. Ο Μανουήλ δεν κινήθηκε καθόλου και έδωσε εντολή στον ναύαρχο Κουρούπη  να οδηγήσει ένα μέρος του στόλου εναντίον του νορμανδικού, όσων αφορά την πολιορκία αποφασίστηκε να τοποθετήσουν πάνω σε μερικά πλοία, τα οποία ήταν δεμένα μεταξύ τους, ώστε να σχηματίζουν βάση για την μεγάλη σκάλα και να επιτεθούν στην πόλη. Ο Μανουήλ απευθύνθηκε στους στρατιώτες του λέγοντας τους πως αν ξέφευγαν από τον θάνατο εκείνη την σοβαρή και δύσκολη στιγμή δεν θα τους αντιμετώπιζε σαν αυτοκράτορας αλλά σαν πατέρας, αν όμως η μοίρα ήθελε να πέσουν πολεμώντας με τιμή, υπερασπιζόμενοι την πατρίδα τους, αυτός (ο αυτοκράτορας) θα προέβλεπε  για ό,τι θα είχαν ανάγκη οι οικογένειες τους σε σημείο που θα τους ζήλευαν οι επιζώντες.

Πρώτος ανέβηκε ο Πουπάκης, αρχηγός της φρουράς του Ιωάννη Αξούχου, έπειτα τέσσερις Ιταλοί και τα αδέρφια Πετραλίφα, βλέποντας το παράδειγμα τους οι στρατιώτες που βρίσκονταν στα πλοία άρχισαν να ανεβαίνουν και αυτοί με σηκωμένες τις ασπίδες τους και τα σπαθιά στο χέρι, οι Νορμανδοί από την άλλη πλευρά αμύνονταν πετώντας πέτρες και βλήματα. Ο Πουπάκης κατάφερε να ανέβει στο κάστρο και να αρχίσει την μάχη σώμα με σώμα , όμως η σκάλα έσπασε και όλοι όσοι ήταν πάνω γκρεμίστηκαν, άλλοι έπεσαν στην θάλασσα, άλλοι συντρίφθηκαν στα βράχια και στα πλοία και κάποιοι θάφτηκαν κάτω από τις πέτρες που πετούσαν οι αμυνόμενοι, η πολιορκία παρέμεινε ανεπιτυχής.

Μερικά πλοία λειτούργησαν ως πολιορκητικές μηχανές. Κάποια άλλα ήταν εφοδιασμένα με υγρό πυρ αν και δεν πρέπει να το χρησιμοποίησαν ποτέ κατά τη διάρκεια της επιχείρησης. Σε κάθε περίπτωση, το ολιγάριθμο ναυτικό των Νορμανδών της Σικελίας, βγήκε εύκολα από τη μέση από τη συμμαχική αρμάδα Βυζαντινών και Βενετών.

Για τον Ρογήρο, η επίθεση στην Κέρκυρα αποσκοπούσε στην επίδειξη της πολεμικής ετοιμότητας του βασιλείου του και όχι στη διεξαγωγή ενός ολομέτωπου πολέμου. Έχοντας μόλις προάγει τον εαυτό του από Κόμη σε Βασιλιά της Σικελίας , προσπαθούσε ακόμη να συγκροτήσει το βασίλειό του στη Σικελία και τη νότια Ιταλία. Ο αυτοκράτορας Μανουήλ, από την πλευρά του, ήθελε να δώσει ένα μάθημα σε αυτόν τον σφετεριστή μεταχειρίζοντάς τον ως επαναστάτη ή πειρατή και δείχνοντάς του τι μπορούσε να κάνει μια πραγματική αυτοκρατορία.

Δυστυχώς για τον Ρογήρο, βρισκόμενος αντιμέτωπος με τη βυζαντινή αντεπίθεση, της οποίας το μέγεθος ξεπερνούσε κάθε προσδοκία, μπορούσε να διαθέσει μόλις 40 πλοία προς ενίσχυση των δυνάμεών του στην Κέρκυρα. Αυτό ο στόλος ήταν πολύ μικρός για να πετύχει οτιδήποτε, οπότε τον έστειλε εναντίον της Κωνσταντινούπολης ελπίζοντας στη δημιουργία αντιπερισπασμού.

Η πολιορκία συνεχίστηκε ακόμα πιο ασφυκτικά, λίγες μέρες μετά την τελευταία συμπλοκή στάλθηκαν απεσταλμένοι από την Κέρκυρα και ζήτησαν να παραδοθούν και να αποσυρθούν με τα όπλα τους και με ό,τι άλλο είχαν στην κατοχή τους,  η νορμανδική βοήθεια που τους είχαν υποσχεθεί δεν είχε έρθει ποτέ και η έλλειψη τροφίμων ήταν πλέον αισθητή.

Ο αυτοκράτορας μπήκε στην πόλη το καλοκαίρι του 1149 και εγκατέστησε ισχυρή φρουρά, έπειτα βράβευσε μερικούς τοπικούς άνδρες για την πίστη τους στην αυτοκρατορία, βελτίωσε περεταίρω την ενίσχυση των τειχών, οχύρωσε το λιμάνι, έσκαψε δεξαμενές και κατασκεύασε πολεμικές μηχανές, έπειτα σάλπαρε για τον Αυλώνα και μετά από μία μικρή στάση εκεί ξεκίνησε να σχεδιάζει την εκστρατεία του στην Σικελία(9).

-------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------

 

  1. 1.Άννα Κομνηνή «Αλεξιάς». Ιστορικό έργο, που ολοκληρώθηκε γύρω στο 1148
  2. 2.Ο Αλέξιος Α΄ Κομνηνός(1048/105615 Αυγούστου 1118)  Βυζαντινός Αυτοκράτορας από το 1081 ως το 1118. Εξέχουσα στρατιωτική και πολιτική μορφή, ήταν ο ουσιαστικός θεμελιωτής της δυναστείας των Κομνηνών, μίας από τις ενδοξότερες δυναστείες της βυζαντινής ιστορίας
  3. 3.Ο Maurex ή Maurikas (ελληνικά: Μαύρηξ/Μαυρίκας) ήταν βυζαντινός ναυτικός διοικητής που δραστηριοποιήθηκε στο δεύτερο μισό του 11ου αιώνα, κυρίως στους Βυζαντινο-Νορμανδικούς Πολέμους
  4. 4.Ο Lupus Protospatharius Barensis ήταν ο φημισμένος συγγραφέας του Chronicon rerum in regno Neapolitano gestarum (ονομάζεται επίσης Annales Lupi Protospatharii), μια συνοπτική ιστορία από το 805 έως το 1102.
  5. 5.Ο Γουλιέλμος Β΄ της Απουλίας και της Καλαβρίας(Guglielmo II di Puglia109528 Ιουλίου 1127) μέλος του Οίκου των Ωτβίλ και Δούκας της Απουλίας και της Καλαβρίας (1111 - 1127) ήταν γιος και διάδοχος του Ρογήρου Α' της Απουλίας
  6. 6.Αιγαίο Πέλαγος.(Muglia) Τουρκία έναντι από το νησί της Ρόδου
  7.  7.Ο Ρογήρος Β΄ δεν συμμετείχε ο ίδιος ποτέ σε εκστρατεία στην Κωνσταντινούπολη, ανέθεσε όλες τις επιχειρήσεις στον ικανότατο Γεώργιο της Αντιόχειας που απέπλευσε με 70 γαλέρες από το Οτράντοκαι επιτέθηκε στην Κέρκυρα. Ο Νικήτας Χωνιάτηςγράφει ότι το νησί συνθηκολόγησε χάρη στην δωροδοκία των Νορμανδών που τους δέχτηκε ως ελευθερωτές, στην συνέχεια άφησε ο Γεώργιος στην Κέρκυρα μία φρουρά 1000 ανδρών και επιτέθηκε στην Πελοπόννησο.  Έχασε την Κέρκυρα (1149).

8. Ο μέγας στόλος του αυτοκράτορα Μανουήλ Α΄ Κομνηνού - Α' Μέρος του Aυγουστίνου Κομπαγιάσι, ιστορικού

Η ΑΝΑΒΙΩΣΗ ΤΟΥ ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΥ ΝΑΥΤΙΚΟΥ ΕΠΙ ΚΟΜΝΗΝΩΝ ΚΑΙ Η ΤΕΛΙΚΗ ΠΑΡΑΚΜΗ ΤΟΥ ΤΟΝ 12Ο ΑΙΩΝΑ..

9. Χρήστος Χατζηλίας Η απελευθέρωση της Κέρκυρας από τον Μανουήλ Α΄ ΚομνηνόΠΗΓΗ: Βιχελμίνα Ζάχου, “ H ΓΕΩΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΑΔΡΙΑΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΙΟΝΙΟΥ (11ος– 12ος ΑΙΩΝΑΣ)”. Διπλωματική τεκμηρίωση. Σελ. 262-270

 

 

 

 

 

 

 

  Οι φωτογραφίες του Alois Beer στην Κέρκυρα

Ο ALOIS BEER, (1839/1840 - 1916).Αυστριακός επαγγελματίας φωτογράφος. Ξεκίνησε την ενασχόληση του με τη φωτογραφία γύρω στο 1857 ανοίγοντας διαδοχικά φωτογραφικά ατελιέ σε διάφορες πόλεις όπως το Κλάγκενφουρτ και  τη Τεργέστη. Το 1863 ίδρυσε το πρώτο του στούντιο στο Neubaugasse της Βιέννης, την ίδια χρονιά διηύθυνε επίσης ένα καλοκαιρινό στούντιο για 6 εβδομάδες στο καφενείο της οικογένειας Beer στο Klagenfurt. O Alois Beer ασχολήθηκε με τις αστικές φωτογραφίες και τις φωτογραφίες τοπίου από τις αρχές της δεκαετίας του 1870 Ταξίδεψε φωτογραφίζοντας σχεδόν σε ολόκληρη την Αυστροουγγρική Αυτοκρατορία και μετά το 1885 έλαβε τον τίτλο του αυτοκρατορικού φωτογράφου. Γύρω στο 1870 βρέθηκε για ένα διάστημα στην Κέρκυρα, όπου τράβηξε μια σειρά από τοπία και απόψεις της πόλης και του νησιού. Πολλές φωτογραφίες του  εξέδωσε σε σειρές ταχυδρομικών δελταρίων. Ορισμένες λήψεις μαρτυρούν τη συνεργασία του με  το κερκυραίο φωτογράφο Bartolomeo Borri και τον εκδότη - φωτογράφο Angelo Ferrugia. Ο Beer επισκέφτηκε και την Αθήνα όπου φωτογράφησε μνημεία και απόψεις της πόλης.

 Αlois Beer

 

O Beer δημοσιέυσε:

KΑΤΑΛΟΓΟΣ

Πρωτότυπες φωτογραφίες

Έκδοση φωτογραφικού-καλλιτεχνικού στούντιο της ALOIS BEER, 1892

Μέσα στον κατάλογο αυτόν αναφέρονται και οι φωτογραφίες της Κέρκυρας .Αλμπουμίνες από τις περισσότερες από αυτές παραθέτουμε.

3450     Corfu von der Insel Vido  

3451   Hafen von Corfu

3452   Corfu, Partie an der Strada Marina......

3453      Corfu, Castel Nordseite..........    

3453 a   Corfu, deutsches Consulat .........   

3454       Corfu, königl. Palast

       Corfu, St. Georgsstrasse

3456   Corfu, Hotel Bell Venise

3457   Corfu vom Castell............  

3458   Corfu vom Castell

3459   Corfu vom Castell............                

3460   Corfu, Castell Südseite........ 

3461   Corfu, Gedächtnisstempel an Sir Maitland

 

3462   Castrades, Blick auf Corfu.........          

3463   Castrades, Blick auf Corfu.........          

3464   Am Portale von Mon Repos

3465   Blick auf Corfu von Mon Repos.......         

3466   Blick auf Corfu von Mon Repos

3467   Mon Repos, Park-Partie

3468   Mon Repos, Park-Partie..........          

   

3469   Mon Repos, Park-Partie

3470   Mon Repos, Park-Partie..........

3471   Mausinsel von Canone...........             

3472   Gasturi

3472 b Gasturi, Terasse der kaiserl. Villa

3473   Brunnen in Gasturi...........         

       

3474   Benizze ...............     

      

3475   Aus der Umgebung von Benizze.......          

 

3476   Oliven wähl-Partie..........                 

3476 a Olivenwald-Partie..........                       

3476 b Olivenwald-Partie...........   

3476 c Olivenwald-Partie.        

3477   Pelleka

              

3478   Pelleka, Blick nach Süd

3479   Taverna an der Strasse nach Ipso

3480   An der Strasse von Ipso

3481   Aus Ipso  

3482   Küste bei Paläokastrizza

3483   Partie bei Paläokastrizza.........     

3484   Aus der Umgebung von Corfu

3485   Aus der Umgebung von Corfu......               

3486   Potamo.............                           

3487   Mandukion..........                         

3490   Strasse nach Gasturi.......                 

   3491   Porta Reale ..........                                                                     

3492 Vor Porta Reale.............         

3493 Hafen Corfu von West..........   

 3494 Aus dem Hafen von Corfu.........   

  3495 Aus dem Hafen von Corfu.........       

 3496 Ans dem Hafen von Corfu.........     

3497 Aus dem Hafen von Corfu.........       

3498 Aus dem Hafen von Corfu.........       

3499 Aus dem Hafen von Corfu.........     

3500 Aus dem Hafen von Corfu.........     

\3501 Aus dem Hafen von Corfu.........     

3510 Fischfang in Castrades ..........   

3511 Fischfans: in Castrades..........   

3512 Fischfang in Castrades ........:  . 

3513 Fischfang in Castrades ..........   

3514 Fischfang in Castrades ..........   

3515 Fischfang in Castrades ..........   

3516 Fischfang in Castrades ..........   

3517 Fischfang in Castrades..........    

 

 

 

Αναζήτηση

Corfu Museum

Corfu Museum….τι μπορεί να είναι αυτό;

Θα το έλεγα με μια λέξη…. Αγάπη! Για ένα νησί που το γνωρίζουμε ελάχιστα. Η αλήθεια είναι ότι δεν μπορούμε ν’ αγαπήσουμε ότι δεν το γνωρίζουμε. Στόχος λοιπόν είναι να το γνωρίσουμε όσο πιο βαθιά μπορούμε, μέσα από το χθες και το σήμερα, γιατί αλλιώς πως θα το αγαπήσουμε; Αγαπάω ατομικά και ομαδικά έχει επακόλουθο…. φροντίζω….. μάχομαι… και σέβομαι. Αγάπη προς την Κέρκυρα είναι το Corfu Museum και τίποτε άλλο.

Μετρητής

Articles View Hits
3585503